Η γοητεία που ανέκαθεν ασκούσε πάνω του το ανθρώπινο σώμα, αλλά και η περιέργεια του για τους μηχανισμούς και τον τρόπο λειτουργίας του ήταν τα πρώτα ερεθίσματα που οδήγησαν τα βήματά του στη βιοϊατρική. 

Ο λόγος για τον Κύπριο επιστήμονα, Ανδρέα Πάτσαλο που δραστηριοποιείται στο διεθνούς φήμης παιδιατρικό νοσοκομείο All Children’s Hospital του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στις Ηνωμένες Πολιτείες και  έχει βραβευτεί με το βραβείο Paul Ehrlich. Φιλοδοξία του είναι η ανάπτυξη θεραπειών που θα μπορούσαν να συμβάλουν στη βελτίωση της ζωής των ασθενών που πάσχουν από ανίατες ασθένειες.

Σε συνέντευξή του στον «Φ» ο δρ Πάτσαλος, αναλύει σημεία της ιδιαίτερα σημαντικής ερευνητικής ανακάλυψής του και εξηγεί πώς αυτά μπορούν να «επιστραφούν» στην κοινωνία, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των πασχόντων με μυική δυστροφία.

Αναφέρεται επίσης στην ερευνητική του πορεία από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης στο Ηράκλειο, μέχρι το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins στις ΗΠΑ και την πρόσφατη σημαντική διάκρισή του, γεγονός που αποτελεί εκτός από τιμή, ένα σπουδαίο εχέγγυο για λαμπρή συνέχεια. Ένας από τους σημαντικούς του στόχους είναι να «επιστρέψει» στην Κύπρο, μέρος της ερευνητικής γνώσης, εκεί απ’ όπου ξεκίνησε το εκπαιδευτικό του ταξίδι.

-Τι αφορά η ερευνητική σας ανακάλυψη και πως θα μπορούσε να βοηθήσει τους ασθενείς μυϊκής δυστροφίας;

-Αρχικά, οφείλω να πω ότι με τιμά πολύ που μου δίνετε την ευκαιρία να μιλήσω για την έρευνα που πραγματοποιώ στο παιδιατρικό νοσοκομείο All Children’s Hospital του Πανεπιστημίου Johns Hopkins. Η μυική δυστροφία Duchenne είναι μια εκφυλιστική νόσος των μυών που εκδηλώνεται στην παιδική ηλικία (~1:5000 γεννήσεις αγοριών) και προκαλείται από μεταλλάξεις στην πρωτεΐνη δυστροφίνη, η οποία είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση της ακεραιότητας και λειτουργίας των μυών.

Η παρατεταμένη εκδήλωση βλαβών στο μυικό σύστημα αυτών των παιδιών με δυστροφία οδηγεί σε χρόνια φλεγμονή, ανεπαρκή αναγέννηση του ιστού και την προοδευτική απώλεια μυϊκής μάζας, με αποτέλεσμα σημαντικές δυσκολίες στην κινητικότητα και αργότερα αδυναμία τους αναπνευστικούς μύες και τους μύες της καρδιάς (οι ασθενείς συνήθως καταλήγουν στην δεύτερη δεκαετία της ζωής τους). Προς το παρόν δεν υπάρχει θεραπεία, αλλά υπάρχουν προσπάθειες για γονιδιακή θεραπεία που θα μετατρέψουν τη νόσο σε μια πιο ήπια, αλλά περισσότερο φλεγμονώδη μορφή δυστροφίας.

Η θεραπεία με την αντιφλεγμονώδη ουσία πρεδνιζόνη έχει προσφέρει κάποια βελτίωση στη μυϊκή ισχύ και ικανότητα αλλά οι σημαντικές παρενέργειες τέτοιων στεροειδών (π.χ. ατροφία) κάνουν ανεφάρμοστη τη θεραπεία αυτή για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Μια νέα προσέγγιση που μελετάμε στο εργαστήριο μας είναι η στοχευμένη τροποποίηση των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, ιδιαίτερα των μακροφάγων, για την πρόληψη της απώλειας μυών και την επαγωγή της αναγέννησης τους (μια διαδικασία που ονομάσαμε ως «αναγεννητική φλεγμονή»).

-Με ποιους τρόπους, τα αποτελέσματα της έρευνάς σας, «επιστρέφονται» στην κοινωνία;

-Η έρευνά μας στοχεύει να κατανοήσει τους μηχανισμούς που ελέγχουν την «αναγεννητική φλεγμονή» σε οξεία μυϊκή βλάβη και δυστροφία, εστιάζοντας συγκεκριμένα στο ρόλο των διάφορων υποτύπων μακροφάγων που ανακαλύψαμε πρόσφατα και των εκκρινόμενων αυξητικών παραγόντων τους. Αυτή η έρευνα έγινε, χρησιμοποιώντας προηγμένες τεχνικές που συνδυάζουν ταυτόχρονα την DNA/RNA αλληλούχηση και την ιστολογική απεικόνιση και παράγουν δεδομένα υψηλών διαστάσεων για την χωροταξική και λειτουργική ετερογένεια των κυττάρων ενός ιστού.

Ένα από τα κυριότερα σημεία της ήταν η ανακάλυψη ότι αυτά τα υποσύνολα των μακροφάγων καθοδηγούν τον σχηματισμό δομικά διακριτών κυτταρικών ζωνών που επουλώνουν τις βλάβες των μυών και προωθούν την «αναγεννητική φλεγμονή» για την αποκατάσταση του τραυματισμένου ιστού αλλά είναι ευαίσθητες στην ανοσοκαταστολή με γλυκοκορτικοειδή. Αυτές οι κυτταρικές ζώνες μπορούν εύκολα πλέον να ανιχνευθούν χρησιμοποιώντας ένα επικυρωμένο πάνελ αντισωμάτων και, ως εκ τούτου, δικαιολογεί την επαναξιολόγηση όλων των τρεχουσών θεραπειών που επικεντρώνονται στις μυϊκές δυστροφίες και την αναγέννηση των μυών μετά από οξύ τραυματισμό.

-Πως επιλέξατε το εργαστήριο το οποίο ασχοληθήκατε για την συγκεκριμένη έρευνα;

-Ο λόγος για την απόφασή μου να πραγματοποιήσω τη μεταδιδακτορική μου εκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins, οφειλόταν στην παγκόσμια φήμη του ως ερευνητικό ίδρυμα που διεξάγει υψηλού επιπέδου βιοιατρική έρευνα, ενώ παράλληλα προωθεί ένα περιβάλλον συνεργασίας μεταξύ ερευνητών από διάφορους κλάδους. Το Johns Hopkins προσφέρει επίσης εξαιρετικές υποδομές και άφθονους πόρους για να πραγματοποιήσεις έρευνα αιχμής. Επιπλέον, τα ερευνητικά μου ενδιαφέροντα ευθυγραμμίστηκαν πλήρως με αυτά του επιβλέποντα καθηγητή μου δρα Laszlo Nagy. Το Τμήμα Ιατρικής διαθέτει πολλές ομάδες εργαστηρίων που ερευνούν τον ρόλο του ανοσοποιητικού συστήματος στην εξέλιξη των νόσων και είμαι πολύ περήφανος που είμαι μέρος αυτής της επιστημονικής κοινότητας.

-Ποια ήταν η ακαδημαϊκή σας πορεία μέχρι την μεταδιδακτορική συνεργασία σας με το ερευνητικό ίδρυμα παγκοσμίου φήμης Johns Hopkins;

-Μετά την στρατιωτική μου θητεία μετανάστευσα στην Ελλάδα, στο Ηράκλειο, όπου πήρα πτυχίο Βιολογίας από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Η ατμόσφαιρα αριστείας που βρήκα εκεί με ώθησε να συνεχίσω την εκπαίδευσή μου στην Ιατρική Σχολή του ίδιου Πανεπιστημίου για να μάθω περισσότερα για την μοριακή βάση της παθογένειας των διαφόρων νόσων. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και ως μέρος της μεταπτυχιακής διατριβής μου, μελέτησα το επιγονιδίωμα στα μακροφάγα υπό την επίβλεψη του Καθηγητή Χρήστου Τσατσάνη, με τα ευρήματα να οδηγούν στην πρώτη μου ερευνητική δημοσίευση. Στη συνέχεια, και κατά τη διάρκεια του διδακτορικού μου στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Ντέμπρετσεν στην Ουγγαρία (χρηματοδοτούμενη υποτροφία από ένα πρόγραμμα κατάρτισης ευρωπαϊκού δικτύου Marie Curie), εξειδικεύτηκα στην φυσιολογική και παθολογική φλεγμονή μετά από οξύ τραυματισμό και στην αναγέννηση των ιστών.

 Μετά την ολοκλήρωση του διδακτορικού μου, μου προσφέρθηκε θέση για μεταδιδακτορική εκπαίδευση στην Ιατρική σχολή του Johns Hopkins την οποία αποδέχτηκα φυσικά με μεγάλη χαρά αφού ήταν πάντα όνειρο μου να πραγματοποιήσω την έρευνα μου δίπλα σε κορυφαίους επιστήμονες της Αμερικής. 

-Ποιο ήταν το ερευνητικό σας ερέθισμα να ασχοληθείτε με την βιοιατρική και δη με τον συγκεκριμένο τομέα;

-Ως μαθητής, το ενδιαφέρον μου για τη βιολογία ξεκίνησε με μια γοητεία για το ανθρώπινο σώμα και τον τρόπο λειτουργίας του. Αυτή η περιέργεια με οδήγησε να σπουδάσω βιοιατρική, όπου έμαθα για τις περιπλοκές της ανθρώπινης ανατομίας, φυσιολογίας και βιοχημείας. Καθώς εμβάθυνα στον τομέα αυτό, άρχισα να ενδιαφέρομαι όλο και περισσότερο για τους μοριακούς μηχανισμούς πίσω από τις ασθένειες και για το πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν.

Με τράβηξε η ιδέα να χρησιμοποιήσω την επιστημονική έρευνα για την ανάπτυξη νέων θεραπειών που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να ξεπεράσουν τις ασθένειές τους. Συγκεκριμένα, ο τομέας στον οποίο ερευνώ αυτήν τη στιγμή επικεντρώνεται στην κατανόηση του ανοσοποιητικού συστήματος και στον τρόπο αξιοποίησης του για την καταπολέμηση ασθενειών.

Εμπνεύστηκα να εργαστώ σε αυτόν τον τομέα λόγω των τεράστιων δυνατοτήτων που έχει η ανοσοθεραπεία για τη βελτίωση της υγείας των ασθενών και της τρέχουσας ανάγκης για αποτελεσματικότερες θεραπείες. Τελικά, το ερευνητικό μου ερέθισμα καθοδηγείται από την επιθυμία να συνεισφέρω στην πρόοδο της βιοιατρικής γνώσης και να αναπτύξω νέες θεραπείες που μπορούν να βελτιώσουν τη ζωή ασθενών που πάσχουν από ανίατες ασθένειες.

«Λύσαμε το γρίφο της χωροταξικής και λειτουργικής ετερογένειας κυττάρων»

-Πρόσφατα κερδίσατε το βραβείο Paul Ehrlich, μια διάκριση την οποία μέχρι στιγμής δεν έχει κερδίσει άλλος Κύπριος ερευνητής. Τι σημαίνει αυτό για σας και ποιους δρόμους ανοίγει για το μέλλον;

-Είναι απίστευτο προνόμιο να λαμβάνω αυτό το βραβείο προς τιμήν του Paul Ehrlich, ενός νομπελίστα ερευνητή που διεξήγαγε πρωτοποριακή έρευνα στους τομείς της αιματολογίας, της ανοσολογίας και της χημειοθεραπείας. Οι τεράστιες συνεισφορές του δρα Ehrlich στην κατανόηση των ανοσολογικών αποκρίσεων έχουν επηρεάσει τους τομείς της ανοσολογίας και της ιατρικής για γενιές, αφήνοντας πίσω τους μια διαρκή κληρονομιά. Καθώς η έρευνά μου βασίζεται σε αυτές τις θεμελιώδεις ανακαλύψεις, ήταν μεγάλη τιμή για μένα να λάβω αυτό το βραβείο και με εμπνέει να συνεχίσω το ερευνητικό μου ταξίδι αξιοποιώντας τη δύναμη του ανοσοποιητικού συστήματος για την αποκατάσταση και αναγέννηση τραυματισμένων ιστών.

-Ποια ήταν η προσωπική σας διαδρομή προς μια τέτοια σημαντική επιτυχία;

-Κατά την άποψή μου, η συνεργασία είναι ο πιο κρίσιμος παράγοντας για την επίτευξη επιτυχίας στην επιστήμη. Φυσικά, ο μέντοράς μου, ο καθηγητής δρ Laszlo Nagy, υπήρξε μια ακλόνητη πηγή υποστήριξης, τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, προσφέροντας ανεκτίμητες συμβουλές, ευκαιρίες κατάρτισης και ερευνητικούς πόρους. Είχα το προνόμιο να συνεργαστώ μαζί με εξαιρετικούς μεταπτυχιακούς φοιτητές, τεχνικούς, μεταδιδακτορικούς ερευνητές και καθηγητές από πολλά εργαστήρια σε διάφορα πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής.

Μια από τις πιο αξέχαστες εμπειρίες μου ήταν όταν οι συνάδελφοι μου και εγώ καταφέραμε μετά από αρκετούς μήνες προσπάθειας και συνεχών δοκιμαστικών αναλύσεων πολύπλοκων δεδομένων να λύσουμε το γρίφο της χωροταξικής και λειτουργικής ετερογένειας των χιλιάδων κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος και να αποκωδικοποιήσουμε την πολλές φορές φαινομενικά «χαοτική» συμπεριφορά τους κατά την  φάση της φλεγμονής είτε σε υγιείς μύες μετά από τραυματισμό είτε σε μύες με μυϊκή δυστροφία.

Το όραμα για ένα εργαστήριο επιδιόρθωσης ιστών

-Ως νέος ερευνητής ποια είναι η οπτική σας για το μέλλον αυτών που θέλουν να ασχοληθούν με την έρευνα; Θα επιστρέφατε στην Κύπρο αν είχατε τις κατάλληλες ευκαιρίες;

-Ως νέος ερευνητής που έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της καριέρας μου για να βοηθήσει στην επίλυση προβλημάτων και τη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας, η οπτική μου για το μέλλον των νέων ερευνητών είναι πολύ αισιόδοξη. Η βιοιατρική έρευνα αλλά και η έρευνα γενικώς, αναπτύσσονται συνεχώς και οι νέοι ερευνητές έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν σημαντικά στην πρόοδο των επιστημών και την εξέλιξη της ανθρωπότητας.

Οι νέοι ερευνητές στο τομέα των βιοεπιστημών θα αντιμετωπίσουν πολλές προκλήσεις, καθώς η βιοιατρική έρευνα είναι μια απαιτητική και πολύπλοκη διαδικασία. Αλλά με τον σωστό συνδυασμό αφοσίωσης, αυτοδιάθεσης, διατήρησης της περιέργειας και του ενθουσιασμού για την ακαδημαϊκή έρευνα, και σκληρής δουλειάς, οι νέοι ερευνητές μπορούν να ξεπεράσουν αυτές τις προκλήσεις και να επιτύχουν σημαντικά επιστημονικά αποτελέσματα. Επιπλέον, με την ταχεία εξέλιξη της τεχνολογίας, υπάρχουν όλο και περισσότερες δυνατότητες για τους ερευνητές να συνεργαστούν και να αναπτύξουν τις ιδέες τους σε διεθνές επίπεδο.

Όσον αφορά την ερώτησή σας για το αν θα γυρνούσα στην Κύπρο μια μέρα, η απάντηση είναι φυσικά και ναι, είναι στο μυαλό κάθε μετανάστη επιστήμονα. Ωστόσο, ρεαλιστικά οι συνθήκες (επιστημονικές, πολιτικές, πολιτιστικές, κοινωνικές κ.λ.π.) πρέπει να ευθυγραμμιστούν για να ευνοήσουν την επιστροφή πολλών Ελληνοκυπρίων επιστημόνων του εξωτερικού που διαπρέπουν. Νιώθω ότι είναι υποχρέωση που έχουμε ως Κύπριοι επιστήμονες να επιστρέψουμε μέρος της γνώσης πίσω στην Κύπρο, από όπου ξεκίνησε το εκπαιδευτικό μας ταξίδι.

-Ποια είναι τα μελλοντικά σας πλάνα;

-Βραχυπρόθεσμα, σκοπεύω να δημοσιεύσω τα τελευταία ευρήματα της έρευνας μου, να ολοκληρώσω άλλες εν εξελίξει ερευνητικές εργασίες και να υποβάλω αιτήσεις για ερευνητικές επιχορηγήσεις που θα διευκολύνουν τη μετάβασή μου ως ανεξάρτητος ερευνητής/καθηγητής. Ως πρόσφατος αποδέκτης της «πράσινης» κάρτας που επιτρέπει μόνιμη διαμονή και εργασία στις ΗΠΑ, ανυπομονώ να ανέβω την ακαδημαϊκή κλίμακα στο εγγύς μέλλον και είμαι αισιόδοξος για την προοπτική να αναζητήσω θέσεις επίκουρου καθηγητή μέσα στο επόμενο έτος. Ο απώτερος στόχος μου είναι να ιδρύσω το δικό μου εργαστήριο, να προωθήσω τον τομέα της επιδιόρθωσης ιστών μέσω της αναγεννητικής φλεγμονής και μαζί με την ερευνητική μου ομάδα να συνεχίσουμε να συνεισφέρουμε στην επιστημονική κοινότητα.