Ενισχύει ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος Παύλος Ιωάννου τις επικρίσεις του υπουργού Οικονομικών Κωνσταντίνου Πετρίδη κατά χειρισμών τραπεζών σε σχέση με το σχέδιο Εστία. Ο κ. Πετρίδης είχε υποστηρίξει, μετά τη συνεδρία του Υπουργικού την Τετάρτη, πως κάποιες από τις αιτήσεις που απορρίφθηκαν για ένταξη στο σχέδιο Εστία έτυχαν υποτυπώδους χειρισμού από τράπεζες (τελικά, με νέα απόφαση του Υπουργικού Συμβούλιου οι σχετικές αιτήσεις πιθανό να ενταχθούν στο σχέδιο).

Ενώπιον του Χρηματοοικονομικού Επιτρόπου βρίσκονται αρκετές καταγγελίες από δανειολήπτες των οποίων τα δάνεια έτυχαν αναδιάρθρωσης, με τον καθορισμό πολύ χαμηλής δόσης, που δεν κάλυπτε ούτε τους τόκους και το αρχικό κεφάλαιο, με αποτέλεσμα το δάνειο να αυξάνεται. Λόγω του ότι το δάνειο αναδιαρθρώθηκε τυπικά, θεωρείτο εξυπηρετούμενο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ενταχθεί στο Σχέδιο Εστία.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Δυσκολεύει η προστασία των εγγυητών δανείων

Μετά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου την Τετάρτη, υπολογίζεται πως θα επανεξεταστούν για ένταξη στο Εστία γύρω στις 200 με 250 αιτήσεις, που είχαν κατατεθεί παλαιότερα αλλά έτυχαν υποτυπώδους χειρισμού, με αποτέλεσμα την 30ή Ιουλίου 2017 και την 20ή Ιουνίου του 2019 να θεωρηθούν εξυπηρετούμενα δάνεια και να απορριφθούν. Σήμερα, λόγω της συγκεκριμένης πρακτικής, οι κατοικίες κάποιων δανειοληπτών κινδυνεύουν με εκποίηση (καθώς οι αναδιαρθρώσεις αποδείχθηκαν αναποτελεσματικές), ενώ σε κάποιες άλλες περιπτώσεις τράπεζες έχουν κινηθεί νομικά εναντίον τους.

Ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος, ανοίγοντας τα χαρτιά του στον «Φ», κάνει λόγο για πλασματικές αναδιαρθρώσεις που έγιναν στο παρελθόν, οι οποίες δημιουργούσαν πανωτόκια και φούσκωναν το ποσό του προβληματικού δανείου. Ο κ. Ιωάννου ανέφερε πως ο υπουργός Οικονομικών έχει απόλυτο δίκαιο και τοποθετήθηκε αποτελεσματικά. Όπως είπε, εάν μελετήσει κανείς τις συγκεκριμένες αναδιαρθρώσεις, θα αντιληφθεί την ορθότητα των εκφράσεων του υπουργού. Να σημειωθεί πως κάποια από τα παράπονα που υποβλήθηκαν στον Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικών Διαφορών σχετίζονται με τις επικρίσεις στις οποίες προχώρησε ο υπουργός. Επίσης, καταγγελίες που έχει ενώπιον του ο Φορέας, από τη μια προκαλούν έκπληξη και από την άλλη προβληματισμό.

Δόσεις ό,τι ναναι

Ο Επίτροπος παρέθεσε στον «Φ» κάποια από τα παράπονα που δέχθηκε. Συγκεκριμένα, σε μια περίπτωση αναδιάρθρωσης δανείου, η τράπεζα είχε καθορίσει στον δανειολήπτη να καταβάλλει δόση €10 για δύο μήνες (δηλαδή €10 τον μήνα). Ακολούθως, από τον Δεκέμβριο του 2017 μέχρι τον Ιούλιο του 2018, ο ίδιος δανειολήπτης θα έπρεπε να καταβάλλει μηνιαία δόση €73. Στη συνέχεια, από τον Αύγουστο του 2018 μέχρι τον Απρίλιο του 2031 η μηνιαία δόση του δανειολήπτη αυξήθηκε στα €192, ενώ το δάνειο θα εξοφλείτο τον Μάιο του 2031, με την καταβολή μιας τελευταίας, υποτίθεται, δόσης ύψους €118.

Εξάλλου, σε μια άλλη περίπτωση δανείου που αναδιαρθρώθηκε, το σχέδιο προνοούσε την καταβολή μηνιαίας δόσης €10 για δύο μήνες. Στη συνέχεια, από τον Νοέμβριο του 2017 μέχρι τον Ιούλιο του 2018, ο πρωτοφειλέτης του δανείου θα έπρεπε να καταβάλλει δόση €162 το μήνα. Ακολούθως, από τον Αύγουστο 2018 μέχρι τον Ιούλιο του 2031 το ύψος της μηνιαίας δόσης αυξανόταν στα €506. Τον Αύγουστο του 2031, ο δανειολήπτης θα έπρεπε να καταβάλει και μια δόση ύψους €352.

Σύμφωνα με τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο, ενώπιον του έχει καταγγελία σύμφωνα με την οποία στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης που καθορίστηκε, άλλος δανειολήπτης από τον Αύγουστο του 2018 είχε κληθεί να καταβάλλει μηναία δόση €10 για περίοδο 24 μηνών. Τον Σεπτέμβριο του 2018, ο συγκεκριμένος δανειολήπτης θα έπρεπε να καταβάλει ποσό €160 χιλ. Στη συνέχεια, θα έπρεπε να καταβάλει άλλες 177 δόσεις προς €1312 το μήνα, ενώ τον Ιούλιο του 2033 θα πλήρωνε στην τράπεζα μια τελευταία δόση, ύψους €1010. Λόγω αυτής της αναδιάρθρωσης, το δάνειο μήνα με το μήνα αυξανόταν περαιτέρω, λόγω των τόκων.

Όπως είπε ο Επίτροπος, τα πιο πάνω παραδείγματα αποδεικνύουν τις πλασματικές αναδιαρθρώσεις που γίνονταν και οι οποίες επιβάρυναν με επιπλέον τόκους τα δάνεια. Σύμφωνα με τον κ. Ιωάννου, το πρόβλημα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ορθολογικά γιατί, όπως είπε, «η όλη κατάσταση αποκαλύπτει σοβαρή διοικητική αποτυχία στη διαχείριση του σχεδίου και στα κριτήρια που καθορίστηκαν, παρά την στρατηγική σημασία που είχε η όλη προσπάθεια». Καταλήγοντας, σημείωσε πως το Σχέδιο ήταν εξαιρετικό και θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, εάν εφαρμοζόταν δίκαια.