Ενώ το υπουργείο Εσωτερικών αναζητούσε τρόπους να παρεμποδίσει την είσοδο αλλοδαπών στην Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω της πράσινης γραμμής, φτάνοντας στο σημείο να τοποθετήσει (σε μεταγενέστερο στάδιο) συρματοπλέγματα, μέλος κοινοτικού συμβουλίου  διευκόλυνε την παράνομη είσοδο και εργοδότησή τους.

Σχετική αναφορά υπάρχει στην έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, που αφορά το σύνολο των κοινοτήτων (349  στις ελεύθερες περιοχές και άλλες 137 που αφορούν κατεχόμενες κοινότητες). Για τη συγκεκριμένη περίπτωση αναφέρει: Στις 11.3.2016 το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας εξέδωσε απόφαση καταδίκης μέλους του ΚΣ για αδικήματα που σχετίζονται άμεσα με τη διευκόλυνση παράνομης εισόδου και εργοδότησης αλλοδαπών στη Δημοκρατία.

Η καταδίκη του μέλους αφορούσε την έκδοση ψεύτικων πιστοποιητικών κατά παράβαση του άρθρου 48(3)(β) του περί Κοινοτήτων Νόμου, δηλαδή πιστοποιητικών μέσω των οποίων διαβεβαίωνε, τόσο ψευδή γεγονότα τα οποία εν γνώσει του δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα όσο και για γεγονότα που δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα.

Με αυτό τον τρόπο επιδείκνυε παντελή αδιαφορία για το βάρος της ευθύνης που η ίδια η ιδιότητα του επέβαλλε να συμπεριφερθεί. Η ποινή που επιβλήθηκε στο μέλος ανερχόταν στο συνολικό ποσό των €4.200 με τις ποινές φυλάκισης να συντρέχουν. Η Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας με επιστολή της ημερ. 23.5.2016 προς τον Έπαρχο Λευκωσίας εξέφρασε την άποψη ότι τα πιο πάνω αδικήματα ενέχουν έλλειψη εντιμότητας και ηθική αισχρότητα και επομένως έπρεπε να τύχει εφαρμογής το άρθρο 16(2)(ε) του περί Κοινοτήτων Νόμου σύμφωνα με το οποίο «Δεν μπορεί να διατελεί κοινοτάρχης ή μέλος Συμβουλίου πρόσωπο το οποίο μετά την εκλογή του καταδικάστηκε για αδίκημα ατιμωτικής φύσης ή ηθικής αισχρότητας ή έχει στερηθεί του δικαιώματος εκλογιμότητας έπειτα από απόφαση αρμόδιου δικαστηρίου λόγω διάπραξης οποιουδήποτε εκλογικού αδικήματος».

Ακολούθως, ο Γενικός Εισαγγελέας με νέα επιστολή του ημερ. 28.6.2016 προς τον Έπαρχο Λευκωσίας, και κατόπιν υποβολής παραστάσεων εκ μέρους του μέλους και μετά από επανεξέταση του πιο πάνω θέματος, εξέφρασε την άποψη ότι τα αδικήματα στα οποία παραδέχτηκε ενοχή το μέλος, δεν ενέχουν το στοιχείο της ηθικής αισχρότητας ή είναι ατιμωτικής φύσης.