Το 700 π.Χ., στο προ αντιπροσωπευτικό σύστημα του Δράκοντα, στην αρχαία Αθήνα, ολόκληρο το πολιτικό σύστημα άσκησης εξουσίας ανήκε εξ ολοκλήρου στην ολιγαρχία που το ήλεγχε και η κοινωνία ως σύνολο δεν συμμετείχε θεσμικά αλλά λειτουργούσε ως ιδιώτης.

Σήμερα, στον δυτικό κόσμο έχουμε φιλελεύθερες ολιγαρχίες, σε ένα εν γένει προ αντιπροσωπευτικό σύστημα, με προφανώς την πολύ σημαντική διάκριση της ανά τετραετίας ή πενταετίας νομιμοποίησης διά μέσου των εκλογικών διαδικασιών, αυτών που κατέχουν τις θέσεις εξουσίας και λαμβάνουν τις αποφάσεις για όλη την κοινωνία.

Ευρισκόμαστε πολιτικά ομιλούντες στις παρυφές του 700 π.Χ., αφού σε τεράστιο βαθμό η κοινωνία δεν έχει μετεξελιχθεί σε Δήμο, που ως πολιτικό υποκείμενο λαμβάνει θεσμικά αποφάσεις, αλλά μάλλον είναι διασπασμένη κυρίως σε ιδιώτες χωρίς θεσμικό ρόλο, με τους πλείστους ιδιώτες/idiots να είναι φορτωμένοι με δάνεια και οικονομικές  εξαρτήσεις που υποθηκεύουν σε πρακτικό επίπεδο την ατομική ελευθερία και καθορίζουν τις πολιτικές τους επιλογές.

Το πελατειακό κράτος που βιώνουμε τόσο έντονα στην Κύπρο βασίζεται σε τεράστιο βαθμό σε ακριβώς αυτή την οικονομική εξάρτηση, με τα κόμματα ως τους απόλυτους φορείς εξουσίας να ευρίσκονται στον ρόλο του ολιγάρχη της εποχής του Δράκοντα, τα οποία διανέμουν κατά το δοκούν και κατά τα συμφέροντα τους στους «πελάτες» τους αυτά που τα ίδια θέλουν.

Ο πολίτης της μιας μέρας

Ως εκ τούτου, είναι ξεκάθαρο ότι αυτό που καθιστά όλους εμάς σήμερα ανελεύθερους και ανήμπορους να γίνουμε πολίτες είναι αυτό που ήδη υπονοήθηκε, ήτοι σε συντριπτικό βαθμό η οικονομική μας εξάρτηση, τα ατέρμονα, ατελείωτα οικονομικά βάρη, σε έναν φαύλο κύκλο που δεν τελειώνει ποτέ, «εξαναγκάζοντας» τους πλείστους ιδιώτες που είναι πολίτες για μια μέρα μόνο κάθε πέντε χρόνια, να «επιλέγουν» για άρχοντες τους αυτούς που θα τους «ωφελήσουν» ατομικά ενεργώντας ωφελιμιστικά και ατομικιστικά.

Μέσα από αυτές τις διαδικασίες του πολίτη της μιας μέρας ανά πενταετία μπορεί προφανώς και να επιλεγούν άνθρωποι που έχουν καλές προθέσεις και θέλουν να προβούν σε πολιτικές ενέργειες ωφέλιμες για το κοινωνικό σύνολο εν γένει.

Το μεγάλο πρόβλημα συνολικά της κοινωνίας μας ξεκινά από το ότι αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις για μας χωρίς εμάς είναι ανεξέλεγκτοι και, ως φαίνεται, τις πλείστες φορές φαίνεται να εφαρμόζεται αυτό που ειπώθηκε για την εξουσία από τον Λόρδο Άκτον.Ο ιστορικός Λόρδος Άκτον, που έζησε τον 19ο αιώνα, στα πλαίσια ένος ευρύτερου διαλόγου για το πώς πρέπει οι ιστορικοί να κρίνουν το παρελθόν, κατέγραψε στην επιστολή του, 5/4/1887, προς τον Αγγλικανό επίσκοπο Mandell Creighton τη διαπίστωσή του πως «η εξουσία τείνει να διαφθείρει και η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα».

Ο Μοντεσκιέ, νομομαθής, συγγραφέας και φιλόσοφος του Διαφωτισμού, τον 18ο αιώνα διαπίστωνε επίσης πως «κάθε άνθρωπος που ασκεί εξουσία τείνει εις κατάχρησιν αυτής. Διά να μην καθίσταται δυνατή η κατάχρηση εξουσίας, πρέπει τα πράγματα να είναι τοποθετημένα κατά τρόπον ώστε η εξουσία να αναχαιτίζει την εξουσία».

Ήδη, από την αρχαιότητα, οι Έλληνες φιλόσοφοι είχαν αντιληφθεί την τρομακτική δύναμη της εξουσίας επί της κοινωνίας όταν αυτή δεν χαλιναγωγείται και είναι αυτοί που πρώτοι αποπειράθηκαν να εξεύρουν τρόπους ελέγχου της.

Ο Πλάτωνας, στην «Πολιτεία» του, κατέγραψε τη θεμελιώδη του άποψη ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να κατακτήσει επάξια το δικαίωμα να ασκεί εξουσία και αυτό μόνο μέσω της Παιδείας και της Αγωγής της Ψυχής, ώστε να φτάσει στο Αγαθόν, δηλαδή το κοινό καλό, το καλό της Πολιτείας και όλων των ανθρώπων που την αποτελούν και ότι η μόνη προστασία που έχουμε από την κατάχρηση εξουσίας είναι η Παιδεία και η ΨυχΑγωγία

Πρώτος ο Αριστοτέλης, στα «Πολιτικά» του, καταγράφει για το πώς μια Πολιτεία μπορεί να προστατευτεί από την αυθαίρετη εξουσία, ώστε να μην καταστεί τυραννία και είναι ουσιαστικά ο πατέρας του όρου περί διάκρισης των εξουσίων: «ἔστι δὴ τρία μόρια τῶν πολιτειῶν πασῶν… ἓν μὲν τί τὸ βουλευόμενον περὶ τῶν κοινῶν, δεύτερον δὲ τὸ περὶ τὰς ἀρχάς… τρίτον δέ τί τὸ δικάζον», Αριστοτέλης, Πολιτικά Δ 1297b [τρία είναι τα μέρη όλων των πολιτευμάτων… πρώτο αυτό που αποφασίζει και ψηφίζει τους νόμους, δεύτερο αυτό που ασκεί την εξουσία, και τρίτο εκείνο που δικάζει].

Για να εκπληρωθούν οι τρεις αυτές διαφορετικές, ποιοτικά, λειτουργίες του κράτους, με τρόπο που να αποτρέπεται ο δεσποτισμός και η κατάχρηση της εξουσίας με τη συγκέντρωσή τους σε ένα πρόσωπο ή σε ένα κρατικό όργανο, θα πρέπει κάθε λειτουργία να έχει ανατεθεί σε διαφορετική κρατική εξουσία και να ασκείται από διαφορετικό κρατικό όργανο.
Οι τρεις, επομένως, κρατικές εξουσίες θα πρέπει να είναι έτσι οργανωμένες, ώστε το όργανο που θεσπίζει το νόμο ή τον κανόνα δικαίου να μην μπορεί να τον εκτελεί ούτε να μπορεί το ίδιο να δικάζει με βάση τον κανόνα που το ίδιο θέσπισε.

Η θεωρία των θεσμικών αντιβάρων

Η θεωρία των θεσμικών αντιβάρων (check and balances) αναγεννήθηκε από τον Μοντεσκιέ, στις αρχές του 18ου αιώνα, απηχώντας το συνταγματικό ιδεώδες, το οποίο συνοψιζόταν στην αναζήτηση μιας μορφής διακυβέρνησης που δεν θα εξαρτώνταν από τις διακυμάνσεις ή την ασταθή ισορροπία του κοινωνικο-πολιτικού συσχετισμού δυνάμεων, αλλά αντιθέτως θα εξασφάλιζε την «αιώνια» διευθέτηση και αυτορρύθμισή τους προς όφελος της πολιτικής σταθερότητας και της πολιτικής ελευθερίας.

Για τον Μοντεσκιέ, το σύνταγμα δεν είναι παρά μία δομή διακυβέρνησης, η οποία στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης των στοιχείων της, ενεργοποιεί μια σειρά από κανόνες, που ρυθμίζουν τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, δηλαδή τη συμπεριφορά των εξουσιών, σε ένα σύστημα όπου όλες οι δυνάμεις οφείλουν να συνεργαστούν μεταξύ τους για να υπάρξει νομοθετική δράση.

Αυτή η εσωτερική μηχανική εξισορρόπησης των δυνάμεων σημαίνει ότι «η εξουσία αναχαιτίζει την εξουσία», ότι «κανένα όργανο δεν είναι σε θέση να καταχραστεί την εξουσία» και ότι η «μετριοπάθεια» και η «πολιτική ελευθερία» είναι το τελικό αποτέλεσμα της εξισορροπημένης διακυβέρνησης.

Την εφαρμογή της σύλληψης του Μοντεσκιέ τη βρίσκουμε στο Αμερικανικό Σύνταγμα του 1787 και ιδίως στις προβλέψεις για το διπλό νομοθετικό σώμα, το veto του Προέδρου, τη διαρρύθμιση των σχέσεων μεταξύ Πολιτειών και Ομοσπονδιακής Εξουσίας, ακόμη και στον τρόπο με τον οποίο διορίζονται οι δημόσιοι υπάλληλοι ή ασκείται η εξωτερική πολιτική και η διεθνής διπλωματία.

Το έχω γράψει επανειλημμένως και το λέω ξανά, είναι επιτακτικό πλέον ιδίως μετά και την συνεχόμενη στάση του Γιώργου Σαββίδη που νοιώθει ως φαίνεται ανεξέλεγκτος ως Γενικός Εισαγγελέας ότι θα πρέπει να τεθεί άμεσα θέμα συνταγματικής μεταρρύθμισης ώστε να θεσμοθετηθεί διαδικασία πρότασης δυσπιστίας μέχρι και ανάκλησης κάθε ενός που κατέχει θέση εξουσίας.

Advocates-Legal Consultants