Ο Χαράλαμπος Μερακλής αναφέρεται στη μεγάλη συνεισφορά των σκλάβων στην ανάπτυξη των δυο χωρών.

Τον περασμένο Αύγουστο έκλεισαν 400 χρόνια από τη μέρα που οι Ολλανδοί δουλέμποροι μετέφεραν την πρώτη παρτίδα Αφρικανών σκλάβων στο Τζέισον της Βιρτζίνιας, που σήμερα ονομάζονται ΗΠΑ.  
Στον αμερικάνικο Νότο και στα νησιά της Καραϊβικής οι σκλάβοι όλων των περιόδων προσέφεραν για 150 χρόνια δωρεάν τις υπηρεσίες τους σε φυτείες βαμβακιού, ζάχαρης και καπνού διά των οποίων δημιουργήθηκαν εκτεταμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις στον Νότο και συνέβαλαν στην οικοδόμηση της πανίσχυρης οικονομίας του βαμβακιού τον 18ο αιώνα και στην ίδρυση και ανάπτυξη κωμοπόλεων και πόλεων από τις οποίες δημιουργήθηκαν οι σημερινές Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Τα κέρδη από τα έσοδα φυτειών και εξαγωγής των αγαθών τους στην Ευρώπη και στις βορειότερες αποικίες της Αμερικής επενδύονταν στην εισαγωγή νέων σκλάβων από την Αφρική.
Αυτή η τριγωνική εμπορική διαδρομή αποδείχθηκε επικερδής για τους ιδιοκτήτες των φυτειών, τους μεσίτες, εμπόρους, επενδυτές και δανειστές που με την πάροδο του χρόνου έγιναν οι τραπεζίτες.
Μέχρι τον 17ο αιώνα στο City του Λονδίνου δεν υπήρχαν τράπεζες εκτός ελάχιστων στη βρετανική πρωτεύουσα.
Αυτό το κενό το κάλυψαν οι έμποροι του Λονδίνου, Μπρίστολ και Λίβερπουλ που αγόραζαν την παραγωγή των φυτειών και με τα κέρδη που προέρχονταν από αυτές χρηματοδοτούσαν τα 18μηνα ταξίδια στην Αφρική για τη μεταφορά νέων δούλων, καθώς και τη χρηματοδότηση των νέων τραπεζών από τις οποίες δημιουργήθηκαν: Η Heywood’s Bank (Barclays) η Lloyds που ανέπτυξε τις ασφαλιστικές υπηρεσίες στα πλοία που έφθαναν στις αφρικανικές ακτές και το νέο κόσμο. Επίσης, ιδρύθηκαν οι τράπεζες Royal Bank of Scotland, Barings και η σημερινή Κεντρική Τράπεζα της Βρετανίας που ιδρύθηκε το 1694 ως εμπορική τράπεζα.
Η αναφερόμενη τράπεζα σταθεροποίησε τη βρετανική οικονομία που επέτρεψε στη βρετανική κυβέρνηση να χρηματοδοτήσει τους μεγαλύτερους πολέμους του 18ου αιώνα με τους οποίους σταθεροποιήθηκαν ή αποκτήθηκαν υπερπόντια εδάφη και μαζί τους η πολεμική ναυτική δύναμη της Βρετανίας που προστάτευε τους θαλάσσιους δρόμους του δουλεμπορίου και τις νέες αποικίες που απέκτησε.
Σύμφωνα με στοιχεία του 18ου αιώνα τα κέρδη από το εμπόριο των σκλάβων κάλυπτε το 1/3 των βρετανικών αναγκών και συνέδραμε στην επέκταση της Βιομηχανικής Επανάστασης και στην αίγλη μιας σειράς βρετανικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων όπως της Οξφόρδης, Κέιμπριτζ, Βασιλικής Ακαδημίας, Εθνικής Πινακοθήκης, Μοντέρνας Τέχνης, Τέιτ και του Βρετανικού Μουσείου.
Παρά την απελευθέρωση των 800 χιλ. δούλων, η βρετανική κυβέρνηση δεν έδωσε καμία αποζημίωση σ’ αυτούς, που σύμφωνα με σημερινές εκτιμήσεις ανέρχονται στα 16 δισ. λίρες.
Ποδαρικό και ρίζες από το δουλεμπόριο των σκλάβων έκαμαν και οι αμερικανικές τράπεζες: JP Morgan, Bank of America, CHi Bank, Lehman Brothers που κατέρρευσε τον Σεπτέμβρη του 2008 και τροφοδότησε το κραχ του χρηματοπιστωτικού τομέα και την παγκόσμια ύφεση, καθώς επίσης οι Wells Fargo, Fleet Boston και οι ασφαλιστικοί κολοσσοί, Aetna, New York Life, AIG.
Οι αναφερόμενες τράπεζες παρείχαν δάνεια στους ιδιοκτήτες φυτειών σε ομόλογα, χρεόγραφα και δάνεια με εγγύηση την αξία των σκλάβων με βάση το φύλο και την ηλικία.
Η εγγυητική αξία των σκλάβων έσκασε το 1837 με την οικονομική κρίση του 19ου αιώνα στις ΗΠΑ όπου μεταξύ της περιόδου 1837 – 1842 κατέρρευσαν τράπεζες και η πίστωση τελμάτωσε.
Από την 10ετία του 1820 – 1860 άρχισε να μετασχηματίζεται η αμερικάνικη οικονομία και κοινωνία σε διάφορους τομείς και θεσμούς όπως είναι το χρηματοπιστωτικό σύστημα, δημιουργία φυλακών, ο περί ιδιοκτησίας νόμος, ο ασφαλιστικός νόμος, καθώς επίσης η ανάπτυξη αυτοκινητοδρόμων και σιδηρόδρομων.
Εκτός της αναφερόμενης ανάπτυξης από το εμπόριο των σκλάβων επωφελήθηκαν τα πανεπιστήμια: Χάρβαρντ, Γέιλ, Μπεν, Κολούμπια, Μπρίστολ, Ντελαγουέρ και Βιρτζίνιας.
Κλείνοντας το αναφερόμενο άρθρο για τη συνεισφορά των σκλάβων στην ανάπτυξη των δυο χωρών, θα ήθελα να σημειώσω πόσα δισεκατομμύρια επωφελούνται κυβερνήσεις – εργοδότες – επιχειρήσεις, από τις εκάστοτε οικονομικές κρίσεις που σημειώνονται κατά καιρούς και από τα μέτρα που λαμβάνονται σε βάρος των αδύναμων κοινωνικών ομάδων και εργαζομένων. Χωρίς ελπίδα εξόδου από τις κρίσεις, λόγω απουσίας σοβαρών διορθωτικών μέτρων από τις μεγάλες δυνάμεις και τους διεθνείς οργανισμούς που διαχειρίζονται τις τύχες της ανθρωπότητας.