Μέχρι τις 17 Μαΐου πρέπει να καταχωρηθεί γραπτώς η ένσταση του Γενικού Ελεγκτή επί της αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα για παύση του για κατ’ ισχυρισμό ανάρμοστη συμπεριφορά.

Η ένσταση, με βάση τη διαδικασία, δεν θα εξεταστεί ξεχωριστά, αφού θα απαντά στην ουσία στα επίδικα θέματα που εγείρει ο Γενικός Εισαγγελέας με την αίτησή του. Ήδη, οι δικηγόροι του Οδυσσέα Μιχαηλίδη μελετούν έναν – έναν τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η αίτηση ώστε ν’ απαντήσουν γραπτώς και ακολούθως έχουν προθεσμία 21 ημερών για να την καταθέσουν στο Πρωτοκολλητείο του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Σύμφωνα με τον περί του Συμβουλίου του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Έλεγχος και Διαδικασία) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2015 (3/2015), «αίτημα που έχει ως βάση πρόνοια του Συντάγματος αναφορικά με την αποχώρηση, απόλυση ή με άλλο τρόπο τερματισμό της υπηρεσίας του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου ή μέλους αυτού, ή άλλου αξιωματούχου σε σχέση με τον οποίο εφαρμόζονται αυτούσιες ή κατ’ αναλογίαν οι διατάξεις των Άρθρων 133.8 και 153.8 του Συντάγματος, εισάγεται στο Ανώτατο Δικαστήριο με αίτηση ως το συνημμένο έντυπο Α, η οποία και επιδίδεται στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.

Δεν χρειάζεται έγκριση από τον Πρόεδρο

Το Συμβούλιο (Ανώτατο Δικαστήριο) που εκδίκασε την αίτηση για παύση του τέως Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, Ρίκκου Ερωτοκρίτου, είχε αποφασίσει ότι η αίτηση για το ζήτημα της ανάρμοστης συμπεριφοράς του δεν κρίνεται, σύμφωνα με το Σύνταγμα, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Αρχηγό του Κράτους, ο οποίος τον διόρισε, αλλά κρίνεται από το παρόν Συμβούλιο και η απόφαση του Συμβουλίου είναι δεσμευτική για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Επομένως, η μη εξασφάλιση, εκ των προτέρων, της έγκρισης ή της θέσης του Προέδρου της Δημοκρατίας για την παρούσα αίτηση δεν την επηρεάζει.

Όπως αναφέρθηκε στην απόφαση στις 24/9/2015, «ανώτατοι αξιωματούχοι του κράτους, όπως οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικού Εισαγγελέα, αφιερωμένοι στην υπηρεσία ενός ευρύτερου συμφέροντος, του δημοσίου, οφείλουν να επιδεικνύουν άμεμπτη συμπεριφορά τόσο κατά την επιτέλεση των καθηκόντων του αξιώματος τους, όσο και γενικότερα. Η προαναφερόμενη συμπεριφορά του καθ’ ου η αίτηση ήταν πολύ κατώτερη του αναμενόμενου επιπέδου συμπεριφοράς από τέτοιον αξιωματούχο. Είναι συμπεριφορά που, αντικειμενικά κρινόμενη, τον καθιστά ανίκανο για επιτέλεση των υψηλών καθηκόντων του και, στα μάτια τρίτων».