Η Κύπρος θεωρείται αυτάρκης σε αποθέματα λατομικών υλικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρώτες ύλες σε οικοδομές, δρόμους, υδατοφράκτες, μαρίνες, λιμάνια, και άλλα κατασκευαστικά έργα. Σε αντίθεση με τη μεταλλευτική βιομηχανία, η λατομική βιομηχανία είναι έντονα δραστηριοποιημένη παρόλο ότι λόγω της οικονομικής κρίσης η ζήτηση των λατομικών υλικών έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες. Υπάρχουν παγκύπρια περίπου 122 λατομεία που παράγουν διάφορα πετρώματα και βιομηχανικά ορυκτά, εκ των οποίων 35 βρίσκονται στο στάδιο αποκατάστασης του χώρου των λατομικών εργασιών.

Περαιτέρω, η κυπριακή μεταλλευτική βιομηχανία ήταν δραστηριοποιημένη στην παραγωγή μεταλλευμάτων και συμπυκνωμάτων χαλκού, σιδηροπυρίτη, χρυσού, χρωμίτη καθώς και ινών αμιάντου. Σήμερα βρίσκονται σε ισχύ περί 61 άδειες επισκόπησης για μεταλλεύματα χρυσού, χαλκού και γενικότερα μικτών θειούχων που καλύπτουν όλη την ελεύθερη Κύπρο σε έκταση περίπου 142 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ενώ βρίσκονται υπό εξέταση άλλες 15 αιτήσεις.

Πρόσφατα το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την αναδιάρθρωση και ενίσχυση της «Υπηρεσίας Μεταλλείων» του υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, καθώς επίσης και μετονομασία της σε «Υπηρεσία Μεταλλείων και Λατομείων», λόγω του γεγονότος ότι ο μεγαλύτερος όγκος των υπηρεσιών που παρέχει αφορά τα λατομεία.  

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μειώνεται η μεταλλευτική δραστηριότητα

Παρουσιάζοντας την πρόταση, ο υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης  και Περιβάλλοντος Κώστας Καδής, ανέφερε στα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, ότι η συνεισφορά του μεταλλευτικού και λατομικού τομέα (συμπεριλαμβανομένης και της παραγωγής τσιμέντου) στην οικονομία του τόπου ανέρχεται στα €300 εκατ. περίπου.

Τα συνολικά έσοδα της χώρας, από εξαγωγές λατομικών υλικών και μετάλλων για το 2021, εκτιμώνται στα €13 εκατ., ενώ από τις εξαγωγές τσιμέντου και υποπροϊόντων του, πέραν των €35 εκατ. Τονίζεται ότι από το νέο έργο παραγωγής θειικού νικελίου για χρήση στις μπαταρίες των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, το οποίο άρχισε στο μεταλλείο της Σκουριώτισσας, όπου γίνεται επεξεργασία μεταλλεύματος λατερίτη που εισάγεται από το εξωτερικό, αναμένεται ότι θα επιφέρει εξαγωγές αξίας πέραν των €110 εκατ. ετησίως, εκ των οποίων ένα ποσοστό της τάξης του 40% – 50% περίπου, δηλαδή γύρω στα €50 εκατ. της εν λόγω αξίας, θα αφορά την εισροή συναλλάγματος για τις εργασίες που διεξάγει η εταιρεία στο μεταλλείο της Σκουριώτισσας. Με την επικείμενη βελτιστοποίηση των διαδικασιών παραγωγής στο μεταλλείο, αναμένεται ότι το Κράτος θα εισπράττει πέραν των €650 χιλ. ως μεταλλευτικά δικαιώματα ετησίως. Σημειώνεται ότι η παραγωγή θειικού νικελίου έχει αρχίσει και έχουν ήδη πραγματοποιηθεί οι πρώτες εξαγωγές. 

Καταστολή των παράνομων λατομεύσεων

Οι βασικότερες αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Μεταλλείων και Λατομείων, σύμφωνα με τον Περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νόμο, είναι οι αδειοδοτήσεις των μεταλλείων, λατομείων και των ερευνητικών αδειών και οι επιθεωρήσεις αυτών για τη λειτουργία και την αποκατάστασή τους, η καταστολή των παράνομων λατομεύσεων, καθώς και οι εισπράξεις τελών, μισθωμάτων και δικαιωμάτων. Επιπλέον, στις αρμοδιότητές της περιλαμβάνονται και οι αδειοδοτήσεις (π.χ. εισαγωγές, εξαγωγές, αποθήκευση, μεταφορά, χρήση κ.λπ.) και οι επιθεωρήσεις των χώρων αποθήκευσης και χρήσης των εκρηκτικών υλών.

Ενίσχυση με επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό 

Λύσεις στα προβλήματα υποστελέχωσης που δυσκολεύουν το έργο της Υπηρεσίας Μεταλλείων και Λατομείων έδωσε το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο, σε πρόσφατη Συνεδρία του, ενέκρινε πρόταση του Υπουργού Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Κώστα Καδή, για αναδιάρθρωση της Υπηρεσίας με δημιουργία κατάλληλης δομής και στελέχωσή της με επιπρόσθετο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό. 

Η απόφαση λήφθηκε στοχεύοντας στη διασφάλιση της αειφόρου διαχείρισης των ορυκτών πόρων, την αυτάρκεια της χώρας σε διαθέσιμα αποθέματα και την καλύτερη επιτήρηση των λατομείων, έτσι ώστε να κατασταλεί η παράνομη λατόμευση. 

Σύμφωνα με την πρόταση, για να καταστεί δυνατή η εφαρμογή της ορθολογικής και βιώσιμης ανάπτυξης των ορυκτών πόρων με ασφάλεια για τους εργαζόμενους και με τις λιγότερες δυνατές επιπτώσεις στο περιβάλλον, για να εφαρμοστεί η κυκλική οικονομία στη μεταλλευτική και λατομική βιομηχανία, καθώς και για να είναι δυνατή η επίσπευση των διαδικασιών αποκατάστασης των παλαιών μεταλλείων, θα πρέπει να προχωρήσει άμεσα η αναδιάρθρωση της Υπηρεσίας Μεταλλείων και Λατομείων, με δημιουργία κατάλληλης δομής και στελέχωσή της με επιπρόσθετο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό.

Διότι, ο μεταλλευτικός και λατομικός τομέας εκσυγχρονίζεται συνεχώς και σε συνδυασμό με την επιτακτική ανάγκη για προσαρμογή των αναπτύξεων με τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, οι υποχρεώσεις και ανάγκες των αρμοδίων αρχών είναι σαφώς αυξημένες σε σχέση με το παρελθόν. 

Σοβαρά προβλήματα υποστελέχωσης

Σήμερα, η Υπηρεσία Μεταλλείων και Λατομείων, λόγω προβλημάτων υποστελέχωσης, δεν μπορεί να υλοποιήσει πλήρως τους στόχους της. Η απουσία επιθεωρητών στις επαρχίες δυσχεραίνει τις τακτικές επιθεωρήσεις των αδειοδοτημένων λατομείων, ενώ επιπλέον δεν είναι δυνατός ο πλήρης έλεγχος των παράνομων λατομεύσεων, από τις οποίες προκαλούνται τεράστιες περιβαλλοντικές καταστροφές. Επίσης, λόγω της απουσίας του απαραίτητου αριθμού επιθεωρητών στις επαρχίες, δεν είναι δυνατός ο τακτικός έλεγχος για την καταβολή των λατομικών δικαιωμάτων από τα υλικά που προκύπτουν από χώρους εκτός λατομείων και συγκεκριμένα από τις εκσκαφές των διαφόρων έργων. Γι’ αυτό και στις προτεραιότητες τίθενται οι τοποθετήσεις προσωπικού σε επαρχιακά γραφεία, για να ενισχυθεί η επίβλεψη των αδειοδοτημένων λατομείων και μεταλλείων, να καταστεί εφικτός ο αμεσότερος εντοπισμός των παράνομων λατομεύσεων και να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι για την καταβολή των λατομικών δικαιωμάτων.

Οι στόχοι στο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας

Η ενίσχυση της Υπηρεσίας θα τη βοηθήσει σημαντικά να ανταποκριθεί με επιτυχία στις ανάγκες της κυκλικής οικονομίας, η οποία περιλαμβάνει τις ακόλουθες δράσεις: 

• Εφαρμογή μεθόδων εξόρυξης και επεξεργασίας των λατομικών υλικών, έτσι ώστε να γίνεται καθολική αξιοποίηση των εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων στα λατομεία, χωρίς την απόθεση μπάζων και αποβλήτων. Με τη χρησιμοποίησή τους για άλλες χρήσεις, όπως στη βιομηχανία παραγωγής τούβλων, κεραμιδιών και πλακιδίων, καθώς και στην τσιμεντοβιομηχανία, επιτυγχάνεται αφενός η μείωση της χρήσης πρωτογενών λατομικών υλικών και αφετέρου η μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Οι εν λόγω εφαρμογές μελετήθηκαν στο παρελθόν με πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Επίσης, τα απόβλητα των λατομείων με ανάλογη επεξεργασία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αποκατάσταση των εγκαταλελειμμένων μεταλλείων.

• Αξιολόγηση και αξιοποίηση των αποθέσεων μεταλλευμάτων χαμηλής περιεκτικότητας, τα οποία έχουν αποτεθεί ως μπάζα στα 25 εγκαταλελειμμένα μεταλλεία που υπάρχουν διάσπαρτα στην Κύπρο και εξαγωγή από αυτά χρυσού, αργύρου, χαλκού και θείου, εφαρμόζοντας νέες σύγχρονες μεθόδους παραγωγής. Με την αξιολόγηση των μπάζων ως οικονομικών εκμεταλλεύσιμων αποθεμάτων, δίδεται η δυνατότητα μετακίνησης του κόστους αποκατάστασης των εγκαταλελειμμένων μεταλλείων στον φορέα εκμετάλλευσης. Ένα τέτοιο πετυχημένο παράδειγμα είναι η αξιολόγηση και αξιοποίηση των αποθέσεων στα Μεταλλεία Μιτσερού και Μαθιάτη, που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια, με την εξαγωγή χρυσού και αργύρου από τις αποθέσεις και με παράλληλη αποκατάσταση των χώρων απόθεσης, από την εταιρεία που ανέλαβε τα εν λόγω έργα.

• Εφαρμογή του σχεδίου δράσης για επαναχρησιμοποίηση των αποβλήτων από εκσκαφές, κατασκευές και κατεδαφίσεις (Α.Ε.Κ.Κ.), ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι όπως έχουν καθοριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ήδη, η αρμόδια Τεχνική Επιτροπή, της οποίας προεδρεύει ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Μεταλλείων και Λατομείων, εισηγείται σημαντικές δράσεις για την επαναχρησιμοποίηση των Α.Ε.Κ.Κ. στα κατασκευαστικά έργα, με στόχο τη μείωση των πρωτογενών αδρανών από τα λατομεία.

• Τροποποίηση της περί Ρύθμισης Μεταλλείων και Λατομείων Νομοθεσίας, με προσαρμογή των λατομικών δικαιωμάτων για τα υλικά που προκύπτουν από χώρους εκτός λατομείων και συγκεκριμένα από εκσκαφές έργων, έτσι ώστε να προωθηθεί στην αγορά η επαναχρησιμοποίησή τους.