Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο του μυθιστορήματος του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Σταύρου Χριστοδούλου, «Τρεις σκάλες ιστορία» (εκδόσεις Καστανιώτη): Μετά την εισβολή, η 18χρονη Χλόη παραμένει για τρεις μήνες «εγκλωβισμένη» με τη μητέρα της στο εξοχικό τους, στη Λάπηθο, όπου βιάζεται κατ’ εξακολούθηση από έναν νεαρό Τούρκο. Το κορίτσι μένει έγκυος, αλλά, πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα, αποφασίζει να γεννήσει το παιδί, αφού, όπως ομολογεί «… και να το ρίξω, αυτό θα μεγαλώνει μέσα στο κεφάλι μου». Σαράντα τρία χρόνια μετά, η Χλόη Αρτεμίου αποφασίζει να αντικρίσει κατάματα τους εφιάλτες της. Μια διαλυμένη γυναίκα στο αεροδρόμιο της Αθήνας, ανήμπορη να αποφασίσει αν θα βαδίσει προς την πύλη αναχωρήσεων με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, όπου ζει ο βιαστής της. Θα καταφέρει να κάνει το βήμα που θα σηματοδοτήσει, επιτέλους, την ενηλικίωσή της;

Το βιβλίο του καλού συνάδερφου Σταύρου Χριστοδούλου το διάβασα απνευστί. Μέσα σε λίγες ώρες, χωρίς να μπορώ να το αφήσω λεπτό από τα χέρια μου. Η πλοκή διαπερνά όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν της τουρκικής εισβολής, έχοντας στο επίκεντρό του μια ανθρώπινη ιστορία που άπτεται μιας εκ των τραγικότερων πτυχών της κυπριακής τραγωδίας του 1974, αυτής των βιασμών νεαρών κοριτσιών από τον τουρκικό στρατό. Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα για όλους όσοι τολμούν να σταθούν μπροστά στην Ιστορία και να την κοιτάξουν κατάματα.

Το βιβλίο αυτό, που αποτελεί μεν προϊόν μυθοπλασίας, αλλά πατά σε στέρεες βάσεις αλήθειας και πραγματικότητας, αρνήθηκε να μεταφέρει στην τηλεόραση το κρατικό ΡΙΚ, προφασιζόμενο… ανωριμότητα των Κυπρίων τηλεθεατών να διαχειριστούν μια τέτοια ιστορία. Συγκεκριμένα, το εγχείρημα φαίνεται να σκόνταψε στις… ευαισθησίες του διορισμένου προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του ΡΙΚ, Γιώργου Κέντα, ο οποίος ανησύχησε πως το θέμα του βιασμού γυναίκας το 1974 θα προκαλέσει την κυπριακή κοινωνία και θα ξύσει ανεπούλωτες πληγές!

Είναι αλήθεια ότι ο συγγραφέας επέλεξε ένα θέμα δύσκολο, σκληρό, στενάχωρο. Τόσο επώδυνο που ακόμα και λογοτεχνικά παρέμεινε ανομολόγητο κοντά μισό αιώνα. Έφτασε όμως θαρρώ το πλήρωμα του χρόνου για κάποιες ιστορίες να ειπωθούν. Όσο στενάχωρες, όσο άβολες κι αν είναι. Πενήντα χρόνια σιωπής δεν ήταν αρκετά; Πρέπει να περάσουν άλλα πενήντα ή μήπως πρέπει να πεθάνει η γενιά που τα έζησε για να τα πούμε; Για πόσο ακόμη θα κρύβονται κάποια γεγονότα κάτω από το χαλί; Τι φοβάται αλήθεια να προβάλει το ΡΙΚ; Τη δραματοποιημένη σκηνή του βιασμού άλλης μιας λογοτεχνικής ηρωίδας ή μήπως τα παρελκόμενα της ιστορίας που θα βγουν στην επιφάνεια για τα όσα προηγήθηκαν ή ακολούθησαν της τουρκικής εισβολής, όπως τις αναφορές στη δράση της ΕΟΚΑ Β’, το εμφύλιο μίσος ή ακόμη και την απόφαση της ηρωίδας να φέρει στον κόσμο το παιδί ενός Τούρκου που ήταν προϊόν βιασμού;

Τις τελευταίες μέρες όλοι είναι καρφωμένοι στους τηλεοπτικούς δέκτες, παρακολουθώντας σκληρές εικόνες από τον πόλεμο που μαίνεται στο Ισραήλ. Τζιχαντιστές καίνε ανθρώπους ζωντανούς, βιάζουν γυναίκες, απαγάγουν παιδιά. Κι όλα αυτά εδώ δίπλα, στη γειτονιά μας. Αυτά είναι αρκετά ώριμοι να τα βλέπουν οι Κύπριοι τηλεθεατές ή μήπως να συνεχίσουμε να τους ταΐζουμε σανό, προβάλλοντας μόνο ανάλαφρες σειρές τύπου… Ιστορίες του Χωρκού;

[email protected]