Η Κύπρος της αρχαιότητας ήταν νησί με μεγάλη δραστηριότητα στη θάλασσα (ναυτιλία, ναυπηγική, θαλάσσιο εμπόριο). Ακόμη και στην εποχή της Φοινικικής παντοκρατορίας οι αρχαίοι Κύπριοι έβλεπαν προς τη θάλασσα. Αργότερα, με τους Φράγκους και τους Ενετούς, οι Κύπριοι περιορίζονται στη στεριά, τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Κλείνονται στη δύσκολη μοίρα τους. Μέχρι πρόσφατα ήμασταν ένας λαός που γύρισε την πλάτη του στη θάλασσα. Όμως, ξαφνικά, νέοι όροι μπήκαν στο λεξιλόγιό μας. Για παράδειγμα, μάθαμε τι είναι η ΑΟΖ και ανακαλύψαμε ότι διαθέτουμε μια θαλάσσια οικονομική ζώνη που είναι τουλάχιστον 5 φορές μεγαλύτερη σε έκταση από το έδαφός μας.   

Η ναυτιλία στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια γιγαντιαία οικονομική δραστηριότητα με 620 χιλιάδες θέσεις εργασίας. Στα τέλη του 2016 η Ευρώπη των 28 μαζί με τη Νορβηγία κάλυπταν το 36,5% της παγκόσμιας εμπορικής ναυσιπλοΐας.

Η Κύπρος αναγνώρισε την προοπτική της εμπορικής ναυτιλίας από νωρίς και ήδη από το 1963 άρχισε να εισέρχεται δυναμικά στον χώρο. Ο ναυτιλιακός μας τομέας, δημόσιος και ιδιωτικός, είναι εξαιρετικά δυναμικός και οι υπηρεσίες που προσφέρει είναι υψηλών προδιαγραφών. Οι συνθήκες ευνοούν την περαιτέρω ανάπτυξη και τη μετατροπή της Κύπρου σε διεθνές ναυτιλιακό κέντρο.

Σύμφωνα με στατιστικές του 2017, η Κύπρος είναι η 11η χώρα στον κόσμο στη διεθνή Ναυτιλία με 1.053 σκάφη 23 εκατομμυρίων τόνων. Ο κυπριακός στόλος είναι ο 3ος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Κύπρος είναι επίσης ένα σημαντικό κέντρο ναυτιλιακής διοίκησης με 160 εταιρείες από όλο τον κόσμο να είναι εγκαταστημένες εδώ. Είμαστε ανάμεσα στις 5 πρώτες χώρες παγκοσμίως στη ναυτιλιακή διαχείριση.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Στη Λάρνακα η νέα Σχολή Επιστημών και Τεχνολογίας της Θάλασσας του Πανεπιστημίου Κύπρου

To 87% των εταιρειών ναυτιλιακής διοίκησης που βρίσκονται στην Κύπρο διαχειρίζονται εταιρείες κυπριακών και ευρωπαϊκών συμφερόντων. Αυτές οι εταιρείες εργοδοτούν 55 χιλιάδες εργαζόμενους εκ των οποίων μόνο 4.500 Κύπριοι εργάζονται στη στεριά και μερικές εκατοντάδες στη θάλασσα. Είναι, λοιπόν, φανερό ότι είμαστε αντιμέτωποι με μια καταπληκτική ευκαιρία για τον τόπο μας και για τους νέους ανθρώπους αν δραστηριοποιηθούν σε επαγγέλματα υψηλής κατάρτισης και διακεκριμένης ποιότητας. Η Ναυτιλία σήμερα καλύπτει το 6-7% του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της χώρας μας. Σημαντικό! Όμως, μπορούμε ακόμη καλύτερα.

Σύμφωνα με μια πρόσφατη διεθνή μελέτη, για να μπορεί μια χώρα-πόλη να μετατραπεί σε παγκόσμιο ναυτιλιακό κέντρο θα πρέπει να πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις: 
1. Την παρουσία τοπικής σημαντικής πλοιοκτησίας και ναυτιλιακής διοίκησης.
2. Καθιερωμένες χρηματοοικονομικές, νομικές και άλλες προηγμένες και εξελιγμένες επιχειρηματικές υπηρεσίες.
3. Την ύπαρξη σημαντικού λιμένα και ευφυούς υλικοτεχνικής υποστήριξης.
4. Παράδοση στη θαλάσσια τεχνολογία συνδεδεμένη με εργαστήρια έρευνας και ανάπτυξης, καινοτομία, εκπαίδευση και διαθεσιμότητα ταλέντων.

Μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι ως προς τις πρώτες τρεις η Κύπρος βρίσκεται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο, άρα η προσπάθεια πρέπει τώρα να επικεντρωθεί στην τέταρτη προϋπόθεση. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους θα πρέπει να επιταχύνουμε. Αναφέρω ενδεικτικά τις ευρύτερες εξελίξεις περί την κυπριακή ΑΟΖ, τις τεχνολογικές εξελίξεις στη ναυπηγική, τις θαλάσσιες επιστήμες και τη συναφή βιομηχανία, τη συμμόρφωση με τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανονισμούς για τον δραστικό περιορισμό των εκπομπών μέχρι το 2050, στο μισό των αντίστοιχων επιπέδων του 2008.

Η εισαγωγή των εναλλακτικών και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως το υδρογόνο, ανοίγουν τεράστιες ερευνητικές προοπτικές. Καινούργια επαγγέλματα δημιουργούνται, νέοι τομείς αναδύονται. Η Κύπρος δεν πρέπει να μείνει έξω από αυτές τις κοσμογονικές εξελίξεις της θάλασσας. 

Γι’ αυτούς τους λόγους και άλλους πολλούς, ως πρύτανης του Πανεπιστημίου Κύπρου, προσκάλεσα και συγκάλεσα στις 3 Οκτωβρίου του 2017 μια διεθνή επιτροπή για να εξετάσει τη δυνατότητα δημιουργίας της «Σχολής Θαλάσσιων Επιστημών και Τεχνολογίας» στη Λάρνακα. Μετά από 3 μέρες εντατικών και δημιουργικών εργασιών η επιτροπή πρότεινε τη δημιουργία της Σχολής. Στην πρόταση διατυπώθηκε το όραμα:

«Η Σχολή να γίνει κέντρο αριστείας, τόσο στην εκπαίδευση όσο και στην έρευνα, στον τομέα της θαλάσσιας τεχνολογίας και της θαλάσσιας επιστήμης και ένα σημαντικό κομβικό σημείο στην παροχή πνευματικών υπηρεσιών σε αυτούς τους συγκεκριμένους τομείς στην Ανατολική Μεσόγειο.»  
Η Σχολή σχεδιάστηκε να ξεκινήσει με 2 τμήματα.
1. Τμήμα θαλάσσιας τεχνολογίας.
2. Τμήμα θαλάσσιου περιβάλλοντος.

Τα τμήματα σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να παρέχουν αρχικά μεταπτυχιακά προγράμματα επιπέδου μάστερ και διδακτορικού και στη συνέχεια, από ένα προπτυχιακό πρόγραμμα το καθένα. Τα προγράμματα σπουδών θα παρέχονται στην αγγλική γλώσσα, σε μια προσπάθεια απόκτησης διεθνούς φυσιογνωμίας και προσέλκυσης διακεκριμένων διδασκόντων αλλά και ξένων φοιτητών. Τρία ερευνητικά κέντρα θα λειτουργούν δορυφορικά της Σχολής, εκ των οποίων τα δύο ήδη υπάρχουν και δραστηριοποιούνται στη Λάρνακα.

1. Το Ωκεανογραφικό κέντρο, 
2. Το Εργαστήριο ενάλιας αρχαιολογίας, και
3. Η ερευνητική μονάδα θαλάσσιου περιβάλλοντος.

Η διεθνής επιτροπή είχε προβεί επίσης σε μιαν εκτεταμένη κοστολόγηση τόσο σε επίπεδο κτηριακής και ερευνητικής υποδομής όσο και για τις τρέχουσες δαπάνες.Οι προτάσεις της επιτροπής συζητήθηκαν διεξοδικά σε τρεις διαφορετικές συνόδους της Συγκλήτου του ΠΚ. Η σύνοδος του Μάη του 2018, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα, αποφάσισε με μεγάλη πλειοψηφία την ίδρυση της Σχολής. 

Τον τελευταίο καιρό έχουν διατυπωθεί διάφορες αιτιάσεις που φέρονται να δικαιολογούν την ακύρωση του εγχειρήματος αυτού. Ως βασικό επιχείρημα προβλήθηκε η κοστολόγηση του έργου και ο ισχυρισμός για άμεσες απαιτήσεις ύψους 100 εκατ. ευρώ, πράγμα που –αυτονόητα– οδηγεί το Κράτος σε δεύτερες σκέψεις. Όμως, οι υπολογισμοί αυτοί στηρίζονται σε μύθους.

Oι υπολογισμοί για το κόστος στηρίζονται σε μύθους

Μύθος Α: Κόστος Σχολής 100 εκατομμύρια. 55 εκατ. το κτήριο και 25 εκατ. ο ερευνητικός εξοπλισμός. Τα υπόλοιπα 20 αφορούν σε άμεσες λειτουργικές δαπάνες! 

Πραγματικότητα Α: Σύμφωνα με τη μελέτη της διεθνούς επιτροπής, η Σχολή θα χρειαστεί κτήρια συνολικής επιφάνειας 20 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, όχι άμεσα αλλά σε βάθος χρόνου και με την ολοκλήρωσή της. Σύμφωνα με τη μελέτη, τώρα χρειάζεται μόνο 3.000 τετραγωνικά μέτρα, τα οποία μάλιστα προσφέρει χωρίς χρέωση ο Δήμος Λάρνακας. Όμως, και τα 20 χιλιάδες τετραγωνικά να χρειάζονταν, η κοστολόγησή τους σε 55 εκατομμύρια δημιουργεί πολλά ερωτηματικά: Το κτήριο της Πολυτεχνικής Σχολής που σύντομα ολοκληρώνεται (37.500 τετραγωνικά) κόστισε μόλις 56 εκατ. Ακόμη και αύξηση κατά 30% του κόστους κατασκευής δεν δικαιολογεί αυτά τα ποσά. Υπάρχει λοιπόν ανεξήγητη και αδικαιολόγητη διόγκωση του κόστους. Εξάλλου, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι για καμία σχολή του ΠΚ δεν κτίσαμε τα κτήρια από την αρχή. Η Πολυτεχνική, για παράδειγμα, περίμενε μια ολόκληρη εικοσαετία, κατά την οποία βρισκόταν σε πλήρη δραστηριοποίηση, έφερε στον τόπο πολλά εκατομμύρια ευρώ και πέτυχε την ίδρυση του Κέντρου Αριστείας ΚΟΙΟΣ. Αυτή είναι μια καλή τακτική, γιατί μας δίνεται ο χρόνος να εντοπίσουμε με λεπτομέρεια τις πραγματικές κτηριακές ανάγκες κάθε σχολής και να αποφύγουμε σχεδιαστικές αστοχίες.

Μύθος Β: Το Κόστος του ερευνητικού εξοπλισμού θα στοιχίσει εδώ και τώρα 25 εκατ. ευρώ.

Πραγματικότητα Β: Πρόκειται για τον εξοπλισμό που θα χρειαστούν οι Καθηγητές της Σχολής σε βάθος δεκαετίας, όταν μάλιστα μερικοί από αυτούς θα έρθουν σε 10 χρόνια από σήμερα. Ο εξοπλισμός αυτός δεν θα αγορασθεί από το πανεπιστήμιο αλλά, κυρίως, από ευρωπαϊκά προγράμματα, όπως έγινε με όλες τις Σχολές σε ποσοστό της τάξης του 90%. Στην πραγματικότητα, οι ανάγκες σε εξοπλισμό είναι –περίπου- ανάλογες με τις προσλήψεις σε προσωπικό κάθε χρόνο. Το κόστος τους θα ισοζυγίζεται από τα έσοδα μέσω ερευνητικών κονδυλίων και διδάκτρων, ενώ στο μεταξύ θα γίνεται χρήση του υφιστάμενου εξοπλισμού στο ΠΚ και τα υπάρχοντα ερευνητικά κέντρα. Ο μόνος εξοπλισμός που η Σχολή θα κληθεί να καλύψει από το κρατικό προϋπολογισμό είναι ο διδακτικός, ο οποίος δεν ξεπερνά τα 4 εκατομμύρια ευρώ σε βάθος δεκαετίας. 

Η Πολυτεχνική Σχολή δίνει το παράδειγμα

Ποια όμως είναι η πραγματικότητα για τη νέα σχολή. Πόσο θα στοιχίσει; Μπορεί το κράτος να τη χρηματοδοτήσει; 

Ένα καλό παράδειγμα για σύγκριση είναι η ίδια η Πολυτεχνική μας Σχολή. Τα πρώτα δέκα χρόνια κόστισε στον κρατικό προϋπολογισμό λιγότερα από 25 εκατομμύρια ευρώ. Υπάρχουν τα επίσημα στοιχεία στο υπουργείο Οικονομικών. Μια σχολή μάλιστα με τέσσερα τμήματα και όχι με δύο όπως είναι η νέα σχολή στη Λάρνακα. Το κόστος της νέας σχολής, χωρίς το κτήριο, θα είναι βέβαια λιγότερο από 25 εκατομμύρια ευρώ. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Τα δε έσοδα της σχολής θα είναι επίσης σημαντικά, δεδομένου ότι η πλειονότητα των προγραμμάτων σπουδών θα είναι σε μεταπτυχιακό επίπεδο με δίδακτρα. Οι εξελίξεις στη Λάρνακα σχετικά με το ερευνητικό πρόγραμμα MaRITeC-X (Cyprus Marine and Maritime Institute – CMMI) έρχονται να λειτουργήσουν καταλυτικά, τόσο για την ίδρυση όσο και για την πορεία της σχολής. Εξελίξεις, που πολλοί από εμάς είχαμε προβλέψει όταν ξεκινούσαμε την προσπάθεια για τη δημιουργία της σχολής. Είχαμε προβλέψει, και σωστά, το ισχυρό ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Γαλάζια Ανάπτυξη στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι τυχαίο που το Κέντρο Αριστείας της Λάρνακας αναδείχθηκε 3ο σε όλη την Ευρώπη, στο πλαίσιο μιας απαιτητικής και ιδιαίτερα ανταγωνιστικής διαδικασίας! Το CMMI έχει ήδη εξασφαλίσει 30 εκατομμύρια ευρώ σε ζεστό χρήμα και δεσμεύσεις για χρηματοδότηση ύψους 28 εκατ. Το κέντρο θα παρέχει προγράμματα εκπαίδευσης στον τομέα της Ναυτιλίας και θα έχει 12 ερευνητικά εργαστήρια. Προτίθεται να κτίσει δικούς του χώρους στη Λάρνακα συνολικού εμβαδού 15 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων, στα οποία θα μπορούσε να φιλοξενηθεί και μεγάλο κομμάτι της σχολής! Σε αυτή τη συνεργασία όχι μόνο συναινεί αλλά και προσβλέπει ο δήμος της πόλης. Με λίγα λόγια οι αυτονόητες συνέργειες του Κέντρου Αριστείας καλύπτουν τεράστιο φάσμα, πράγμα που καθιστά το κόστος δημιουργίας και λειτουργίας της σχολής ακόμη χαμηλότερο. Είναι λυπηρό ότι μετά την επιτυχία της πρότασης για το CMMI, κάποιοι άρχισαν να διαδίδουν νέους μύθους, απλώς για να θολώσουν και πάλι τα νερά και να κάνουν την υλοποίηση της σχολής ακόμη πιο δύσκολη.

Μύθος Γ: Η Ευρωπαϊκή Ένωση απαγορεύει στα Κέντρα Αριστείας να έχουν οποιαδήποτε σχέση συνεργασίας με σχολές και πανεπιστήμια.

Πραγματικότητα Γ: Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ευνοεί τη διοικητική επικάλυψη ανάμεσα στο Κέντρο Αριστείας και άλλους οργανισμούς. Θέλει τα Κέντρα Αριστείας αυτόνομα, μακριά από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες κρατικών πανεπιστημίων. Είναι αλήθεια. Τη συνεργασία όχι μόνο δεν την απαγορεύει αλλά τη στηρίζει, την ενθαρρύνει και την προωθεί. Για παράδειγμα, το Ευρωπαϊκό Ερευνητικό Κέντρο Αριστείας ΚΟΙΟΣ θα στεγάζεται στα νέα κτήρια της Πολυτεχνικής Σχολής. Αυτή η πρόταση είχε δοθεί με αρχιτεκτονικά σχέδια κατά την υποβολή του προγράμματος Teaming. Δεν την απέρριψε η επιτροπή. Την υιοθέτησε μετ’ επαίνων. Είναι λοιπόν φανερό ότι συστέγαση της Σχολής με το Κέντρο Αριστείας της Λάρνακας θα προκύψει ως φυσικό επακόλουθο με όφελος σε οικονομίες κλίμακας και για τις δύο πλευρές. Αντίστοιχες συνέργειες σε θέματα ανθρώπινου δυναμικού, τεχνικών, μηχανικών, καθηγητών και ερευνητών θα αποβούν, επίσης, αμοιβαίως επωφελείς. 

Ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της γαλάζιας ανάπτυξης και των γαλάζιων επαγγελματών

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο 20ός αιώνας ήταν ο αιώνας της πράσινης ανάπτυξης. Τότε θεμελιώθηκαν οι βασικές θεωρίες της βιοκαλλιέργειας, της ηλιακής ενέργειας και της ανακύκλωσης. Ο 21ος αιώνας είναι ο αιώνας της γαλάζιας ανάπτυξης και των γαλάζιων επαγγελμάτων. Ξέρουμε πολύ καλά ότι η ζωή προήλθε από τη θάλασσα και εάν χαθεί, θα χαθεί πρώτα στη θάλασσα. Είμαστε υποχρεωμένοι να γνωρίσουμε σε βάθος –κυριολεκτικά και μεταφορικά- τη δυναμική του θαλάσσιου περιβάλλοντός μας.

Έλεγα στους φοιτητές μας, στην τελετή αποφοίτησης του Ιούνη του 2012, για τις γεωτρήσεις, όταν όλο το πολιτικό σύστημα πανηγύριζε: «Υπάρχει ο κίνδυνος να κληρονομήσουμε μια κατεστραμμένη οικολογικά ανατολική Μεσόγειο, με εκατοντάδες γεωτρήσεις, και το όφελος από τις εξορύξεις να μοιραστούν ξένες εταιρείες, ενώ κάποιοι θα φιλοδοξούν να μετατραπούν σε κομματικούς εμίρηδες και πολιτικούς σεΐχηδες. Αυτά δεν τα λέω μόνο για τους σημερινούς κυβερνώντες, αλλά και για τους επόμενους και τους μεθεπόμενους.  Επομένως, ό,τι θα γίνει θα πρέπει να γίνει επιστημονικά και με σχέδιο».  

Θέλουμε να είμαστε μέρος της μεγάλης προσπάθειας που αρχίζει για την εισαγωγή φιλικών στο περιβάλλον πηγών ενέργειας στη ναυτιλία. Θέλουμε οι νέοι άνθρωποι του τόπου μας να έχουν όσο το δυνατόν περισσότερες ευκαιρίες, ποικιλία και πολλαπλότητα επιλογών. Σε περιόδους κρίσης, οι άνθρωποι, οι θεσμοί, τα πανεπιστήμια (οφείλουν να) γίνονται ακόμη πιο εξωστρεφή, να κοιτάζουν περισσότερο από το παράθυρο παρά προς το διπλανό δωμάτιο. Θέλουμε να δώσουμε την ευκαιρία σε Κύπριους της Διασποράς, που εργάζονται στον τομέα, να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Αναπαράγονται και διακινούνται διάφορες εικασίες γιατί κάποιοι στο Πανεπιστήμιο Κύπρου κάνουν δεύτερες σκέψεις. Ότι, για παράδειγμα, υπάρχουν πολιτικά κόμματα που δεν θέλουν τη Σχολή στη Λάρνακα. Αυτό δεν μπορώ να το δεχτώ. Δεν μπορεί πρυτανικές Αρχές να παρασύρονται από κομματικές ατζέντες. Κάποιοι άλλοι δεν ήθελαν και δεν θέλουν τη Σχολή γιατί φοβούνται ότι θα περιορίσει τους πόρους της Πολυτεχνικής. Αυτή είναι μια κοντόφθαλμη λογική γιατί η ανάπτυξη δεν περιορίζει τους πόρους, αντίθετα τους πολλαπλασιάζει. Τα ίδια άκουγα και από τη Σχολή Θετικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών ενάντια στην ίδρυση της Πολυτεχνικής. Όλοι έχουν διαψευστεί γιατί σήμερα η Πολυτεχνική έχει φέρει στο πανεπιστήμιο πολύ περισσότερους πόρους σε ευρωπαϊκά κονδύλια από οποιαδήποτε άλλη Σχολή. Το ίδιο θα συμβεί και με τη Σχολή Επιστημών και Τεχνολογίας της Θάλασσας. 

Μέσα στην κρίση, μέσα στην εποχή που το πανεπιστήμιο προχωρούσε σε μια γιγαντιαία ανάπτυξη, όταν μετατρεπόταν η πανεπιστημιούπολη σε ένα απέραντο εργοτάξιο, τα ίδια έσοδα του Πανεπιστημίου Κύπρου είχαν πολλαπλασιαστεί χωρίς προηγούμενο. Δημιουργήσαμε το μεγαλύτερο αποθεματικό κεφάλαιο που το πανεπιστήμιο είχε ποτέ στην ιστορία του. 

Πριν αποχωρήσω από τη θέση του πρύτανη, σχεδιάσαμε τη Σχολή Επιστήμης και Τεχνολογίας της Θάλασσας. Για μένα είναι μια στρατηγικά σημαντική Σχολή για την οικονομία της χώρας. Με ενδιαφέρει πολύ το πανεπιστήμιο, αλλά και ο τόπος μου. Αν αυτό που φοβίζει είναι το οικονομικό κόστος, τότε επιτρέψετε μου να μοιραστώ την εμπειρία μου. Κανένα από αυτά τα υπέροχα κτήρια που βλέπετε στην πανεπιστημιούπολη (ή θα δείτε τα επόμενα χρόνια) γύρω σας δεν θα γινόταν. Για ένα πανεπιστήμιο ποτέ δεν υπάρχουν επαρκείς πόροι! Κανένας 6υπουργός δεν θα σου πει «πες μου τι θέλεις και θα σου δώσω τα χρήματα». Ο ρόλος της ηγεσίας σε έναν οργανισμό είναι να εμπνέει και να πείθει τόσο το κράτος όσο και ιδιώτες δωρητές, διαπραγματευόμενο μαζί τους με σοβαρότητα, όραμα και σχέδιο. Δεν θα άρχιζε ποτέ η Ιατρική Σχολή εάν περίμενα το κράτος να μου εγγυηθεί όλους τους πόρους. Υπάρχουν δεκάδες Κύπριοι εφοπλιστές που έχουν συμφέρον να αναπτυχθεί μια τέτοια Σχολή στην πατρίδα μας. Τους μιλήσαμε; Τους πλησιάσαμε; Τους ζητήσαμε να γίνουν μέρος αυτής της νέας δημιουργικής προσπάθειας; Αν όχι, τότε γιατί προτρέχουμε να πούμε όχι στη Σχολή; 

*Καθηγητής της Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.