Θα γνωρίζετε ασφαλώς, το έργο του Ιωάννη Κονδυλάκη (1861-1920), «Όταν ήμουν Δάσκαλος»;
Έχω αποσυρθεί, συνταξιοδοτηθεί, από την ελληνική εκπαίδευση, πριν 5 χρόνια. Ως καθηγητής Αγγλικών, εργάστηκα προ του κανονικού διορισμού μου, κατά διάφορα χρονικά διαστήματα ως αναπληρωτής, δηλαδή συμπλήρωνα κενά σε σχολεία, από όπου απουσίαζε π.χ., κάποια καθηγήτρια λόγω εγκυμοσύνης, λόγω αναρρωτικής μεγάλου χρονικού διαστήματος κ.λπ. Το 1989 ανακοινώθηκε ο μόνιμος διορισμός μου –ήταν θυμάμαι λίγες μέρες αφότου παντρεύτηκα– και με έκπληξη βλέπω στην εφημερίδα: Α. Χατζηαντώνης, Κατούνα Νομού Αιτωλοακαρνανίας.
Κόντεψα να πέσω ξερός από το σοκ… Νιόπαντρος, έπρεπε να μετακομίσω περί τα 300-350 χιλιόμετρα, μακριά από το σπίτι που μέναμε στην Αθήνα (ήταν προικώον της συζύγου) και να τρέχω στην περιοχή αυτή, κάπου βόρεια του Μεσολογγίου, περιοχή Ξηρομέρου λεγόταν.
Αφού, για να καταλάβετε, πάνω στην ταραχή μου, όταν πληροφορήθηκα τον διορισμό μου, αντί να χαρώ όπως άλλοι, οδηγώντας απρόσεκτα τράκαρα με κάποιο άλλο αυτοκίνητο!
Μικροζημιά, ευτυχώς. Ο μισθός, σε δραχμές βέβαια τότε -το 2002 υιοθέτησε η Ελλάδα το ευρώ- αντιστοιχούσε σε μόλις 800-850 ευρώ τον μήνα.
Το έλεγα τηλεφωνικά στις αδελφές μου, που δούλευαν στην κυπριακή εκπαίδευση και δεν με πίστευαν! Ο πρωτοδιόριστος καθηγητής εδώ στην Κύπρο, έπαιρνε περίπου δυόμισι φορές τόσα.
Τέλος πάντων. Πήρα μια βαλίτσα, βάζω τα απαραίτητα και ξεκινώ με ένα μικρό Φιατάκι που είχα τότε, για το μεγάλο ταξίδι.
Κινείσαι δυτικά, στη βόρεια Πελοπόννησο, στην εθν. οδό Αθηνών-Πατρών και κάπου λίγο πριν την Πάτρα, έπρεπε να περιμένεις εκεί στο Ρίο-Αντίριο, για το φέρι-μπόουτ, που θα σε μετέφερε στην αντίπερα πλευρά, στη Στερεά Ελλάδα δηλαδή. Ταλαιπωρία μεγάλη.
Το μυαλό σου να είναι στη σύζυγο, που, ειρήσθω εν παρόδω, εκείνες τις μέρες είχε μείνει έγκυος, στο παιδί μας.
Τον μοναχογιό μας, τον Άκη μας, που στα 23 του, μάς έφυγε για τον Ουρανό, στην αγκαλιά του Θεού, χτυπημένος από την επάρατη νόσο.
Θυμάμαι, νοίκιασα δωμάτιο στο Αγρίνιο, σε ένα φτηνό ξενοδοχείο. Έπρεπε να διανύω καθημερινώς 40 χιλιόμετρα, για να ανέβω στο χωριό Κατούνα, που βρισκόταν σε υψόμετρο 400, ίσως 500 μέτρα. Θυμάμαι πως τα τελευταία δέκα χιλιόμετρα ήταν και τα πιο επικίνδυνα.
Ο δρόμος στενός και οφιοειδής, ανηφορικός, με μια αρκετά μεγάλη λίμνη, στα δεξιά όπως ανέβαινες και αριστερά από την όχθη του βουνού. Όταν έβρεχε, μικρά κομμάτια βράχων έπεφταν μπροστά σου, με κίνδυνο να χτυπήσουν το αυτοκίνητο.
Ε, μια μέρα θυμάμαι, ένα αγριοκάτσικο, από αυτά που έβοσκαν ελεύθερα στο παραδίπλα δάσος, πετάχτηκε μπροστά στις ρόδες του μικρού αυτοκινήτου μου. Όπως πετάγονται, εδώ στη Λεμεσό -και αλλού βέβαια- οι γάτες και δυστυχώς, πολλές φορές τις πατάμε!
Όμως, άλλο η γάτα και άλλο το αγριοκάτσικο! Επειδή τυγχάνει να έχω γρήγορα αντανακλαστικά, το αντιλήφθηκα εγκαίρως και με μια απότομη στροφή του τιμονιού κατάφερα να το αποφύγω. Αλλά, πρόσεξα μετά, ότι 15-20 εκατοστά δεξιότερα, άρχιζε η κλίση του εδάφους, με κατάληξη προς την λίμνη. Άγιο, είχα, όπως λέμε!
Εν πάση περιπτώσει, το χρονικό διάστημα που έμεινα εκεί πάνω, ευτυχώς, δεν κράτησε πάρα πολύ. Με αίτηση που έκανα προς το ελληνικό Υπ. Παιδείας και επισυνάπτοντας, ή μάλλον, αναφέροντας και το γεγονός ότι αντιμετώπιζε προβλήματα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης η γυναίκα μου, και με τη μεσολάβηση και του πενθερού μου, που εγνώριζε προσωπικώς τον υπουργό, μπόρεσα να πάρω απόσπαση για την Κεντρική Υπηρεσία του υπουργείου.
Θέση στην οποία υπηρέτησα ευσυνείδητα, επί 4ετία, στη Διεύθυνση Ιδιωτικής Εκπαίδευσης.
Στο τμήμα δηλαδή, που ελέγχαμε κατά πόσο ένας πτυχιούχος εκπαιδευτικός, είχε όλα τα νόμιμα προσόντα προς διορισμό του, σε ιδιωτικό σχολείο. Εκεί, δούλεψα σκληρά. Ως γραφέας, βέβαια.
Αλλά, μου άρεσε αυτό. Να έχεις να διεκπεραιώσεις εκατοντάδες περιπτώσεις, να ελέγξεις τη γνησιότητα δεκάδων δικαιολογητικών, αλλά στην ηρεμία-ησυχία, ενός γραφείου.
Μακριά από τον θόρυβο, τον ντόρο, όπως τον αποκαλούν οι εξ Ελλάδος αδελφοί, που δημιουργείται σε μια τάξη από απείθαρχους μαθητές…
Κλείνω το κείμενο με τα μάτια μου να έχουνε βουρκώσει… Ας αναπαύσει ο Κύριος, την ψυχούλα του πενθερού μου.