Ο Α. Χατζηαντώνης, Κερυνειώτης πρόσφυγας, γράφει λίγα λόγια για τον τέως Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Όταν ένας άνθρωπος εγκαταλείπει τα εγκόσμια για να πάρει το ταξίδι χωρίς γυρισμό –το οποίο, φυσικά, ουδείς εξ ημών θα αποφύγει– το λιγότερο που οφείλουμε να κάνουμε, το ελάχιστο δηλαδή, είναι να δείξουμε τον προσήκοντα σεβασμό.
Αντιλαμβάνεστε ότι αναφέρομαι στον τέως Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, μακαριστό Δημήτρη Χριστόφια. Για το κείμενο αυτό δεν θα ανατρέξω στο διαδίκτυο, για περισσότερες πληροφορίες. Θα γράψω μόνο όσα συγκράτησα στη μνήμη και στην καρδιά μου, για τον άνθρωπο Χριστόφια, και όχι για τον πολιτικό. Ο οποίος από πολύ μικρός μπήκε στον αγώνα για την επιβίωση, νομίζω από τα 12 του χρόνια. Έψηνε καφέδες σε καφενείο στο Δίκωμο, προφανώς για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του.
Εδώ, θα ήθελα να κάνω μια αναδρομή, στις πολιτικές μου σκέψεις ή προβληματισμούς, από τότε που 13χρονο παιδί στην Κερύνεια πήρα στα χέρια μου εφημερίδα και προσπάθησα να ενημερωθώ περί των πολιτικών γεγονότων γενικά. Θα μου πείτε, ποια ωριμότητα διαθέτει ένας 12χρονος, ή ένας 13χρονος μαθητής; Ναι. Σύμφωνοι.
Είχα λοιπόν ερεθίσματα από διάφορες πλευρές. Ο πατέρας μου ανήκε στον πυρήνα των ακραιφνών Μακαριακών. Μετριοπαθής δεξιός Μακαριακός. Αν και για να είμαι ειλικρινής, παρά το νεαρόν της ηλικίας μου, είχα μια αίσθηση ότι μπορεί να ήταν κρυπτο-αριστερός.
Γιατί; Μα, τον έβλεπα, και άκουγα από διάφορους, ότι ως ιατρός παθολόγος, στην Κερύνεια, δεκαετίες ’60 και αρχές του ’70, όταν επισκεπτόταν φτωχούς γέροντες, ή άλλες άπορες οικογένειες στην πόλη και στα γύρω χωριά, πολλές φορές δεν έπαιρνε αμοιβή για τις ιατρικές υπηρεσίες που παρείχε. Ε, αυτό με έκανε να σχηματίσω την άποψη ότι ως ανθρωπιστής πιθανόν να είχε σοσιαλιστικές πεποιθήσεις ή και κομμουνιστικές.
Εν πάση περιπτώσει. Στα χρόνια της εφηβείας μου, 1970 και πέρα, ζώντας και φοιτώντας στο Ελληνικό Γυμνάσιο Κερύνειας, όπου ένα 90% των καθηγητών μας ήταν εθνικόφρονες δεξιοί φουλ, δεν θα μπορούσα να μην επηρεαστώ. Και ως χαρακτήρας, όντας πάντοτε εναντίον του κατεστημένου, της εξουσίας γενικά, επηρεάστηκα τόσο πολύ, που με το χαρτζιλίκι μου αγόραζα τις εφημερίδες Εθνική και Μάχη, μαζί με την Ελευθερία ή τον Φιλελεύθερο, που με έστελνε ο πατέρας μου να αγοράσω. Τις έκρυβα, όμως, για να μην τις δει και να φάω ξύλο…
Με ενέπνεε λοιπόν τότε, η ασκητική μορφή του Γ. Γρίβα, αγωνιζόταν για ένωση με τη μητέρα Ελλάδα. Φυσικά, όταν το 1972, η ΕΟΚΑ Β’ άρχισε να ανατινάζει αστυνομικούς σταθμούς και να δολοφονεί αθώους πολίτες, ε, τότε άρχισα να προβληματίζομαι. Το δε πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου ’74 με την τουρκική εισβολή που ακολούθησε, μου άλλαξαν εντελώς γνώμη και διαπίστωσα ότι δεν βάδιζα στον σωστό δρόμο. Μερικά χρόνια αργότερα, 1979 – 1984, όταν σπούδαζα στη Θεσσαλονίκη, χωρίς να ενταχθώ σε οποιαδήποτε φοιτητική οργάνωση, ψήφιζα πάντοτε αριστερές παρατάξεις. Υποστήριζα λοιπόν και ψήφιζα, τον ΑΓΩΝΑ, που ήταν το παρακλάδι της ΕΔΕΚ, στον χώρο των φοιτητών. Κάποια μέρα, θυμάμαι, που επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη ο Γιατρός, ο Βάσος ο Λυσσαρίδης, πήγα στη φοιτητική Λέσχη και μετά την ομιλία του, αφού τον χειροκρότησα θερμά, πήγα και του έσφιξα το χέρι, πλήρης δακρύων και πατριωτικού ενθουσιασμού.
Αλλά ξέφυγα λίγο από το θέμα για το οποίο ήθελα να γράψω. Για 25 με 30 χρόνια, μετά δηλαδή που πήρα το πτυχίο μου και κατέβηκα Αθήνα, αφοσιώθηκα στη δουλειά και στις οικογενειακές μου υποχρεώσεις, μη ασχολούμενος με τα πολιτικά.
Όταν όμως, το 2002, διάβασα ότι ο Γ.Γ. του ΟΗΕ Κόφι Ανάν ετοιμάζει σχέδιο λύσης του Κυπριακού, με πολλά μου κείμενα –κυρίως στον «Π»– υποστήριξα με πάθος το, υπό εκκόλαψη σχέδιο, πιστεύοντας ότι ήταν η ύστατη ευκαιρία να δοθεί τέλος στην πολύχρονη ταλαιπωρία των προσφύγων, που περιμέναμε τόσα χρόνια να δούμε φως στο βάθος του τούνελ. 
Ακολουθεί η απόρριψη του Σχεδίου, το 2004 (ήμουνα στην Ελλάδα ακόμη), και αρχίζω να ψάχνω τι ήταν αυτό που ώθησε τους συν-Κυπρίους, να καταψηφίσουν, με εκείνο το ισχυρό 76% «Όχι», τις ιδέες που εμπεριείχε το Ανάν 5.
Οι εκλογές του 2008 έτυχε να με βρουν στην Κύπρο, όπου η κυπριακή εκπαίδευση με κάλεσε να υπηρετήσω στην ιδιαίτερη πατρίδα. Υπνωτισμένος ακόμη από τη… «γοητεία» του σχεδίου Ανάν, ψηφίζω και στις δύο Κυριακές τον αριστερό Δημήτρη Χριστόφια, θεωρώντας ότι ο ίδιος, μαζί με τον μετριοπαθή Τ/κ Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, επιτέλους θα… έλυναν τον γόρδιο δεσμό του χρονίζοντος προβλήματος.
Αργότερα, βέβαια, και αφού μελέτησα αρκετά βιβλία και βιβλιάρια για το απορριφθέν σχέδιο, διαπιστώνω ότι σε βάθος χρόνου, αν αυτό εγκρινόταν στο δημοψήφισμα, το νησί θα μετατρεπόταν, αργά ή γρήγορα, σε ένα τουρκικό προτεκτοράτο με φοβερές συνέπειες για την ελληνική πλευρά.
Όμως, ο Δημήτρης Χριστόφιας, νομίζω, προσπάθησε. Έκανε ό,τι μπορούσε. Αλλά, όπως και άλλοι Πρόεδροι, βρήκε μπροστά του την αδιαλλαξία και το πείσμα της Τουρκίας. Τον θαύμασα, όσο και αν διαφωνούσα με τις αριστερές ιδέες του, για την προσήλωσή του στις θέσεις του. Ναι, έκανε λάθη. Τα 13 θύματα στο Μαρί, σίγουρα, ήταν αποτέλεσμα λανθασμένων χειρισμών. Λυπήθηκα πολύ και θύμωσα, που την «πλήρωσε» ο μακαριστός, αντιστασιακός ήρωας Κ. Παπακώστας. Μετά, είχαμε τα φοβερά λάθη στην οικονομία που οδήγησαν πολλούς στην καταστροφή. Αλλά και ποιος, όταν έχει τόσες ευθύνες στους ώμους του, μπορεί να παραμείνει 100% αλάνθαστος; Ουδείς!
Με σεβασμό, λοιπόν, ας αποθέσουμε ένα λουλούδι στη μνήμη του συν-Κερυνειώτη αδελφού μας, και ας αφήσουμε τις μικρότητες προς κάποιον που πήρε το καράβι για το τελευταίο του ταξίδι.
Αιωνία σου η μνήμη, Δημήτρη.