Οι ΗΠΑ μπορεί να έχουν την αρχαιότερη χωρίς διαλείμματα σύγχρονη δημοκρατία στον κόσμο, ωστόσο η μεταπολεμική Γερμανία καμαρώνει ότι η δική της εκδοχή δημοκρατίας – η οποία χτίστηκε υπό αμερικανική κηδεμονία – είναι η καλύτερα οχυρωμένη και πιο υπερασπιστική των δημοκρατικών θεσμών (η γερμανική λέξη είναι wehrhaft).

Πόσο ενδιαφέρον είναι, λοιπόν, το γεγονός ότι και οι δύο αυτές δημοκρατίες έχουν τώρα σχεδόν παράλληλες συζητήσεις για το πώς να αντιμετωπίσουν τη σύγκρουση λαϊκισμού και νόμου, της πλειοψηφικής δημοκρατίας και του συνταγματικού φιλελευθερισμού. Το υποφώσκον ερώτημα είναι πώς να διατηρεί κανείς οποιαδήποτε δημοκρατία, τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα.

Απειλή και επαγρύπνηση

Τα πάντα γύρω από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας από το 1949 μέχρι σήμερα είχαν σκοπό να εγγυηθούν ότι δεν θα αποτύχει ποτέ, όπως συνέβη στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης το 1933, όταν η τελευταία υπέκυψε στον Αδόλφο Χίτλερ. Τα τελευταία χρόνια, ορισμένοι Γερμανοί – με επιφυλακτικό βλέμμα προς τον Αμερικανό δημαγωγό Ντόναλντ Τραμπ – σκέφτονται ακόμη και τη δική τους μετατραυματική υπερεπαγρύπνηση ως ψυχολογικό πλεονέκτημα σε σχέση με την υπερβολική αυτοπεποίθηση του αμερικανικού εξαιρετισμού. Αυτή η αυτοπεποίθηση έχει πλέον εκλείψει σε μεγάλο βαθμό.

Η αγωνία αφορά την Εναλλακτική για τη Γερμανία, σε συντομογραφία AfD στα γερμανικά. Είναι ένα ακροδεξιό λαϊκιστικό κόμμα που συγκεντρώνει περίπου 20% σε εθνικό επίπεδο, αλλά περίπου 30% στη Θουριγγία, τη Σαξονία και το Βρανδεμβούργο, περιοχές της παλιάς Ανατολικής Γερμανίας. Στις φετινές τους εκλογές, η AfD θα μπορούσε να γίνει το ισχυρότερο κόμμα στα κοινοβούλια των ομόσπονδων αυτών γερμανικών κρατιδίων.

Ο τελευταίος κύκλος πανικού ξεκίνησε μετά από πρόσφατο ρεπορτάζ του CORRECTIV, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού. Ο μυστικός ρεπόρτερ του εισήλθε σε ένα ξενοδοχείο στο Πότσνταμ όπου δεξιοί εξτρεμιστές, νεοναζί και μέλη της AfD συναντήθηκαν για να συζητήσουν ένα μυστικό σχέδιο απέλασης εκατομμυρίων ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων αλλοδαπών και Γερμανών πολιτών ξένης καταγωγής, εάν αυτοί θεωρούνταν ανεπαρκώς “αφομοιωμένοι”. Ο ευφημισμός των συνωμοτών για τη μαζική απέλαση ήταν “επαναμετανάστευση”.

Ο απόηχος από την εποχή των ναζί ήταν εκκωφαντικός. Μια πρόταση στη συγκέντρωση του Πότσνταμ ήταν να επανεγκατασταθούν όλοι αυτοί οι “εθνικά μη ικανοποιητικοί” Γερμανοί σε ένα “κράτος πρότυπο” στη Βόρεια Αφρική. Το 1940, οι ναζί εξέταζαν το ενδεχόμενο να απελάσουν τους εβραίους της Ευρώπης στη Μαδαγασκάρη. Ακόμη και το σκηνικό ήταν απόκοσμο: το ξενοδοχείο του Πότσνταμ βρίσκεται μια βόλτα με το ποδήλατο μακριά από τη βίλα όπου έλαβε χώρα η Διάσκεψη του Wannsee το 1942, στην οποία οι ναζί σφράγισαν τις τελευταίες λεπτομέρειες της Τελικής Λύσης – δηλαδή του Ολοκαυτώματος.

Η γερμανική κοινωνία αντέδρασε στις αποκαλύψεις όπως θα έπρεπε να πράξει κάθε υγιής δημοκρατία. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι έχουν βγει στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν κατά της AfD. Ένα πλακάτ που με συγκίνησε ιδιαίτερα όταν το είδα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το κρατούσε μια νεαρή γυναίκα: “Τώρα θα μάθουμε επιτέλους πώς θα ενεργούσαμε στη θέση των προπαππούδων μας”.

Αντισώματα

Μια τέτοια αυθόρμητη αντίσταση αντιπροσωπεύει τα αντισώματα στο ανοσοποιητικό σύστημα της μεταπολεμικής γερμανικής δημοκρατίας. Ωστόσο η δημοκρατία έχει επίσης το ισοδύναμο των φονικών κυττάρων Τ. Αυτά περιλαμβάνουν διατάξεις στον Βασικό Νόμο ή το Σύνταγμά της για την απαγόρευση σε ιδιώτες να κατέχουν δημόσιο αξίωμα, την παρακράτηση δημόσιας χρηματοδότησης από κόμματα, ακόμη και την πλήρη απαγόρευση κομμάτων. Η συζήτηση στη Γερμανία αφορά το ποια από αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να είναι κατάλληλα για την AfD.

Τα εμπόδια για την απαγόρευση είναι μεγάλα. Το ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας έχει θέσει εκτός νόμου μόνο δύο κόμματα, και τα δύο τη δεκαετία του 1950. Το ένα ήταν μια σταλινική οργάνωση, το άλλο ένα αντίγραφο του NSDAP (όπως ονομαζόταν επίσημα το ναζιστικό κόμμα). Πιο πρόσφατες προσπάθειες να τεθεί εκτός νόμου ένα νεοναζιστικό κόμμα που παλαιότερα ονομαζόταν NPD και τώρα Heimat απέτυχαν το 2017. Αυτό συμβαίνει επειδή ένα κόμμα πρέπει να αποδειχθεί ότι είναι “επιθετικά” αντίθετο στα φιλελεύθερα και δημοκρατικά θεμέλια του ρεπουμπλικανικού πολιτεύματος και επίσης ικανό να επιτύχει τους στόχους του. Το μικροσκοπικό NPD/Heimat δεν πληρούσε την τελευταία προϋπόθεση για την απαγόρευσή του.

Η AfD είναι αρκετά μεγάλη ώστε να αποτελεί απειλή. Οι υπηρεσίες πληροφοριών της Γερμανίας για το εσωτερικό της χώρας έχουν χαρακτηρίσει τρεις από τους περιφερειακούς κλάδους της AfD “εξτρεμιστικές” και “εχθρικές προς το σύνταγμα”. Ωστόσο η πλατφόρμα του κόμματος αποφεύγει προσεκτικά τη γλώσσα που ένα δικαστήριο θα θεωρούσε αντισυνταγματική και μέχρι στιγμής έχει επικοινωνήσει επιδέξια τα εξτρεμιστικά μηνύματά της με έμμεσο και συνθηματικό τρόπο. Άρα μια απαγόρευση μπορεί να αποτύχει.

Μια εναλλακτική είναι η επίκληση ενός διαφορετικού άρθρου του συντάγματος, που τροποποιήθηκε το 2017 για να μειώνει το βάρος της απόδειξης, εάν ο στόχος είναι μόνο η διακοπή της δημόσιας χρηματοδότησης ενός κόμματος. Ωστόσο αυτή η ρήτρα γράφτηκε έχοντας κατά νου το NPD/Heimat, του οποίου τη δημόσια χρηματοδότηση το ανώτατο δικαστήριο διέκοψε τελικά αυτή την εβδομάδα. Η AfD θα μπορούσε να ξεφύγει και από αυτό.

Μια τρίτη επιλογή είναι ο περιορισμός των δικαιωμάτων συγκεκριμένων ατόμων, κάτι που επιτρέπει το Σύνταγμα σε ορισμένες περιπτώσεις. Το πρώτο άτομο που έρχεται στο μυαλό – και ο στόχος μιας δημόσιας έκκλησης γι΄ αυτό τον σκοπό – είναι ο Björn Höcke, πρόεδρος της AfD στο κρατιδιακό κοινοβούλιο της Θουριγγίας και ένας από τους πιο εξτρεμιστές ηγέτες του κόμματος. Ακόμη και χωρίς να κρίνει ολόκληρη την AfD, το δικαστήριο θα μπορούσε να απαγορεύσει στον Höcke και τους ομοίους του να κατέχουν δημόσια αξιώματα.

Πολιτικό και όχι νομικό ζήτημα

Υπάρχουν προφανείς διαφορές μεταξύ της γερμανικής κατάστασης και του αμερικανικού δράματος κατά τη διάρκεια της τρέχουσας εκλογικής χρονιάς. Ο Höcke δεν είναι Τραμπ, η AfD δεν είναι MAGA και το γερμανικό κοινοβουλευτικό σύστημα δεν έχει Εκλεκτορικό Κολέγιο όπως οι ΗΠΑ.

Όμως οι ομοιότητες εξακολουθούν να είναι εντυπωσιακές. Όπως και οι παρευρισκόμενοι σε εκείνη τη συνάντηση του Πότσνταμ, ο Τραμπ και η πολιτική “φυλή” του έχουν σχέδια για μαζικές απελάσεις. Ο τέως πρόεδρος των ΗΠΑ ονειρεύεται “αντίποινα” εναντίον των εγχώριων εχθρών του και παίζει ρητορικά παιχνίδια με το ερώτημα εάν θα γίνει “δικτάτορας” εάν επανεκλεγεί στο ύπατο αξίωμα της χώρας. Πάνω απ’ όλα, υποκίνησε έναν όχλο το 2021 να κινηθεί βίαια για να αποτρέψει την ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας στον διάδοχό του ως πρόεδρος. Ακόμη και εκτός από τα πολλά άλλα νομικά του προβλήματα, αυτή η πράξη ανταρσίας, σύμφωνα με το 3ο Τμήμα της 14ης Αναθεωρητικής Τροπολογίας του Συντάγματος των ΗΠΑ, θα έπρεπε να του απαγορεύει να κατέχει ξανά οποιοδήποτε κρατικό αξίωμα.

Είναι όμως συνετό να συνεχιστεί η εκδίκαση αντίστοιχων υποθέσεων στα ανώτατα δικαστήρια της Γερμανίας και των ΗΠΑ; Εδώ οι αντιπαραθέσεις ξεπερνούν το νομικό πλαίσιο και μπαίνουν στη σφαίρα της πολιτικής.

Μια γερμανική δικαστική διαδικασία θα χρειαζόταν χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων η AfD θα υποδυόταν το θύμα και θα προσποιούνταν ότι εκείνο που διακυβεύεται δεν είναι η περιφρόνησή της για το σύνταγμα αλλά η ελευθερία του λόγου της. Οι υποστηρικτές της θα ένιωθαν εξοστρακισμένοι από την κοινωνία και θα μπορούσαν να βουτήξουν βαθύτερα στις θεωρίες συνωμοσίας τους. Ακόμη κι αν η AfD απαγορευόταν, οι ψηφοφόροι της δε θα εξαφανίζονταν και μπορεί να έμπαιναν στην παρανομία και να ριζοσπαστικοποιούνταν, όπως συνέβη με μια ομάδα που ονομάζεται Reichsbuerger, πριν αποκαλυφθεί η συνωμοσία της.

Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να συμβεί εάν απαγορευόταν στον Τραμπ να είναι υποψήφιος βάσει της 14ης Τροπολογίας ή κάποιου συνδυασμού ποινικών καταδίκων. Αυτός και οι υποστηρικτές του θα βασίζονταν στο “Μεγάλο Ψέμα” τους, τον μύθο ότι οι εκλογές όχι μόνο του 2020 αλλά και του 2024 “εκλάπησαν”. Θυμηθείτε ότι το “Μεγάλο Ψέμα” ως έννοια προέρχεται από το Mein Kampf του Χίτλερ. Το έθνος θα διχαζόταν και οι θεσμοί του θα υφίσταντο βαρύτατο πλήγμα.

Αυτό, πράγματι, είναι το παράδοξο των θεσμών και των δημοκρατιών γενικότερα. Είτε πηγάζουν από γραπτά συντάγματα όπως στις ΗΠΑ και τη Γερμανία είτε από άγραφα όπως στο Ηνωμένο Βασίλειο και το Ισραήλ, είναι τόσο ανθεκτικά όσο οι άνθρωποι οι οποίοι τους δίνουν ζωή – δικαστές, δικηγόροι, δημοσιογράφοι, κρατικοί αξιωματούχοι και δημόσιοι υπάλληλοι, ψηφοφόροι. Αν έπρεπε να αποφασίσω, θα έλεγα ναι, κινήστε τις δικαστικές υποθέσεις, τόσο στις ΗΠΑ και όσο και στη Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, δεν υπάρχει καμία διαφυγή μέσω οποιασδήποτε νομικής καταπακτής από τον εαυτό μας.

Όπως παρατηρούσε ένας φιλόσοφος όταν η Πρώτη Γαλλική Δημοκρατία άρχισε να τρώει τα παιδιά της, “κάθε έθνος λαμβάνει την κυβέρνηση που του αξίζει”. Αυτό ισχύει σήμερα από τις ΗΠΑ μέχρι τη Γερμανία και από το Ισραήλ μέχρι την Πολωνία, την Ινδία, τη Βραζιλία και κάθε άλλη δημοκρατία η οποία πλήττεται σήμερα από τον λαϊκισμό. Ακόμη και όταν οι άλλοι δεν το κάνουν, πρέπει να κρατάμε την πολιτικό μας λόγο πολιτισμένο, να σεβόμαστε την αλήθεια, να ανεχόμαστε ο ένας τον άλλον, να τιμούμε τους θεσμούς και φυσικά να ψηφίζουμε. Αυτό εννοούσε ο Benjamin Franklin όταν έλεγε ότι έχουμε δημοκρατία εάν μπορούμε να τη διατηρήσουμε.

Απόδοση – Επιμέλεια – Επιλογή Κειμένων (2019-2024): Γ.Δ. Παυλόπουλος