Η Διεύθυνση Αδειοδότησης Ανάπτυξης (ΔΑΑ) του ΕΟΑ Λευκωσίας, η οποία θα ελέγχει πολίτες και επαγγελματίες κατά πόσον τηρούν τη νομοθεσία για τις κατασκευές, στην πρώτη πράξη της παραβίασε τη νομοθεσία την οποία εφαρμόζει σήμερα και μάλιστα σε δικό της κτήριο.
Συνέβη και το απίστευτο, η σύμβαση που αφορούσε την ανέγερση ενός επιπλέον ορόφου να υπογραφεί στις 4.6.2024 και την επομένη 5.6.2024 οι εργασίες είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί. Και βεβαίως το έργο ανατέθηκε απευθείας, χωρίς προφορές, και ούτε λόγος για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας και άδειας οικοδομής. Και μαζί με αυτά, η συμφωνία ήταν φουσκωμένη κατά περίπου €200.000. Ο χρόνος παράδοσης καθορίστηκε στις 20 μέρες και για το διάστημα αυτό δόθηκαν στον εργολάβο επιπλέον €100.000 για επίσπευση των εργασιών.
Η παρανομία συντελέστηκε προτού αναλάβει πρόεδρος του ΕΟΑ ο Κωνσταντίνος Γιωρκάτζης και, σύμφωνα με τον Γενικό Ελεγκτή, αφορά:
-Ανάθεση σε εργολάβο, χωρίς προσφορές, της ανέγερσης επιπρόσθετου ορόφου και μιας αποθήκης
–Η συμφωνία έκλεισε στο €1,54 εκατ., πολύ πιο κοντά στις απαιτήσεις του εργολάβου παρά με την εκτιμώμενη αξία και με χρόνο παράδοσης τις 20 ημέρες.
– Από επιτόπιο έλεγχο διαπιστώθηκε ότι ενώ η σύμβαση για ανέγερση του ορόφου υπεγράφη στις 4.6.2024, οι σχετικές εργασίες, μια μέρα αργότερα, δηλαδή στις 5.6.2024, είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις καταγράφονται σε Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας η οποία εξέτασε την στέγαση της νεοσύστατης Διεύθυνσης Αδειοδότησης Ανάπτυξης (ΔΑΑ) του ΕΟΑ Λευκωσίας.
Σε εισαγωγή του Γενικού Ελεγκτή κ. Ανδρέα Παπακωνσταντίνου αναφέρεται ότι το αρχικό πλάνο προνοούσε ότι οι ανάγκες στέγασης θα καλύπτονταν μέσω του κτηρίου πρώην ΣΥΛ (επί της Λεωφόρου Αθαλάσσας). Για το σκοπό αυτό το κτήριο βρισκόταν σε διαδικασία ανακαίνισης. Ξαφνικά (είναι αδιευκρίνιστο πότε ακριβώς λήφθηκε η απόφαση) διαφοροποιείται το αρχικό πλάνο και αποφασίζεται η ανέγερση επιπρόσθετου ορόφου και μιας αποθήκης.
Τότε η Αναθέτουσα Αρχή (ΑΑ) – πρώην ΣΥΛ, επικαλέστηκε κατεπείγουσα ανάγκη και προχώρησε σε διαπραγμάτευση, χωρίς δημοσίευση, απευθείας με τον εργολάβο που εκτελούσε το έργο ανακαίνισης του κτηρίου. Υπό την πίεση του χρόνου η συμφωνία «έκλεισε» στο ποσό των €1,54 εκ., πολύ πιο κοντά στις απαιτήσεις του εργολάβου παρά με την εκτιμώμενη αξία και με χρόνο παράδοσης τις 20 ημέρες.
Λόγω του εξωπραγματικού χρόνου υλοποίησης, η Ελεγκτική Υπηρεσία προέβη αμέσως σε επιτόπιο έλεγχο. Διαπιστώθηκε ότι ενώ η σύμβαση για ανέγερση του ορόφου υπεγράφη στις 4.6.2024, οι σχετικές εργασίες, μια μέρα αργότερα, δηλαδή στις 5.6.2024, είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί.
Λόγω του κακού προγραμματισμού, η Αναθέτουσα Αρχή αναγκάστηκε να λειτουργήσει κάτω από πολύ ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα με αποτέλεσμα οι ενέργειες που ακολουθήθηκαν να μην ήταν οι ενδεδειγμένες ή/και οι σύννομες.
Περαιτέρω διαπιστώνονται τα ακόλουθα:
-Υπήρξε επίκληση του άρθρου 44(δ) το οποίο δεν δικαιολογείται, καθώς η ανάγκη στέγασης ήταν για το κράτος προβλέψιμη αφού η ημερομηνία έναρξης των ΕΟΑ ήταν γνωστή δύο χρόνια νωρίτερα.
–Επετράπη η υλοποίηση του έργου πριν ακολουθηθούν οι νενομισμένες διαδικασίες, πριν υπογραφεί συμβόλαιο, και χωρίς να προηγηθεί μελέτη οικονομικού αντικτύπου όπου θα αξιολογούνταν και άλλες επιλογές.
–Υπήρξε απόκρυψη πραγματικών δεδομένων κατά τις εγκρίσεις, αφού δεν αναφέρθηκε το γεγονός ότι το έργο βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη.
-Ο εργολάβος είχε προεξοφλήσει την ανάθεση του έργου (προφανώς έλαβε σχετικές διαβεβαιώσεις) γι’ αυτό και προχώρησε στην υλοποίηση του έργου πριν την υπογραφή συμβολαίου.
-Η διαπραγμάτευση μεταξύ Αναθέτουσας Αρχής (ΑΑ) και εργολάβου έγινε υπό πολύ δυσμενείς συνθήκες για την ΑΑ και πολύ ευνοϊκές για τον εργολάβο.
–Δεν εξασφαλίστηκαν ανταγωνιστικές τιμές – το κόστος του έργου ξεπέρασε την εκτιμώμενη αξία κατά €200.000.
-Καταβλήθηκαν επιπλέον €100.000 ως κίνητρο για επίσπευση του έργου παρόλο που την ώρα της υπογραφής της σύμβασης το έργο είχε σχεδόν ολοκληρωθεί.
Η ανάγκη προσθήκης ορόφου προέκυψε όταν αποφασίστηκε ότι το προσωπικό από 65 άτομα που υπολογίστηκε αρχικά αυξήθηκε στα 105. Ο εργολάβος στον οποίο ανατέθηκε το έργο, βρισκόταν ήδη στο κτήριο εκτελώντας εργασίες ανακαίνισης ύψους €495.891 οι οποίες προστέθηκαν στο €1,54 εκατ. του επιπλέον ορόφου, με το συνολικό ποσόν (μαζί με τα έξτρα) να ανεβαίνει σε €1.987.347 πλέον ΦΠΑ.
Στην Έκθεση γίνεται αναφορά σε ισχυρισμό του πρώην Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (Ενσωματώθηκε στον ΕΟΑ) ότι η ανατροπή του αρχικού σχεδιασμού σχετικά με τον αριθμό του προσωπικού έγινε από το υπουργείο Εσωτερικών και αναφέρεται ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία διατηρεί επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσον ισχύει κάτι τέτοιο.
Αναφέρεται εξάλλου, ότι η Αναθέτουσα Αρχή είχε προβεί και επιτρέψει την έναρξη εργασιών ανάπτυξης και είχε θέσει σε χρήση τα εν λόγω έργα, πριν την υποβολή και έκδοση των απαραίτητων αδειών ανάπτυξης, κατά παράβαση της νομοθεσίας.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία παρατηρεί επίσης, πως τέθηκε συμβατική διάρκεια υλοποίησης 20 μόλις ημερών, για έργο που αφορούσε σε ανέγερση επιπρόσθετου ορόφου και αποθήκης, η οποία δεν αντικατόπτριζε τα πραγματικά δεδομένα, εφόσον το Έργο ουσιαστικά ήταν σχεδόν ολοκληρωμένο κατά την υπογραφή της Σύμβασης. Επιπλέον, δεν ήταν εφικτό να διενεργηθούν εργασίες ύψους €1.544.455 μέσα σε 20 ημέρες.
«Συνεπώς», προστίθεται, «το μεγαλύτερο μέρος των κατασκευαστικών εργασιών υλοποιήθηκε από τον εργολάβο, προτού εξασφαλιστούν οι απαραίτητες εγκρίσεις από το Διοικητικό Συμβούλιο του πρώην ΣΥΛ και πριν την υπογραφή της Σύμβασης με τον Ανάδοχο».
Παράλληλα σημειώνεται, πως «η διαφοροποίηση του αρχικού σχεδιασμού για την προσωρινή στελέχωση της νεοσύστατης ΔΑΑ του ΕΟΑ Λευκωσίας, είχε ως αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό του αρχικά υπολογιζόμενου κόστους, χωρίς αυτό να συνοδευτεί με μια μελέτη οικονομικού αντικτύπου όπου θα εξετάζονταν οι όποιες εναλλακτικές επιλογές.
Στην Έκθεση αφήνονται αιχμές για τον γενικότερο προγραμματισμό ενόψει της μεταρρύθμισης που ακολούθησε και σημειώνεται, πως αυτή ήταν γνωστή από τον Μάρτιο του 2022 οπόταν και ψηφίστηκε η σχετική νομοθεσία.
Τέλος, αναφέρεται, πως στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε αδιαφάνεια και άνιση μεταχείριση μεταξύ όλων των δυνητικών οικονομικών φορέων που θα μπορούσαν να υποβάλουν προσφορά για το Έργο, ενδεχομένως με χαμηλότερη τιμή, καθώς και διαπραγμάτευση με τον Εργολάβο ο οποίος είχε δυνητικά πολύ μεγαλύτερη διαπραγματευτική δύναμη.