Η χθεσινή καταδίκη και των πέντε κατηγορούμενων -σε όλες τις κατηγορίες- για την υπόθεση φόνου εκ προμελέτης του 41χρονου Τουρκοκύπριου κρατούμενου των Κεντρικών Φυλακών, Τανσού Τσιντάν, συνοδεύεται και από σωρεία ερωτημάτων για την κατάσταση που επικρατούσε στο σωφρονιστικό ίδρυμα περί τα τέλη του 2022 όταν διαπράχθηκε το έγκλημα.
Η απόφαση ενοχής του 31χρονου, κουρδικής καταγωγής, Βεϊζί Μπαντούρ, για το φόνο εκ προμελέτης του Τουρκοκύπριου Τανσού Τσιντάν στις 27 Οκτωβρίου του 2022 μετά από έναν διήμερο βασανισμό, ήταν αναμενόμενο σενάριο στη βάση της μαρτυρίας.
Το βασικό σημείο της χθεσινής απόφασης του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας ήταν ότι καταδίκασε και τους τρεις δεσμοφύλακες στις κατηγορίες που αντιμετώπιζαν, με τους δυο πρώτους, μάλιστα, να κρίνονται ένοχοι στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας και δίνοντας μια εικόνα πλήρους απουσίας ελέγχου στο σωφρονιστικό ίδρυμα.
Πιο συγκεκριμένα, οι δεσμοφύλακες Γεώργιος Κυριακίδης και Σάββας Χρίστου, κρίθηκαν ένοχοι στην κατηγορία της ανθρωποκτονίας στη βάση του άρθρου 205 του Ποινικού Κώδικα και συγκεκριμένα ότι επέφεραν το θάνατο του Τσιντάν με παράνομη παράλειψη (υπαίτια αμέλεια), παραλείποντας, δηλαδή, να διενεργήσουν τους απαραίτητους ελέγχους και να προβούν σε σειρά μέτρων στο πλαίσιο των καθηκόντων τους (ασφαλής φρούρηση, λήψη μέτρων προστασίας, ιατρική περίθαλψη).
Ένοχοι κρίθηκαν και στις άλλες δυο κατηγορίες που αντιμετώπιζαν, δηλαδή, αυτή της πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και αυτή της παραμέλησης υπηρεσιακού καθήκοντος.
Ένοχος κρίθηκε και ο τρίτος δεσμοφύλακας, ο Στέλιος Γεωργίου, ο οποίος εκτελούσε καθήκοντα προϊστάμενου στη συγκεκριμένη βάρδια και αντιμετώπιζε τις δυο αυτές τελευταίες κατηγορίες. Δηλαδή, την πρόκληση θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και την παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος.
Τέλος, ο συγκρατούμενος των Τσιντάν και Μπαντούρ κατά την περίοδο που τελέστηκε το έγκλημα, ο Ρεζά Μοχαμαντάν, καταδικάστηκε κι αυτός σε δυο κατηγορίες που αφορούν την κατοχή μεθαμφεταμίνης και την προμήθειά της στον καταδικασθέντα για φόνο εκ προμελέτης.
Να θυμίσουμε πως τον Δεκέμβριο του 2022, ο 2ος και ο 3ος κατηγορούμενος για την υπόθεση, Καγιά Ντεργκά και Αμπντουλκαντίρ Αμπντουλκαντίρ, αντίστοιχα, είχαν παραδεχθεί ενοχή σε κατηγορίες που αντιμετώπιζαν για την υπόθεση και είχαν μετατραπεί σε μάρτυρες κατηγορίας.
Έμπορος ναρκωτικών
Στην ομόφωνη απόφαση -έκτασης περίπου 300 σελίδων- του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας (Νικόλας Α.Π. Γεωργιάδης – Π.Ε.Δ., Νάγια Οικονόμου – Ε.Δ., Μαρία Λοΐζου Α.Ε.Δ.), που αναγνώστηκε αποσπασματικά από τον πρόεδρο του τριμελούς σώματος ξεχώρισαν οι αναφορές για τα ευρήματα του Δικαστηρίου.
Ευρήματα που φανέρωναν όχι μόνο ότι οι κρατούμενοι στις Φυλακές ενεργούσαν εντελώς ανεξέλεγκτα, κάνοντας χρήση ναρκωτικών ουσιών, αλλά και ότι οι δεσμοφύλακες δεν ασκούσαν αποτελεσματικό έλεγχο στο πλαίσιο των καθηκόντων τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρξε αναφορά στην ετυμηγορία, για μαρτυρία που κρίθηκε από το Δικαστήριο και παρουσίαζε τον καταδικασθέντα για φόνο εκ προμελέτης πλέον Βεϊζί Μπαντούρ να ενεργεί ως έμπορος ναρκωτικών στις Κεντρικές Φυλακές και τον καταδικασθέντα (4ος κατηγορούμενος) Ρεζά Μοχαμαντάν να ενεργεί ως ο άνθρωπος που διακινούσε τα ναρκωτικά για λογαριασμό του.
Από την προηγούμενη
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την κατάληξή του για την ενοχή του Μπαντούρ στην βασική κατηγορία και αιτιολογώντας την προμελέτη, εστίασε στο γεγονός ότι ο καταδικασθέντας κτυπούσε τον Τσιντάν από τις 26/10/22 το πρωί κι αυτό συνεχίστηκε μέχρι το θάνατό του.
«Συνέχισε με αυξημένη βαναυσότητα» σημειώνει στην απόφασή του το Δικαστήριο και προσθέτει: «Σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση δεν είχε μείνει μέρος του σώματος του θύματος που δεν είχε τραυματιστεί. Παρά τις ικεσίες του θύματος, δεν σταμάτησε».
Μάλιστα, το Κακουργιοδικείο επεσήμανε ότι δεν υπήρξε καμία πρόκληση προς τον Μπαντούρ από το θύμα.
Με σκουπόξυλο
Να σημειωθεί ότι στη βάση μαρτυρίας που δόθηκε στο πλαίσιο της ίδιας υπόθεσης τον χειμώνα του 2022 (βλ. απόφαση ενοχής κατηγορούμενων τον Δεκέμβριο του ΄22 που μετατράπηκαν σε μάρτυρες κατηγορίας) ο Μπαντούρ πριν προβεί στο έγκλημα διατεινόταν πως σε λογαριασμό ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Τσιντάν, υπήρχαν μηνύματα με γυμνές φωτογραφίες και βίντεο της συζύγου του. Και επειδή ο Τσιντάν δεν θυμόταν τον κωδικό του e-mail του ώστε να έχει πρόσβαση ο Μπαντούρ, ο τελευταίος βασάνιζε τον 41χρονο επί δύο ημέρες. Ο Μπαντούρ φερόταν με ένα σίδερο μήκους 10 εκ. και πλάτους 2 εκ., το οποίο ήταν αιχμηρό και κοφτερό, να κτυπούσε το θύμα (26/10). Του είχε προκαλέσει βαθιά κοψίματα (κάτω από το μάτι και τα γόνατα), ενώ κάρφωσε το εν λόγω αντικείμενο σε διάφορα μέρη του σώματός του προκαλώντας αιμορραγία. Το θύμα φερόταν να κλαίει και να αρνείτο, ενώ δεν θυμόταν τους κωδικούς. Την επομένη ο βασανισμός συνεχίστηκε, με το θύμα να δέχεται κτυπήματα με άλλα αιχμηρά αντικείμενα (όπως μεταλλικό σύρμα). Επιπλέον, ο Μπαντούρ φερόταν να κτυπούσε το θύμα με σκουπόξυλο το οποίο είχε κόψει σε τέσσερα κομμάτια, τα οποία έδεσε μεταξύ τους με ρούχο, με τις άκρες των κομματιών αυτών να είναι μυτερές. Ως αποτέλεσμα των κτυπημάτων, το θύμα αιμορραγούσε από το κεφάλι.
Υπό κράτηση
>> Οι τρεις δεσμοφύλακες τέθηκαν υπό κράτηση μέχρι την ανακοίνωση της ποινής. Στις 13 Αυγούστου έχει οριστεί η διαδικασία για αγορεύσεις με στόχο το μετριασμό της ποινής των καταδικασθέντων και εν συνεχεία θα οριστεί άλλη δικάσιμος για την επιβολή του ύψους της ποινής.
>> Την κατηγορούσα Αρχή στην υπόθεση εκπροσώπησε η ανώτερη δικηγόρος της Δημοκρατίας, Χάρις Καραολίδου.
>> Κατάμεστη η αίθουσα κατά την ανακοίνωση της ετυμηγορίας. Αναγνώστηκαν τα βασικά σημεία της απόφασης, η οποία είναι έκτασης εκατοντάδων σελίδων. Δεν υπήρξαν αισθητές αντιδράσεις από το ακροατήριο και τους οικείους των κατηγορούμενων.
>> Το Δικαστήριο είχε δώσει οδηγίες όπως πριν από την ανακοίνωση της ποινής να αποχωρήσουν όσοι δεν είχαν βρει θέση για να καθίσουν.
«Η αμέλειά τους ήταν βαριά»
Στην απόφασή του για τους δυο δεσμοφύλακες που κρίθηκαν ένοχοι πέραν πάσης αμφιβολίας στο αδίκημα της ανθρωποκτονίας (Κυριακίδης και Χρίστου), το Κακουργιοδικείο σχολιάζει πως «η αμέλειά τους ήταν βαριά».
Προηγουμένως έκανε αναφορά στους κανονισμούς από τους όποιους προέκυπτε η υποχρέωση για ασφαλή κράτηση όσων βρίσκονταν στις Φυλακές: «Είχαν συγκεκριμένες οδηγίες όσον αφορά τον τρόπο διεξαγωγής της καταμέτρησης, περιπολιών και ελέγχου ως επίσης και τον χειρισμό περιστατικών αυτοτραυματισμού ή τραυματισμού. Οι κατηγορούμενοι 5 και 6 είχαν, επομένως, καθήκον ασφαλούς φύλαξης του θύματος και προστασίας της σωματικής του ακεραιότητας».
Και συνεχίζει το Δικαστήριο σε άλλο σημείο: «Κρίνουμε ότι ενώπιόν τους υπήρχε ο ορατός κίνδυνος της πρόκλησης θανάτου λόγω σοβαρού τραυματισμού, εύλογα προβλέψιμου, αν δεν λαμβάνονταν μέτρα σε συνάρτηση με το καθήκον τους για ασφαλή φύλαξη του κρατουμένου. Κρίνουμε ότι η απόφασή τους να μην τον μεταφέρουν στο ιατρείο τη δεδομένη στιγμή, αποτελεί ενσυνείδητη ανάληψη κινδύνου και στην ουσία άφηναν το θύμα στην ευθύνη των συγκρατουμένων του γνωρίζοντας ότι είχαν τουλάχιστον περιστατικό αυτοτραυματισμού κρατούμενου και για το οποίο είχαν σαφείς οδηγίες για τον τρόπο διαχείρισης. Η παράλειψή τους αυτή συνεχίστηκε με τη μη ανταπόκριση ως όφειλαν στο δεύτερο κάλεσμα του θύματος (…) όταν έγινε η καταμέτρηση. Ενώ γνώριζαν ότι είχε προηγηθεί τραυματισμός ή αυτοτραυματισμός αμέλησαν να ελέγξουν εκ νέου το κελί κι αν το θύμα ήταν καλά. Ουδεμία αναφορά έγινε στο ημερολόγιο. Θεωρούμε ότι η αμέλειά τους ήταν βαριά».
Για τον Στέλιο Γεωργίου, ο οποίος κρίθηκε ένοχος στις κατηγορίες πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης και παραμέλησης υπηρεσιακού καθήκοντος, το Κακουργιοδικείο σημειώνει μεταξύ άλλων στην ετυμηγορία του: «Έπρεπε ο προϊστάμενος να ασκήσει τον αναγκαίο έλεγχο θέτοντας σε λειτουργία τις αναγκαίες διαδικασίες και έδειξε αδιαφορία».
Σε ανακοίνωση της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας η υπόθεση χαρακτηρίζεται πρωτοφανής υπό την έννοια ότι τα επίδικα γεγονότα διαδραματίστηκαν στις Φυλακές. Στην ανακοίνωση γίνεται αναφορά στα γεγονότα που αφορούν τις ενέργειες των δεσμοφυλάκων: «Το θύμα κάλεσε στις 27 Οκτωβρίου 2022 σε βοήθεια τους δεσμοφύλακες, κτυπώντας το κουδούνι ειδοποίησης κινδύνου (…) Μετέβησαν έξω από το κελί του και ενώ είδαν το θύμα τραυματισμένο, αμέλησαν να προβούν στα δέοντα. Σε δεύτερη έκκληση του θύματος για βοήθεια, οι ίδιοι αγνόησαν το κάλεσμα και αντ’ αυτού έστειλαν, μέσω άλλων κρατουμένων, ιατρικά επιθέματα στο θύμα. Η αμέλειά τους αυτή είχε ως αποτέλεσμα να μην αποτραπεί η συνεχιζόμενη εγκληματική συμπεριφορά του βασικού κατηγορούμενου εναντίον του θύματος, όπου, σύμφωνα και πάλι με μαρτυρία, αυτός εξαγριωμένος επέστρεψε στο κελί του θύματος και συνέχισε να κτυπά το θύμα (…) Αποκορύφωμα της απραξίας και της αδιαφορίας των δύο δεσμοφυλάκων (…) αποτελεί και το γεγονός ότι κατά τη διαδικασία της απογευματινής καταμέτρησης των κρατουμένων (…) αυτοί δεν εισήλθαν στο κελί του ώστε να τον δουν και να ληφθεί υπ’ όψιν στην καταμέτρηση».