«Δεσμεύεστε σε συμβίωση και ταυτίζετε τις τύχες σας, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να φροντίζετε, να στηρίζετε και να συμπαραστέκεται ο ένας στον άλλο». Σ’ αυτό, αντί του «ους ο Θεός συνέζευξε άνθρωπος μη χωριζέτω», δεσμεύονται από τις αρχές του 2016 όσοι δεν θέλουν να τελέσουν θρησκευτικό ή πολιτικό γάμο και επιλέγουν την υπογραφή συμφώνου πολιτικής συμβίωσης.
Ομόφυλοι ή ετερόφυλοι έχουν πλέον διά νόμου εναλλακτική επιλογή για το πώς θα συνεχίσουν τη συμπόρευση με το έτερο ήμισυ. Χρειάστηκαν έξι χρόνια προσπαθειών για να φτάσουμε στη νέα νομοθεσία, που δίνει πλέον το δικαίωμα σε ομόφυλα ζευγάρια να συνάπτουν πολιτική συμβίωση όπως και τα ετερόφυλα. Οι προσπάθειες για να ψηφιστεί ο νέος νόμος άρχισαν, σύμφωνα με εκπρόσωπο του Υπουργείου Εσωτερικών που χειρίστηκε το θέμα, το 2009 μετά από σχετική έκθεση της Επιτρόπου Διοίκησης. Τότε ξεκίνησε να αποκαλείται σύμφωνο συμβίωσης και στη συνέχεια μετονομάστηκε σε πολιτική συμβίωση. Μια μη κυβερνητική οργάνωση ετοίμασε νομοσχέδιο, ωστόσο στη συνέχεια άλλαξε η Κυβέρνηση και το θέμα έμεινε για κάποιο διάστημα. Το 2014 επανήλθε με τη σύσταση επιτροπής από τα κόμματα και το Υπουργείο Εσωτερικών.
Το νομοσχέδιο που ετοιμάστηκε τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και το 2015 κατατέθηκε στη Βουλή. Ωστόσο αποφασίστηκε η επανεξέτασή του και τελικά τέλος του 2015 ψηφίστηκε ο νόμος που ρυθμίζει τους όρους και τις υποχρεώσεις των σχέσεων μεταξύ ετερόφυλων ή ομόφυλων ζευγαριών. Με τον νόμο οι δύο που δεσμεύονται έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις και δικαιώματα όπως τα άλλα ζευγάρια που τελούν είτε θρησκευτικό είτε πολιτικό γάμο, πλην της υιοθεσίας.
Όπως εξήγησαν αρμόδιοι στον «Φ», τα περιουσιακά ενός ζευγαριού που υπογράφει σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης, η διατροφή μετά τον χωρισμό, ακόμη και θέματα χηρείας ρυθμίζονται με αυτόν τον νόμο. Μπορεί, για παράδειγμα, όταν ένα ομόφυλο ζευγάρι χωρίσει και ο ένας εκ των δύο είναι άνεργος, να δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον πρώην σύζυγο. Επίσης, όταν ο ένας εκ των δύο αποβιώσει, τότε ο άλλος δικαιούται σύνταξη χηρείας καθώς και να διεκδικήσει την περιουσία του που αποκτήθηκε μετά την πολιτική συμβίωση.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πάνω από 120 Σύμφωνα Συμβίωσης – Ποιοι τα επιλέγουν
Όπως προβλέπεται στον νόμο, πολιτική συμβίωση που έχει συναφθεί δυνάμει των διατάξεων του Νόμου, εξαιρουμένου του περί υιοθεσίας Νόμου, έχει, τηρουμένων των αναλογιών, τα αντίστοιχα αποτελέσματα και συνέπειες ως εάν να είχε τελεστεί γάμος δυνάμει των διατάξεων του περί Γάμου Νόμου και οποιαδήποτε αναφορά σε νομοθεσία της Δημοκρατίας σε «σύζυγο» ερμηνεύεται πλέον ως αναφορά και σε συμβίο σε πολιτική συμβίωση.
Προβλέπεται επίσης ότι για τη σύναψη πολιτικής συμβίωσης απαιτείται η ελεύθερη συναίνεση των προσώπων που προτίθενται να τη συνάψουν. Η βασική αρμοδιότητα σε ό,τι αφορά στη σύναψή της αποδίδεται στο ληξίαρχο που είναι ο Έπαρχος. Προνοείται ακόμα ότι πολιτική συμβίωση συνάπτεται ενώπιον του ληξίαρχου της επαρχίας διαμονής ενός εκ των ενδιαφερομένων προσώπων, στην παρουσία δύο μαρτύρων. Για τη σύναψη απαιτείται υποβολή συγκεκριμένου συμπληρωμένου εντύπου που να συνοδεύεται από προσωπικό έγγραφο ταυτοποίησης, ένορκη δήλωση και πιστοποιητικό ελευθερίας. Το τέλος σύναψης ανέρχεται στα 90 ευρώ.
Στα δυόμισι χρόνια εφαρμογής του νόμου έχουν συναφθεί 344 πολιτικές συμβιώσεις, εκ των οποίων οι 273 αφορούν ετερόφυλα ζευγάρια και μόνο οι 71 ομόφυλα. Αυτό, όπως αναφέρθηκε από αρμόδιο λειτουργό της Επαρχιακής Διοίκησης στον «Φ», εξηγείται από πολλούς παράγοντες. Πολλά ζευγάρια που συζούν για χρόνια δεν θέλουν να συνάψουν θρησκευτικό ή πολιτικό γάμο, γι’ αυτό και τώρα με την πολιτική συμβίωση αποφάσισαν να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα. Επίσης, κάποιοι που «βιάζονται» να πάρουν βοήθεια για τα παιδιά που απέκτησαν και δεν προλαβαίνουν να τελέσουν κανονικό γάμο καταφεύγουν στο σύμφωνο. Ή για να λάβουν τη βοήθεια από την Υπηρεσία Μερίμνης. Υπάρχουν επίσης άτομα που δεν διαθέτουν 10 και 20 χιλιάδες ευρώ για να τελέσουν κανονικό γάμο και προχωρούν στο σύμφωνο αφού με 170 ευρώ παντρεύονται.
«Δεσμεύεστε σε συμβίωση και ταυτίζετε τις τύχες σας, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να φροντίζετε, να στηρίζετε και να συμπαραστέκεται ο ένας στον άλλο». Σ’ αυτό, αντί του «ους ο Θεός συνέζευξε άνθρωπος μη χωριζέτω», δεσμεύονται από τις αρχές του 2016 όσοι δεν θέλουν να τελέσουν θρησκευτικό ή πολιτικό γάμο και επιλέγουν την υπογραφή συμφώνου πολιτικής συμβίωσης.
Ομόφυλοι ή ετερόφυλοι έχουν πλέον διά νόμου εναλλακτική επιλογή για το πώς θα συνεχίσουν τη συμπόρευση με το έτερο ήμισυ. Χρειάστηκαν έξι χρόνια προσπαθειών για να φτάσουμε στη νέα νομοθεσία, που δίνει πλέον το δικαίωμα σε ομόφυλα ζευγάρια να συνάπτουν πολιτική συμβίωση όπως και τα ετερόφυλα. Οι προσπάθειες για να ψηφιστεί ο νέος νόμος άρχισαν, σύμφωνα με εκπρόσωπο του Υπουργείου Εσωτερικών που χειρίστηκε το θέμα, το 2009 μετά από σχετική έκθεση της Επιτρόπου Διοίκησης. Τότε ξεκίνησε να αποκαλείται σύμφωνο συμβίωσης και στη συνέχεια μετονομάστηκε σε πολιτική συμβίωση. Μια μη κυβερνητική οργάνωση ετοίμασε νομοσχέδιο, ωστόσο στη συνέχεια άλλαξε η Κυβέρνηση και το θέμα έμεινε για κάποιο διάστημα. Το 2014 επανήλθε με τη σύσταση επιτροπής από τα κόμματα και το Υπουργείο Εσωτερικών.
Το νομοσχέδιο που ετοιμάστηκε τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και το 2015 κατατέθηκε στη Βουλή. Ωστόσο αποφασίστηκε η επανεξέτασή του και τελικά τέλος του 2015 ψηφίστηκε ο νόμος που ρυθμίζει τους όρους και τις υποχρεώσεις των σχέσεων μεταξύ ετερόφυλων ή ομόφυλων ζευγαριών. Με τον νόμο οι δύο που δεσμεύονται έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις και δικαιώματα όπως τα άλλα ζευγάρια που τελούν είτε θρησκευτικό είτε πολιτικό γάμο, πλην της υιοθεσίας.
Όπως εξήγησαν αρμόδιοι στον «Φ», τα περιουσιακά ενός ζευγαριού που υπογράφει σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης, η διατροφή μετά τον χωρισμό, ακόμη και θέματα χηρείας ρυθμίζονται με αυτόν τον νόμο. Μπορεί, για παράδειγμα, όταν ένα ομόφυλο ζευγάρι χωρίσει και ο ένας εκ των δύο είναι άνεργος, να δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον πρώην σύζυγο. Επίσης, όταν ο ένας εκ των δύο αποβιώσει, τότε ο άλλος δικαιούται σύνταξη χηρείας καθώς και να διεκδικήσει την περιουσία του που αποκτήθηκε μετά την πολιτική συμβίωση.
Όπως προβλέπεται στον νόμο, πολιτική συμβίωση που έχει συναφθεί δυνάμει των διατάξεων του Νόμου, εξαιρουμένου του περί υιοθεσίας Νόμου, έχει, τηρουμένων των αναλογιών, τα αντίστοιχα αποτελέσματα και συνέπειες ως εάν να είχε τελεστεί γάμος δυνάμει των διατάξεων του περί Γάμου Νόμου και οποιαδήποτε αναφορά σε νομοθεσία της Δημοκρατίας σε «σύζυγο» ερμηνεύεται πλέον ως αναφορά και σε συμβίο σε πολιτική συμβίωση.
Προβλέπεται επίσης ότι για τη σύναψη πολιτικής συμβίωσης απαιτείται η ελεύθερη συναίνεση των προσώπων που προτίθενται να τη συνάψουν. Η βασική αρμοδιότητα σε ό,τι αφορά στη σύναψή της αποδίδεται στο ληξίαρχο που είναι ο Έπαρχος. Προνοείται ακόμα ότι πολιτική συμβίωση συνάπτεται ενώπιον του ληξίαρχου της επαρχίας διαμονής ενός εκ των ενδιαφερομένων προσώπων, στην παρουσία δύο μαρτύρων. Για τη σύναψη απαιτείται υποβολή συγκεκριμένου συμπληρωμένου εντύπου που να συνοδεύεται από προσωπικό έγγραφο ταυτοποίησης, ένορκη δήλωση και πιστοποιητικό ελευθερίας. Το τέλος σύναψης ανέρχεται στα 90 ευρώ.
Στα δυόμισι χρόνια εφαρμογής του νόμου έχουν συναφθεί 344 πολιτικές συμβιώσεις, εκ των οποίων οι 273 αφορούν ετερόφυλα ζευγάρια και μόνο οι 71 ομόφυλα. Αυτό, όπως αναφέρθηκε από αρμόδιο λειτουργό της Επαρχιακής Διοίκησης στον «Φ», εξηγείται από πολλούς παράγοντες. Πολλά ζευγάρια που συζούν για χρόνια δεν θέλουν να συνάψουν θρησκευτικό ή πολιτικό γάμο, γι’ αυτό και τώρα με την πολιτική συμβίωση αποφάσισαν να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα. Επίσης, κάποιοι που «βιάζονται» να πάρουν βοήθεια για τα παιδιά που απέκτησαν και δεν προλαβαίνουν να τελέσουν κανονικό γάμο καταφεύγουν στο σύμφωνο. Ή για να λάβουν τη βοήθεια από την Υπηρεσία Μερίμνης. Υπάρχουν επίσης άτομα που δεν διαθέτουν 10 και 20 χιλιάδες ευρώ για να τελέσουν κανονικό γάμο και προχωρούν στο σύμφωνο αφού με 170 ευρώ παντρεύονται.
Συμβίωση από 18 μέχρι 60 χρόνων
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που διατηρούν οι επαρχιακές διευθύνσεις, οι πλείστοι που συνήψαν πολιτική συμβίωση είναι Κύπριοι, ενώ μεταξύ των αλλοδαπών οι περισσότεροι προέρχονται από τη Ρωσία, το Ισραήλ, τη Βουλγαρία, το Ιράν, την Ελλάδα, τη Βρετανία, τον Λίβανο, την Τουρκία, μέχρι από το Νεπάλ και τη Μογγολία. Στη Λευκωσία, από τις 163 περιπτώσεις πολιτικής συμβίωσης, οι 83 αφορούν Κύπριους, οι 60 Κύπριοι με αλλοδαπό και 20 μεταξύ αλλοδαπών. Στη Λεμεσό, είχαμε 120 πολιτικά σύμφωνα τα πλείστα εκ των οποίων αφορούν Κύπριους.
Στη Λάρνακα τα 28 σύμφωνα πολιτικής συμβίωσης αφορούν 34 Κύπριους και οι υπόλοιποι είναι άτομα που προέρχονται από διάφορες χώρες. Στην Αμμόχωστο, από τα 18 σύμφωνα, το επτά συνήφθησαν από Κύπριους, τα 10 από Κύπριους και αλλοδαπούς και το ένα μόνο από αλλοδαπούς. Τέλος στην Πάφο, τα 15 σύμφωνα έγιναν: Τα 6 μεταξύ 12 Κύπριων, τα 3 από Κύπριους και αλλοδαπούς και τα υπόλοιπα έξι μόνο από αλλοδαπούς. Όσον αφορά στις ηλικίες, πολιτική συμβίωση έγινε από άτομα ηλικίας από 18 ετών μέχρι και τα 60. Τα πλείστα σύμφωνα έγιναν από πρόσωπα των ηλικιών από 18–40 ετών.
Ναι σε παιδιά – όχι σε υιοθεσίες
Ειδική αναφορά γίνεται στον νόμο για τα παιδιά. Όπως προνοείται, ισχύουν όλα όσα ισχύουν και στους κανονικούς γάμους, μόνο που δεν επιτρέπεται η υιοθεσία. Σύμφωνα με τον νόμο, παιδί που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια πολιτικής συμβίωσης της μητέρας του ή μέσα σε διάστημα 302 ημερών από τη λύση της, έχει πατέρα τον άνδρα με τον οποίο συνήψε πολιτική συμβίωση. Επίσης προβλέπεται ότι παιδί η σύλληψη του οποίου έγινε κατά τη διάρκεια πολιτικής συμβίωσης από σπέρμα άλλο από εκείνο του άνδρα συμβίου της μητέρας και με τη γραπτή συγκατάθεσή του, τεκμαίρεται ως τέκνο του συμβίου της μητέρας. Ακόμα, αν εντός 302 ημερών από τη λύση ή ακύρωση πολιτικής συμβίωσης γεννηθεί παιδί από γυναίκα που τέλεσε νέα πολιτική συμβίωση ή γάμο με άλλον άνδρα, τεκμαίρεται ότι αυτό έχει πατέρα τον δεύτερο άνδρα συμβίο της ή σύζυγό της, εκτός αν γίνει δεκτή αίτηση για προσβολή της πατρότητάς του, οπότε τότε είναι τέκνο του πρώτου άνδρα συμβίου της.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΦΡΙΞΟΥ ΕΔΩ.