Τέλος στη συγγενοκρατία και στο βόλεμα ημετέρων που παρατηρείται στη Βουλή με τις προσλήψεις κοινοβουλευτικών συνεργατών επιχειρεί να θέσει, σε βάθος χρόνου, η πρόταση νόμου που κατέθεσε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής ο Δημήτρης Συλλούρης εκ μέρους των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Τα όποια θετικά αποτελέσματα της προωθούμενης νομοθετικής ρύθμισης παραπέμπονται σε βάθος χρόνου, καθώς οι απαγορευτικές πρόνοιες της πρότασης νόμου δεν θα τύχουν άμεσης εφαρμογής.

Αντίθετα, με την εν λόγω πρόταση νόμου των κομμάτων –εξού και η ομοφωνία– διασφαλίζεται η συνέχιση της εργοδότησης των νυν κοινοβουλευτικών συνεργατών που είναι είτε στενοί συγγενείς με βουλευτές και αρχηγούς κομμάτων, είτε συνταξιούχοι του δημοσίου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ποιοι είναι οι σύμβουλοι Προέδρου και Υπουργών

Διασφαλίζεται, επίσης, η συνέχιση της εργοδότησης νυν κοινοβουλευτικών συνεργατών που ενδεχομένως να μην πληρούν στην ολότητά τους τα προσόντα που καθορίζονται στην πρόταση νόμου, όπως είναι, για παράδειγμα, το όριο ηλικίας, η κατοχή πανεπιστημιακού τίτλου σπουδών, το λευκό ποινικό μητρώο κ.ά.

Όπως μας λέχθηκε αρμοδίως, οι απαγορευτικές πρόνοιες της πρότασης νόμου θα ισχύουν μόνο για νέα πρόσωπα. Θα τύχουν, δηλαδή, για πρώτη φορά εφαρμογής στις βουλευτικές εκλογές του 2021 και μόνο στις περιπτώσεις νέων βουλευτών που θα προσλάβουν κοινοβουλευτικούς συνεργάτες. 

Ειδικότερα, σήμερα εργοδοτούνται στη Βουλή συνολικά 101 κοινοβουλευτικοί συνεργάτες, με το Δημόσιο να επωμίζεται ετήσιο κόστος ύψους €3.750.000 για κάλυψη της αντιμισθίας τους.

Κάθε βουλευτής διαθέτει τον δικό του κοινοβουλευτικό συνεργάτη όπως και οι τρεις αντιπρόσωποι των θρησκευτικών ομάδων των Αρμενίων, των Λατίνων και των Μαρωνιτών. Οι υπόλοιποι 42 κοινοβουλευτικοί συνεργάτες εργάζονται για λογαριασμό των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Οι συγκεκριμένες θέσεις δεν προκηρύσσονται.

Οι προσλήψεις κοινοβουλευτικών συνεργατών από τους βουλευτές και τα κόμματα γίνονται σήμερα με κριτήριο τη συγγένεια και την κομματική τους ταυτότητα χωρίς να τίθενται οποιαδήποτε κριτήρια και προσόντα. Εξού και συνεχίζει να παρατηρείται το φαινόμενο να προσλαμβάνονται στη Βουλή ως κοινοβουλευτικοί συνεργάτες συνταξιούχοι του Δημοσίου, παιδιά βουλευτών και αρχηγών κομμάτων, όπως και άλλοι στενοί συγγενείς κομματικών στελεχών και πρώην κρατικών αξιωματούχων κ.ο.κ. 

Με την πρόταση νόμου που κατατέθηκε χθες ρυθμίζεται για πρώτη φορά τόσο η διαδικασία πρόσληψης όσο και το καθεστώς εργασίας των κοινοβουλευτικών συνεργατών. Πρόκειται για μια εξαιρετικά θετική εξέλιξη που έρχεται να επιλύσει το χρονίζον πρόβλημα των κοινοβουλευτικών συνεργατών που ζητούν εδώ και χρόνια τη θεσμοθέτηση της εργασίας τους. Ωστόσο, η θετική αυτή εξέλιξη στιγματίστηκε από τα ίδια τα κόμματα, στην προσπάθειά τους να διασφαλίσουν τους ημέτερους. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Καταργούνται προκλητικά επιδόματα των βουλευτών

Η πρόταση νόμου παραπέμφθηκε για εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής, όπου στην παρουσία εκπροσώπων του Γενικού Λογιστηρίου της Δημοκρατίας θα συζητηθούν διεξοδικά τα διαδικαστικά προβλήματα που προκύπτουν με τη θεσμοθέτηση του καθεστώτος εργασίας των κοινοβουλευτικών συνεργατών. 

Τι αλλάζει 

Οι προϋποθέσεις που τίθενται στην πρόταση νόμου για την πρόσληψη προσώπου ως κοινοβουλευτικού συνεργάτη είναι οι εξής: 

● Να έχει συμπληρώσει το 21° έτος της ηλικίας του.
● Να κατέχει τίτλο σπουδών πανεπιστημιακού επιπέδου αναγνωρισμένο στη Δημοκρατία.
● Να είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή πολίτης άλλου κράτους μέλους και να έχει τη συνήθη διαμονή του στη Δημοκρατία. 
● Να κατέχει πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου. 
● Αν πρόκειται για άρρενα, να έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ή να έχει απαλλαγεί νομίμως από αυτές. 
● Δεν έχει συγγένεια εξ αίματος ή εξ αγχιστείας πρώτου βαθμού με εν ενεργεία βουλευτή.
● Δεν έχει απολυθεί ή δεν έχουν τερματιστεί οι υπηρεσίες του στο παρελθόν από τη Δημόσια Υπηρεσία ή οποιαδήποτε υπηρεσία ή οργανισμό δημόσιου δικαίου ή της Ε.Ε. για πειθαρχικό παράπτωμα. 
● Δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία υποχρεωτικής αφυπηρέτησης.
● Δεν λαμβάνει σύνταξη δυνάμει των διατάξεων του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Με βάση την πρόταση νόμου, το Δημόσιο θα συνεχίσει να καταβάλλει τη μισθοδοσία των κοινοβουλευτικών συνεργατών.

Πρόσθετα, οι συνεργάτες καθίστανται δικαιούχοι φιλοδωρήματος κατά τη λήξη ή τον τερματισμό της σύμβασης εργοδότησής τους ή με την οικειοθελή αποχώρησή τους, καθώς και σε περίπτωση θανάτου τους. Το φιλοδώρημα θα υπολογίζεται με βάση συντελεστή 3% του μέσου όρου των συνολικών μηνιαίων απολαβών του κοινοβουλευτικού συνεργάτη πολλαπλασιαζόμενο επί τους μήνες υπηρεσίας του.

Το φιλοδώρημα θα καταβάλλεται από τα κόμματα και όχι από το Δημόσιο. Με τον τρόπο αυτό δεν προκύπτει ζήτημα αντισυνταγματικότητας για την πρόταση νόμου, καθώς δεν αυξάνονται οι δαπάνες του κράτους. 

Επαγγελματικό ασυμβίβαστο και εμπιστευτικότητα  

Στην πρόταση νόμου περιλαμβάνεται και πρόνοια για το επαγγελματικό ασυμβίβαστο. Συγκεκριμένα, προβλέπονται τα εξής: «Ο κοινοβουλευτικός συνεργάτης δεν δικαιούται να ασκεί οποιοδήποτε επάγγελμα ή να ασχολείται με οποιαδήποτε εργασία ή επιχείρηση η οποία έρχεται σε σύγκρουση, έμμεσα ή άμεσα, με τα καθήκοντα του στη Βουλή».

Παράλληλα, στο συμβόλαιο που θα υπογράφουν οι κοινοβουλευτικοί συνεργάτες θα δεσμεύονται να τηρούν την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνουν.

Συγκεκριμένα, η πρόταση νόμου προβλέπει τα εξής: «Ο κοινοβουλευτικός συνεργάτης δεσμεύεται να μην πληροφορεί, γνωστοποιεί, κοινοποιεί, μεταδίδει ή και καθ’ οιονδήποτε τρόπο διαδίδει ή παραδίδει άμεσα ή έμμεσα προς οποιοδήποτε πρόσωπο οποιαδήποτε πληροφορία ή και στοιχεία ή και υλικό ή και έγγραφα και γενικά οτιδήποτε έρχεται σε γνώση του ή και ετοιμάζεται ή και χρησιμοποιείται από αυτόν συνεπεία των υπηρεσιών του».

Μάλιστα, η συγκεκριμένη δέσμευση εμπιστευτικότητας ισχύει και μετά τον τερματισμό της εργασίας των κοινοβουλευτικών συνεργατών.