Ανήλικος ο οποίος διαγνώστηκε από γιατρό του Μακάρειου Νοσοκομείου με νοητική υστέρηση, συνεπεία της οποίας είναι οι μαθησιακές δυσκολίες και διαταραχή συγκέντρωσης αλλά και συμπεριφοράς, με σύσταση για εργοθεραπεία, λογοθεραπεία, ειδική εκπαίδευση, στήριξη και καθοδήγηση από παιδοψυχίατρο, απορρίφθηκε για επίδομα αναπηρίας από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες.

Το Διοικητικό Δικαστήριο με μια απόφαση – ράπισμα για την προχειρότητα στην εξέταση της περίπτωσης, ακύρωσε την άρνηση του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες να παραχωρήσει ΕΕΕ – επίδομα αναπηρίας στον 15χρονο, βρίσκοντας πως αόριστα και με συσκότιση εξετάστηκε και απορρίφθηκε το αίτημά του. Ο 15χρονος διαμέσου της μητέρας του προσέβαλε την αρνητική απόφαση για παραχώρηση επιδόματος, θεωρώντας πως η εξέταση έγινε πρόχειρα και χωρίς τη δέουσα έρευνα.

Σύμφωνα με το Διοικητικό Δικαστήριο, αυτό που προκύπτει από τα έγγραφα της ένστασης, είναι πως η διαδικασία αξιολόγησης της αναπηρίας του αιτητή, υπήρξε από την αρχή προβληματική, γενική, αλλά και αόριστη. Κατ’ αρχάς, ο διοικητικός φάκελος που παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο είναι ελλιπέστατος. Περιέχει μόνο την έκθεση γεγονότων που ετοιμάστηκε από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες, στην οποία επισυνάπτονται κάποια τυποποιημένα «Πρωτόκολλα Αξιολόγησης», υπό τον τίτλο «Διεθνής Ταξινόμηση της Λειτουργικότητας της Αναπηρίας και της Υγείας». Τα Πρωτόκολλα αυτά, είναι συμπληρωμένα με μεγάλη γενικότητα και ανακρίβεια. Φέρουν μόνο ένα αριθμό, προσδιοριστή των λειτουργιών του προσώπου που εξετάζεται, χωρίς να φαίνεται, ούτε ποιος εκπονεί τη διαδικασία αυτή, ούτε η ειδικότητά του, ούτε και ο λόγος απόδοσης του συγκεκριμένου βαθμού βλάβης (καμίας, ήπιας, μέτριας, σοβαρής, ολοκληρωτικής).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

«Η ίδια αοριστία και συσκότιση παρατηρείται και στην έκθεση του Ολοκληρωμένου Πορίσματος Αξιολόγησης Αναπηρίας. Αντιθέτως, αυτό δεν συνιστά πόρισμα. Πουθενά δεν φαίνονται οι απόψεις, αλλά και εισηγήσεις των ειδικών που προέβησαν σε εξέταση του αιτητή, ούτε και προκύπτει να έγινε εξέταση των ιατρικών πιστοποιητικών που ο ίδιος προσκόμισε, ή αντίκρουσή τους». Όπως σημειώνει το Δικαστήριο, η «πιστοποίηση» της όποιας αναπηρίας, γίνεται με μία απλή σημείωση σε «κουτάκια», η οποία κατανέμεται αόριστα και χωρίς καμία περαιτέρω αιτιολογία για την όποια κατάληξη και απόδοσή της ως ήπια, μέτρια, σοβαρή ή ολική. Ομοίως αόριστη και ελαττωματική, παρουσιάζεται και η διαδικασία επαναξιολόγησης του προσώπου που υποβάλλει ένσταση.

Δεν έχει υποδειχθεί προς το Δικαστήριο η διαδικασία που ακολουθείται και που ακολουθήθηκε στην προκείμενη περίπτωση, προκειμένου να διαπιστώσει η Επιτροπή Αξιολόγησης το κατά πόσον ο αιτητής ήταν ή όχι δικαιούχος λήψης της παροχής του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και του επιδόματος αναπηρίας. Περαιτέρω στην απόφαση, σημειώνεται ότι κανένα πρακτικό της Επιτροπής παρουσιάστηκε, ενώ απουσιάζουν ακόμα και τα ονόματα και οι ειδικότητες των ιατρών που συμμετείχαν στην Επιτροπή και εξέτασαν τον αιτητή, κενό που θα πρέπει αναπόφευκτα να οδηγήσει σε ακύρωση την προσβαλλόμενη απόφαση.

«Η απουσία όλων των πιο πάνω, με οδηγεί στο συμπέρασμα πως η εξέταση και κατάληξη των καθ’ ων η αίτηση για απόρριψη του αιτήματος του αιτητή, λόγω πιστοποίησης της αναπηρίας του με ήπια νοητική και μέτρια ψυχική, υπήρξε πεπλανημένη, ελλιπής, αναιτιολόγητη, αλλά και απροσδιόριστη», καταλήγει το Δικαστήριο.