Φρένο στις προθέσεις κρατών της Ευρωζώνης να επιβάλoυν έκτακτο φόρο στις τράπεζες για τα υπερκέρδη που προκαλούνται από την αύξηση των επιτοκίων βάζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), υποστηρίζοντας ότι θα πληγεί η κερδοφορία των τραπεζών, με υπαρκτό τον κίνδυνο διασάλευσης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Σκέψεις για την επιβολή εφάπαξ φορολογίας στα απρόσμενα κέρδη που καταγράφουν οι τράπεζες φέρεται να κάνει και το Υπουργείο Οικονομικών, προκαλώντας τις αντιδράσεις των τραπεζών.

Απαντώντας σε σχετικό αίτημα που υπέβαλε η ιταλική Κυβέρνηση στις 11 Αυγούστου, η ΕΚΤ επισημαίνει σε γνωμοδότησή της ότι, όπως είχε γνωμοδοτήσει στο πρόσφατο παρελθόν σχετικά με νομοσχέδια που θεσπίζουν φόρους οι οποίοι εφαρμόζονται στα πιστωτικά ιδρύματα σε πολλά κράτη μέλη, η επιβολή ενός έκτακτου φόρου στον τραπεζικό τομέα θα μπορούσε να δυσχεράνει τη δημιουργία πρόσθετων κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς τα διανεμόμενα κέρδη τους θα μειωθούν, καθιστώντας τα λιγότερο ανθεκτικά σε οικονομικούς κραδασμούς.

Στην πραγματικότητα, όπως αναφέρει η ΕΚΤ, τέτοιοι έκτακτοι φόροι θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις, περιορίζοντας την ικανότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να παρέχουν πιστώσεις, συμβάλλοντας σε λιγότερο ευνοϊκούς όρους για τους πελάτες κατά την παροχή δανείων και άλλων υπηρεσιών.

Είναι σημαντικό τα πιστωτικά ιδρύματα να διαθέτουν υγιές κεφάλαιο για να εκπληρώσουν τον ρόλο τους ως μεσίτες πιστώσεων στην οικονομία, επισημαίνεται. Μεγαλύτερο κόστος και λιγότερα δάνεια, αναφέρει η ΕΚΤ, μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την πραγματική οικονομία και την ανάπτυξη.

Η ΕΚΤ στη γνωμοδότησή της, με ημερομηνία 12 Σεπτεμβρίου, αναφέρει ακόμα ότι σε μακροπρόθεσμη προοπτική τα υψηλότερα επιτόκια μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την οικονομική κατάσταση των δανειοληπτών, αυξάνοντας έτσι τον πιστωτικό κίνδυνο των τραπεζών.

Αυτές οι επιπτώσεις, αναφέρει η γνωμοδότηση, δεν λαμβάνονται υπόψη από τον σχεδιασμό του έκτακτου φόρου, καθώς αυτός ο τελευταίος υπολογίζεται επί του καθαρού περιθωρίου επιτοκίου και όχι στα καθαρά κέρδη.

«Αυτοί οι διαφορετικοί παράγοντες θα πρέπει να αξιολογούνται σωστά, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα παραμένουν σε καλή θέση για την απορρόφηση πιθανών μελλοντικών ζημιών», τονίζεται.

Επίσης, σημειώνεται ότι ο έκτακτος φόρος μπορεί να καταστήσει πιο δαπανηρή την προσέλκυση νέων μετοχικών κεφαλαίων και χρηματοδότησης χονδρικής για τράπεζες, καθώς οι εγχώριοι και ξένοι επενδυτές μπορεί να έχουν λιγότερη όρεξη να επενδύσουν σε ιταλικά πιστωτικά ιδρύματα που έχουν μια πιο αβέβαιη προοπτική.

Υπό το πρίσμα των παραπάνω, η ΕΚΤ συνιστά στις ιταλικές Αρχές να αξιολογηθεί εάν η αίτηση για έκτακτη φορολογία προκαλεί κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, και ιδίως κατά πόσον έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει αρνητικά την ανθεκτικότητα του τραπεζικού τομέα, προκαλώντας στρέβλωση της αγοράς.