Αίσθηση έχουν προκαλέσει οι λεπτομέρειες της απίστευτης απάτης δικηγόρου στη Λάρνακα σε βάρος πελάτη του, από τον οποίο απέσπασε χιλιάδες ευρώ, ενώ κατάφερε να δεσμεύσει και περιουσία του, προκειμένου να εξασφαλίσει δήθεν δικηγορική αμοιβή ύψους €2 εκατ.
Χρησιμοποιώντας καταπελτικό λεκτικό το Κακουργιοδικείο Λάρνακας έκρινε χθες ένοχο τον 34χρονο δικηγόρο, Γιώργο Γιάγκου. Ο κατηγορούμενος κρίθηκε ένοχος, έπειτα από ακροαματική διαδικασία, στις σοβαρότερες από τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε, που αφορούν σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (επισύρει μέχρι και 14 χρόνια φυλάκιση), κλοπή από αντιπρόσωπο και πρόκληση εκτέλεσης εγγράφων με ψευδείς παραστάσεις. Ενέκρινε, μάλιστα, αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, όπως ο νεαρός δικηγόρος τεθεί υπό κράτηση μέχρι τις 5 Ιουνίου, ημερομηνία κατά την οποία θα αγορεύσουν οι συνήγοροί του για μετριασμό της ποινής του.
Σύμφωνα με το δικαστήριο ο δικηγόρος είχε καταρτίσει σχέδιο για την οικονομική εκμετάλλευση του παραπονούμενου, με τον οποίο διατηρούσε φιλικές και οικογενειακές σχέσεις. Λόγω αυτής της σχέσης, ο παραπονούμενος φαίνεται να υπέγραφε ό,τι έγγραφο του έφερνε ο δικηγόρος του, χωρίς να το διαβάζει, με αποτέλεσμα να κινδυνέψει να χάσει περιουσία εκατομμυρίων.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, τον Ιούλιο του 2020 ο κατηγορούμενος ενέγραψε εταιρεία φάντασμα στη Βρετανία πληρώνοντας £12, μέσω της κάρτας Revolut του αδελφού του, που αποδείχθηκε στη συνέχεια πως δεν είχε εμπλοκή στην υπόθεση. Το μετοχικό κεφάλαιο της εικονικής εταιρείας ήταν μόλις £1, ενώ ως διευθυντής εμφανιζόταν το όνομα προσώπου, το οποίο, όσο κι εάν ακούγεται απίστευτο, διαπιστώθηκε πως εκείνη την περίοδο εξέτιε ποινή φυλάκισης στην Ελλάδα για …απάτες κατ’ εξακολούθηση. Η «εταιρεία» με διευθυντή τον φυλακισμένο, λίγες ημέρες μετά τη σύστασή της, ζήτησε από την εταιρεία του παραπονούμενου ν’ αναλάβει τη μετατροπή μεγάλου αριθμού εμπορευματοκιβωτίων σε ψυκτικούς θαλάμους, έναντι ποσού που ξεπερνούσε τα €11 εκατ.
Η εταιρεία φάντασμα δεν κατέβαλε ποτέ τα χρήματα, όπως γίνεται αντιληπτό, και τότε ο δικηγόρος κατέθεσε αγωγή εναντίον της, στο όνομα του πελάτη του. Ανάμεσα στα έγγραφα που τον έβαλε να υπογράψει ήταν πως θα πάρει ο ίδιος αμοιβή €2 εκατ. Ακολούθως κινήθηκε νομικά αξιώνοντας τα χρήματα αυτής της αμοιβής, δεσμεύοντας, εν αγνοία του παραπονούμενου, την περιουσία του. Το δικαστήριο σημείωσε πως ο δικηγόρος επέλεξε να κάνει την αγωγή εναντίον της εταιρείας στη Βρετανία χρησιμοποιώντας όχι την εταιρεία, αλλά την προσωπική ιδιότητα του πελάτη του. Σύμφωνα με τα ευρήματα του δικαστηρίου, αυτό έγινε επειδή ο παραπονούμενος «είχε στο όνομά του μεγάλη ακίνητη περιουσία», την οποία ήθελε να δεσμεύσει μετά ο δικηγόρος.
Στην κατάθεσή του ο 34χρονος ισχυρίστηκε πως όλο αυτό το έστησε ο παραπονούμενος, πληρώνοντας για την εταιρεία με την κάρτα του αδελφού του, τα στοιχεία της οποίας δήθεν κατείχε. Το δικαστήριο χαρακτήρισε ως «απαύγασμα παραλογίας» αυτούς τους ισχυρισμούς αναφέροντας πως «ξεπερνά κάθε λογική» ο παραπονούμενος να κάνει αγωγή σε εταιρεία χωρίς κεφάλαιο και μάλιστα να δεχθεί να καταβάλει αμοιβή στον δικηγόρο €2 εκατ.
Σημειώνεται πως ο δικηγόρος κατάφερε, προηγουμένως, ν’ αποσπάσει από τον παραπονούμενο €4.000 για αγωγή εναντίον της εταιρείας του για δήθεν εργατικό ατύχημα. Σε άλλη περίπτωση, εξάλλου, του απέσπασε €6.000-€7.000 για κατάθεση αγωγής λιβέλου.
Το Κακουργιοδικείο έκρινε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του παραπονούμενου, ενώ απέρριψε ως «παντελώς αναξιόπιστη» τη μαρτυρία του κατηγορούμενου, ο οποίος, όπως ανέφερε ο πρόεδρος του Κακουργιοδικείου, Λοΐζος Μουγής, «δεν προσήλθε για να πει την αλήθεια». Την υπόθεση εκ μέρους της Κατηγορούσας Αρχής χειρίστηκε ο Αντώνης Αντώνιου.