Ξανά στο τραπέζι των συζητήσεων μπαίνει η εισαγωγή του εθνικού κατώτατου μισθού σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις της υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Ζέτα Αιμιλιανίδου.

Η υπουργός ανέφερε ότι θα γίνει διάλογος για την εφαρμογή ενός εθνικού κατώτατου μισθού, ενώ σημείωσε τα υψηλά ποσοστά ανεργίας μεταξύ των λόγων για τους οποίους δεν θεσμοθετήθηκε ακόμα.

Η δήλωση αυτή επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της θεσμοθέτησης κατώτατου μισθού. Από τα 28 κράτη μέλη της ΕΕ, η πλειοψηφία (τα 22) έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό. Ωστόσο, υπάρχει μια μεγάλη διακύμανση στο εύρος των επιπέδων, από περίπου €260 ευρώ στη Βουλγαρία σε περίπου €2.000 στο Λουξεμβούργο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Δευτεραθλήτρια η Κύπρος στις μειώσεις μισθών από το 2010 (πίνακας)

Με βάση το επίπεδο των κατώτατων μισθών, οι χώρες χωρίζονται σε τρεις ομάδες. Η πρώτη ομάδα των χωρών με τους υψηλότερους κατώτατους μισθούς περιλαμβάνει επτά κράτη-μέλη της ΕΕ (Γαλλία, Γερμανία, Βέλγιο, Κάτω Χώρες, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο), όπου οι εθνικοί κατώτατοι μισθοί είναι υψηλότεροι των 1.300 ευρώ μηνιαίως.

Η δεύτερη ομάδα περιλαμβάνει πέντε κράτη-μέλη της ΕΕ (Πορτογαλία, Ελλάδα, Μάλτα, Ισπανία και Σλοβενία) που εντάσσονται στην κατηγορία των μισθών που κυμαίνονται από τα 500 ευρώ έως και τα 1.000 ευρώ.

Η Ισπανία βρίσκεται σε κοντινές θέσεις με την Κύπρο με €859, ενώ η Μάλτα έχει θεσμοθετήσει κατώτατο μισθό στα €748 και η Ελλάδα στα €684.

Υπενθυμίζεται ότι στην Κύπρο οι κατώτατοι μισθοί καθορίζονται από την κυβέρνηση για συγκεκριμένα επαγγέλματα στα €870 και με αύξηση ο μισθός ανέρχεται στα €920 ευρώ.

Παράλληλα, η τρίτη ομάδα περιλαμβάνει χώρες των οποίων οι κατώτατοι μισθοί ήταν χαμηλότεροι από 500 ευρώ τον μήνα και αποτελείται από δέκα κράτη-μέλη της ΕΕ (Βουλγαρία, Ρουμανία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Τσεχία, Λετονία, Σλοβακία, Κροατία, Εσθονία και Πολωνία).

Ωστόσο, η σύγκριση των απόλυτων τιμών των κατώτατων μισθών διεθνώς σε ευρώ είναι μεν χρήσιμη, αλλά μόνο ενδεικτικά, καθώς συγκρίνει την κατώτατη αμοιβή εργαζομένων ανεξάρτητα από το γενικό επίπεδο αμοιβών, το επίπεδο παραγωγικότητας, το κόστος διαβίωσης κ.λπ.

Μπορούμε να συγκρίνουμε τις χώρες όσον αφορά στο βιοτικό τους επίπεδο με τη μέτρηση των τιμών ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών κάθε χώρας σε σχέση με το εισόδημα, χρησιμοποιώντας ένα κοινό τεχνητό νόμισμα που ονομάζεται «μονάδα αγοραστικής δύναμης» (ΜΑΔ). Η σύγκριση του κατά κεφαλή ΑΕΠ σε ΜΑΔ παρέχει μια εικόνα του βιοτικού επιπέδου σε όλη την ΕΕ. 

Για παράδειγμα μπορεί η Βουλγαρία να έχει κατώτατο μισθό €260, ωστόσο, το βιοτικό της επίπεδο είναι σε χαμηλά επίπεδα καθώς βρίσκεται στις 49 ΜΑΔ. Μάλιστα, η «ψαλίδα» μεταξύ της χώρας με τη μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη, που είναι το Λουξεμβούργο (258 ΜΑΔ) και της μικρότερης που είναι η Βουλγαρία (49 ΜΑΔ), είναι τεράστια.

Τη δεύτερη ψηλότερη αγοραστική δύναμη έχουν οι Ιρλανδοί (183 ΜΑΔ), ενώ και ο κατώτατος τους μισθός είναι στα δεύτερα υψηλότερα επίπεδα.

Κοντά στον μέσο όρο βρίσκεται η Βρετανία με 107 ΜΑΔ και €1463 κατώτατο μισθό. Στην Κύπρο η αγοραστική δύναμη είναι 17 μονάδες χαμηλότερη του μέσου όρου (83 ΜΑΔ), κοντά σε Σλοβενία και Τσεχία.

Η Σλοβενία διαθέτει ως κατώτατο μισθό τα €842 και η Τσεχία τα €477.

Η Ισπανία και η Μάλτα διαθέτουν καλύτερη αγοραστική δύναμη από την Κύπρο (92 και 96 ΜΑΔ αντίστοιχα) αν και το νησί μας προσφέρει γύρω στα €100 υψηλότερο κατώτατο μισθό.