Μια άγνωστη πτυχή της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου φέρνει σήμερα στην επιφάνεια ο «Φ» με αφορμή τα Οκτωβριανά. ‘Ερχεται να φωτίσει το παρελθόν μας και να προσθέσει άλλη μια μαρτυρία για τους αγώνες για τον ανεκπλήρωτο πόθο της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα.

Ο Χαράλαμπος Ρήγας ή, όπως τον γνωρίζουν όλοι, Χαράλαμπος Γρίβας είναι ο άνθρωπος που έχει καταθέσει μια νέα μαρτυρία για τα όσα συνέβησαν στα επεισόδια έξω από το Κυβερνείο στις 21 Οκτωβρίου του 1931, στην υποστολή της αγγλικής σημαίας και την έπαρση της ελληνικής σημαίας που μπήκε στη θέση της. 

Σύμφωνα με τη γνωστή μέχρι σήμερα βιβλιογραφία, ουδείς υποστηρίζει με σαφήνεια για το ποιος κατέβασε εκείνη την ημέρα τη σημαία από το Κυβερνείο. Σύμφωνα με τον εκπαιδευτικό και συγγραφέα δρα Πέτρο Στυλιανού, ο οποίος έκανε τη διατριβή του για εκείνη την ταραγμένη περίοδο που έγραψε το βιβλίο «Τα Οκτωβριανά», «… με αποτέλεσμα να ανέβει ο Ηρακλής Δημητρίου στην οροφή του κτηρίου βοηθούμενος και άλλους συναγωνιστές να κατεβάσει την αγγλική σημαία και να ανυψώσει την ελληνική σε ένα πραγματικό παραλήρημα του πλήθους».  

Σημειώνουμε ότι αν ο νέος αυτός, που περιγράφει ο Κλόκκαρης, ήταν ο Βασιλειώτης Σοφοκλής Λάμπρου, όπως ισχυρίζεται ο Χαράλαμπος Ρήγας· ίσως δεν το επιβεβαιώσουμε ποτέ…  Ο Χαράλαμπος Ρήγας, παιδί τότε στη Βασίλεια, ισχυρίζεται ότι τη σημαία από το κυβερνείο την κατέβασε ο συγχωριανός του Σοφοκλής Λάμπρου ή Κουτσοσοφόκλης, όπως ήταν γνωστός, προσωνύμιο που απέκτησε αργότερα γιατί έχασε το χέρι του στο ψάρεμα με δυναμίτες.   

-Κύριε Ρήγα πόθεν έμαθες αυτή την ιστορία; 

-Άκουσα την, που την έλεγαν ο ίδιος ο Κουτσοσοφόκλης, έτσι τον ξέραμε στο χωριό, που κουβέντιαζε με τον σύγαμπρό του, τον Ρόμπερτσον, και τον αδελφό μου, τον απόστρατο, τον Σταυρινό. 

-Ποιος ήταν ο Ρόμπερτσον;  

-Ο Ρόμπερτσον ήταν τότε διευθυντής των Δημοσίων Έργων. Ήταν στα Δημόσια Έργα, αλλά ήταν Αυστραλός. Μισούσε τους Εγγλέζους. 

-Πως έλεγαν τον Κουτσοσοφόκλη; 

-Σοφοκλή Λάμπρου, αλλά όλοι τον φώναζαν Κουτσοσοφόκλη γιατί έχασε το χέρι του από τους δυναμίτες στο ψάρεμα στον Βαβυλά. Η γυναίκα του ήταν από τη Βασίλεια, αλλά ο ίδιος από τον Βαβυλά. Ήταν γειτονικά χωριά. Η Βασίλεια πήρε το όνομά της από τον Βαβυλά αλλά ήταν τσιφλίκι η Βασίλεια. Είχε τρία – τέσσερα τσιφλίκια, ένα ήταν ο Βαβυλάς.  

-Πως έλεγαν τη σύζυγό του;

-Μαρία.

-Τι σου είπαν; 

-Όχι τι μου είπαν, τι άκουσα, να μου πεις. Διότι εγώ τότε ήμουν περίπου 8-9 χρονών που τα άκουα, αλλά ξανάκουσα την ιστορία όταν έγινα 16-18 χρονών και άλλες φορές όταν μεγάλωσα.

-Πως έχει η ιστορία;

-Ήταν μαζί οι τρεις τους (Κουτσοσοφόκλης, Ρόμπερτσον, Σταυρινός) και σε κάποια στιγμή του ζήτησε ο αδελφός μου «πες μου τα Οκτωβριανά». Γιατί ο αδελφός μου (Σταυρινός Σταυρινού) ήταν μαζί με τον Εζεκία Παπαϊωάννου στο εξωτερικό με σκοπό να βρουν πολιτική λύση για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ήταν το ΑΚΕΛ που κήρυξε την Ένωση και μετά τις συνομιλίες στην Ελλάδα άλλαξαν στάση. Του ζήτησε, που λες ο αδελφός, μου πες μου την ιστορία και ο Σοφοκλής Λάμπρου του απάντησε «Τι έγινε; Έτο, ξεσηκωθήκαμε. Ετρώαμε και πίναμε μια παρέα, ξεσηκωθήκαμε! Που τους πέντε – δέκα εγίναμε 100, επήγαμε στη Λευκωσία, έπιασα τη σημαία και την έφερα στη Βασίλεια». 

-Πώς πήρε τη σημαία μέσα στον πανικό με τόσο κόσμο με τους Άγγλους οπλισμένους;

-Συναχτήκαν όλοι εκεί στο Κυβερνείο, πώς έγινε και σκότωσαν τον Σολωμό Σολωμού οι Τούρκοι; Και τούτος ανέβηκε επάνω στο κτήριο και ήταν τυχερός δεν τον έπαιξαν. Πήρε τη σημαία και έφυγε. Την έβαλε μέσα στα ρούχα του και χάθηκε. Την έφερε στη Βασίλεια. 

-Την έβαλε μέσα στη βράκα; 

-Δεν ξέρω αν φορούσε βράκα τότε. Εγώ τον θυμάμαι με τα παντελόνια. 

-Είχαν αυτοκίνητο τότε και κατέβηκαν Λευκωσία ή λεωφορείο;

-Τότε; Με τα ποδήλατα πήγαιναν Λευκωσία. Έρχονταν από την Κερύνεια και μέσω Κιόνελι έφταναν Λευκωσία. 

-Όταν άκουσες την ιστορία, είπαν αν κατέβηκαν όλοι με τα ποδήλατα; 

-Δεν ξέρω. Εγώ πώς άκουσα πρώτη φορά την ιστορία. Σκότωνα σφήκες. Κάθε πέντε που σκότωνα πληρωνόμουν μια μπακκίρα. Με την παλλούρα. 

-Ποιος πλήρωνε;

-Ο Ρόμπερτσον.

-Είχε σφήκες το χωριό; 

-Ήταν χωραφκιές, είχε πολλούς. Άκουσά τους που μιλούσαν και εγώ επειδή στην ιστορία ήμουν λαίμαργος, άφησα τις σφήκες και έκατσα στο σκαλί του καφενείου την ώρα που έπιναν καφέ και κουβέντιαζαν. Θυμάμαι, όπως κάνεις εσύ που γράφεις, έγραφε και ο αδελφός μου. 

-Που είναι τα γραπτά του σήμερα; 

-Εχαθήκαν όλα. Δεν ξέρω, ίσως έμειναν στη Βασίλεια.     

-Πώς και δεν μαθεύτηκε αυτή η ιστορία; Πώς και δεν έγινε γνωστό το όνομά του; Γιατί η ιστορία σημειώνει επίσης πως στη θέση της αγγλικής ανυψώθηκε η ελληνική σημαία. Είχε ελληνική σημαία και την έβαλε στη θέση της; 

-Ελληνική; Τότε δεν είχαμε ελληνικές σημαίες. Έβαλε μιαν άσπρη με ένα σταυρό στη μέση που μπογιατίζαμε. Τους Εγγλέζους έτσι τους εκάμναμε. Πού ήταν να βρούμε σημαία κανονική;

-Πώς και δεν μαθεύτηκε το όνομά του και γιατί δεν το γνωρίζουμε σήμερα;

-Ποιος ήταν να το πει; Υπήρχε φόβος τότε.

-Ήταν μαθητής; 

-Δεν ξέρω αν ήταν μαθητής. Εγώ το ‘39 γεννήθηκα, τα Οκτωβριανά ήταν το ‘31, άρα δεν ήταν μαθητής γιατί πήγε στον σύγαμπρό του. Άρα ήταν παντρεμένος.

-Συνοψίζοντας, ο Κουτσοσοφόκλης έφυγε από τη Βασίλεια με το ποδήλατο, πήγε στη Λευκωσία, κατάφερε να κατεβάσει τη σημαία από το Κυβερνείο και όταν επέστρεψε στο χωριό, τι έκανε την αγγλική σημαία;

-Φοβόταν μήπως τον καρφώσουν και πήγε στον σύγαμπρό του το Ρόμπερτσον που ήταν Αυστραλός. Ο Αυστραλός του είπε αμέσως «κρούσε την» και την έκρουσαν στο σπίτι του.

-Εσύ πότε άκουσες την ιστορία;

-Ήμουν μικρός. Σίγουρα μετά που ήρθαν οι απόστρατοι. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κοντά στο 1947. Γιατί ο αδελφός μου έκανε πέντε χρόνια στρατιώτης. 

-Ήταν ακόμη περίοδος Αγγλοκρατίας…

-Ναι!

-Αυτή την ιστορία την ξανάκουσες;

-Φορές πολλές και από τον μακαρίτη τον πατέρα μου. Γιατί όποτε βρίσκονταν με τον Κουτσοσοφόκλη, έτρωγαν και έπιναν μαζί. Νυχτοξημερώνονταν. Κοίτα να δεις. Κανένας δεν ετόλμα να μιλήσει για να μαθευτεί η ιστορία. Τη σημαία την έκρουσαν για να μη βρεθεί πάνω τους και να ενοχοποιηθούν όλοι οι Βασιλειώτες. Ο Ρόμπερτσον ήταν παντρεμένος με την αδελφή του. Πήγε λοιπόν στον Ρόμπερτσον για να τον βοηθήσει. Να μεν τον πιάσουν οι Άγγλοι. Εκείνος είπεν του «κρούστην για να μεν έχεις ούτε εσύ φόβο ούτε εγώ». Έκαψέ την σπίτι του Ρόμπερτσον. Σε κανένα δεν έλεγε την ιστορία για τον φόβο των Εγγλέζων, ούτε στα παιδιά του διηγήθηκε ποτέ την ιστορία.

-Είχε Άγγλους η Βασίλεια τότε;

-Υπήρχε ένας Εγγλέζος, ο Τσαρλς, αλλά έμενε λίγο έξω από το χωριό. Ο Ρόμπερτσον έμενε στη Βασίλεια. Και οι δύο τους είχαν υιοθετήσει από ένα κορίτσι. Ο Τσαρλς τη Μαρία και ο Ρόμπερτσον την Κούλα. Εγώ άκουσα την ιστορία όταν ήμουν κοπελλούι. Ύστερα που μεγάλωσα, 16-17 χρονών, γιατί μπήκα και μέσα στην οργάνωση (σημ. ΕΟΚΑ), ρώτησα ξανά τον αδελφό μου. «Έλα και θέλω σε». «Τι είναι», απάντησέ μου, και του είπα την κουβέντα. Και μου την εξιστόρησε ξανά. 

Μπήκες έτσι μικρός στην ΕΟΚΑ; 

-Ναι! Με το ψευδώνυμο Αντώνης Σταυρινού από τη Λύση, Λυσιώτης. Δικάστηκα από τους Εγγλέζους και έκαμα στα κρατητήρια στην Κοκκινοτριμιθιά. Έκαμα και στο κάστρο της Κερύνειας. Για να ξέρεις, η πρώτη επανάσταση που έγινε στον αγώνα ήταν στη Βασίλεια. Ήταν οι Βασιλειώτες που έκαναν το ξεκίνημα. Λίγο πριν την 1η Απριλίου το 1955. Χαλάσαμε τις δόμες και γεμίσαμε τους δρόμους πουρνάρια.  Ήταν Δευτέρα της Καθαράς και μαχαίρωσαν οι Τούρκοι δύο δικούς μας. Σηκωθήκαμε τότε εμείς μεθυσμένοι και ξεκινήσαμε. Έκανα και ένα μήνα πληγωμένος στο νοσοκομείο της Κερύνειας. Και καμιά 20ριά Τούρκοι δεν είχαν παράπονα από κανένα παρά μόνο που μένα που ήμουν πληγωμένος. Τότε δεν με άφηναν να πιάσω δουλειά στο Δημόσιο γιατί ήμουν αριστερός. 

-Κύριε Χαράλαμπε, ο Σοφοκλής Λάμπρου τι άνθρωπος ήταν;

-Όπως τον θυμάμαι, ήταν άνθρωπος γλεντζές. Μιλούσε με όλους. Και με μωρά και με μεγάλους δεν ήταν ποτέ απόμακρος. Ήταν καλοσυνάτος άνθρωπος, φιλάνθρωπος. Μια φορά, για να καταλάβεις, πλήρωσε την εγγύηση του Νίκου Ορατίου για να βγει από τη φυλακή όταν τον είχαν πιάσει οι Εγγλέζοι την περίοδο του αγώνα. Δεν εβρέθηκε κανένας να τον εγγυηθεί και πλήρωσε ο Κουτσοσοφόκλης για να βγάλει έξω που τη φυλακή. Όλοι φοβούνταν τους Άγγλους. Δούλευε στα Δημόσια Έργα. Ήταν από τους λίγους που εργαζόταν στο κράτος και είχε κάποια οικονομική άνεση. Μια μέρα που πήγε ψάρεμα άργησε να αφήσει τον δυναμίτη και έχασε την παλάμη του, γι’ αυτό και του βγήκε ύστερα το παρατσούκλι Κουτσοσοφόκλης. 

Προφορικές μαρτυρίες χρειάζεται να διασταυρωθούν

Για το ίδιο περιστατικό ο ιστορικός Πέτρος Παπαπολυβίου, αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, λέει: «Η ενδιαφέρουσα μαρτυρία του βασιλειώτη Χαράλαμπου Ρήγα για τα γεγονότα στο Κυβερνείο τη νύκτα της 21ης Οκτωβρίου 1931 είναι χρήσιμη για την ιστορία της περιόδου, αλλά και για το πώς βιώθηκαν τα γεγονότα στους απλούς ανθρώπους τα επόμενα χρόνια. Όμως, όπως κάθε προφορική μαρτυρία που καταγράφεται ύστερα από πολλά χρόνια, χρειάζεται να διασταυρωθεί.

Δεν αποκλείεται να είναι αληθής σε όλη την έκτασή της, πιθανόν, όμως, να είναι μερικώς αληθής και να απηχεί απλώς τη συμμετοχή του Σοφοκλή Λάμπρου στον λιθοβολισμό και τον εμπρησμό του Κυβερνείου. 

Ο κυβερνήτης των Οκτωβριανών, Ronald Storrs, δεν κάνει λόγο για βίαιη υποστολή της αγγλικής σημαίας στην επίσημη έκθεσή του για τα γεγονότα, ίσως για λόγους αυτοκρατορικού γοήτρου. Αναφέρει, όμως, ότι «ενεπήχθη ελληνική επί της στέγης του οικήματος σημαία».

Το γεγονός καταγράφει, αντίθετα, ο Ρένος Κλόκκαρης, που ήταν παρών το μαγικό εκείνο βράδυ στο προαύλιο του Κυβερνείου και έγραψε, το 1970, τη δική του μαρτυρία: «Το επόμενο βήμα ήταν η αγγλική σημαία που κυμάτιζε εκεί. “Τι θέλει αυτή η σημαία εκεί;”, φώναξε κάποιος και την πέταξε κάτω. Ο κόσμος την κομμάτιασε και σε λίγο κυμάτισε στη θέση της η γαλανόλευκη. Το πλήθος ενθουσιασμένο από το απίστευτο θέαμα στάθηκε σε προσοχή και με δάκρυα στα μάτια άρχισε να τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο, κι ύστερα τον ύμνο της σκλαβωμένης Κύπρου. “Η Κύπρος μας που στέναζε τόσους αιώνες σκλάβα…”».

Τι λέει ο Πέτρος Στυλιανού

Όταν ζητήσαμε την άποψη του δρα Πέτρου Στυλιανού για το θέμα απάντησε γραπτώς: «(…) Η πληροφορία αυτή είναι αξιόλογη. Και τούτο γιατί δεν υπάρχουν ώς τα σήμερα συναφείς εν προκειμένω πληροφορίες. Ο Ηρακλής Δημητρίου, που δημοσιογραφικές πηγές (ΚΑ Κωνσταντινίδης, «Νέος Κυπριακός Φύλαξ» 20/4/1947), σε προσωπική αφήγησή του στον γράφοντα, που επανειλημμένα τον επισκέφθηκε στο κατάστημά του στην Οδό Λήδρας), μίλησε για ανύψωση της ελληνικής σημαίας μόνο στα κάγκελα του κυβερνείου (βλ. και Πέτρου Στυλιανού: «Το Κίνημα του Οχτώβρη του 1931 στην Κύπρο», σ.71) και Αρχείο Πέτρου Στυλιανού 79/1931, σ.4 κ.ά. και όχι για υποστολή της βρετανικής σημαίας από το κεντρικό κτήριο του Κυβερνείου. Έτσι, και παρά το γεγονός πως από τότε δεν δημοσιεύτηκε οτιδήποτε συναφές –ούτε και μετά την ανεξαρτησία της Κύπρου στα 1960, οπότε οι κίνδυνοι εξέλιπαν. Όμως η μαρτυρία της υποστολής της σημαίας παραμένει εκεί και δεν μπορούμε να την αμφισβητήσουμε».