Ο Χριστόδουλος Γ. Παχουλίδης γράφει για την ακολουθία της εορτής των Χριστουγέννων.

Η ακολουθία της εορτής των Χριστουγέννων είναι η πλέον εντυπωσιακή πράξη των αιώνων. Μας παρουσιάζει μέσα από το ιερό Ευαγγέλιο και τους υπέροχους ύμνους τής όλης ακολουθίας, απλότητα και μεγαλοπρέπεια, μαζί. Φάτνη και ουρανός μαζί. Η πιο υπέροχη σύνθεση. Ζώα και Άγγελοι μαζί, στον ίδιο ρόλο: Προσκυνούν τον Γεννηθέντα Θεό. Τότε υπάρχει μεγαλοπρέπεια στη λατρεία του Χριστού, όταν επιβλητική είναι η απλότητα. Τότε υπάρχει λάμψη, όταν κυριαρχεί η ταπείνωση.
Λίγοι αισθάνονται το πραγματικό νόημα των Χριστουγέννων, όπως  και τότε. Οι περισσότεροι βλέπουν τα Χριστούγεννα με τις υλικές  τους αισθήσεις. Τα βλέπουν κοσμικά, υλιστικά. Τα Χριστούγεννα είναι εορτή λιτότητας και απλότητας, ταπείνωσης και αγάπης. Όμως σήμερα, στο όνομά τους, γίνονται οι μεγαλύτερες σπατάλες.
Ντυμένα στα άχυρα της απλότητας, τα Χριστούγεννα. Όμως σήμερα, οι περισσότεροι άνθρωποι, τα εορτάζουμε μέσα σε πολυτέλεια και χλιδή. Θέλουμε να φορούμε τα πιο πολυτελή ενδύματα. Χρυσώνουμε τη φάτνη και τα άχυρα και τον Χριστό, που είναι η «Εκούσια Πτωχεία» και Τον καλούμε να ευλογήσει την υλιστική μας νοοτροπία.
Τότε, την εποχή που γεννήθηκε ο Χριστός, οι πολλοί, όχι μόνον δεν υποδέχτηκαν τον Σαρκωθέντα και Γεννηθέντα Υιό και Λόγο του Θεού, τον Σωτήρα Χριστό, αλλά και τον καταδίωξαν με μανία για να τον εξοντώσουν. Αδιαφορία και φονική μανία! Οι δύο στάσεις των ανθρώπων, τότε και σήμερα. Για την αδιαφορία γράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Εις τα ίδια ήλθε και οι ίδιοι Αυτόν ουκ έλαβον»  (Ιω. α’, 11). Για τη φονική μανία των ανθρώπων, ο Ευαγγελιστής Ματθαίος μας αναφέρει: «Μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό» (Ματθ. β’ 13). Με την αδιαφορία σκοτώνουμε το πραγματικό νόημα της Γέννησης. Η αδιαφορία γεννά την άγνοια. Οι περισσότεροι έχουν μεγάλη άγνοια γύρω από νόημα της Γέννησης του Χριστού και της αναγέννησης του ανθρώπου.
Ο ίδιος ο Χριστός, μιλώντας με τον Νικόδημο, ο οποίος ήταν κρυφός μαθητής Του, (διά τον φόβον των Ιουδαίων) και ο οποίος ήταν και άνθρωπος μορφωμένος, ως μέλος του τότε Ιουδαϊκού Συνεδρίου, για τη δική Του γέννηση, συνάντησε την παντελή άγνοια του συνομιλητή Του. Ακούοντας ο Νικόδημος τον Κύριο να του λέγει  «Εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν του Θεού», (Ιω. γ’ 3), τον ρώτησε: «Πώς δύναται άνθρωπος γεννηθήναι γέρων ών; Μη δύναται εις την κοιλίαν της μητρός αυτού δεύτερον εισελθείν και γεννηθήναι»; ( Ιω. γ’ 4). Ο Κύριος έδωσε στον Νικόδημο να καταλάβει, ότι η αναγέννηση του ανθρώπου είναι θαύμα του ουρανού. Η αναγέννησή μας, είναι η Γέννηση του Χριστού μέσα μας. Με τη χάρη του Θεού γινόμαστε νέοι άνθρωποι. Αποκτούμε την υιοθεσία. Γινόμαστε κληρονόμοι της Βασιλείας του Θεού. «Αμήν, αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλεία του Θεού». (Ἰω. γ’ 3).