Την ώρα που εντείνονται οι διαβουλεύσεις μεταξύ κυπριακής Κυβέρνησης και ΑΔΜΗΕ, με άμεση εμπλοκή και της ελληνικής Κυβέρνησης, για επίσπευση της επενδυτικής απόφασης για συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας με 100 εκατ. στην εταιρεία Great Sea Interconnector, που θα κατασκευάσει το έργο, η Ελεγκτική Υπηρεσία τονίζει την ανάγκη να προηγηθούν μελέτες κόστους-οφέλους, βιωσιμότητας και σκοπιμότητας, πριν ληφθεί η απόφαση.

Κληθείς να σχολιάσει την απόφαση της κυβέρνησης να ζητήσει, μέσω επιστολής του υπουργού Εμπορίου, την επικαιροποίηση από τον ΑΔΜΗΕ της μελέτης κόστους – οφέλους για τη διασύνδεση, ο εκπρόσωπος Τύπου της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, Μάριος Πετρίδης, ανέφερε στο philenews ότι «συμφωνούμε απόλυτα ότι σε καμιά επένδυση δεν πρέπει να εμπλακεί η Δημοκρατία αν δεν διενεργήσει τις κατάλληλες μελέτες, κόστους – οφέλους, σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, ώστε να διασφαλιστεί ότι το έργο είναι οικονομικά προσιτό και ανταποδοτικό».

Ο κ. Πετρίδης πρόσθεσε και το εξής: «Η είσοδος της Δημοκρατίας στην επένδυση για την ηλεκτρική διασύνδεση δεν μπορεί να γίνει σε τιμή άλλη από την αγοραία αξία του ποσοστού του κεφαλαίου που θα αποκτήσει».

Θυμίζουμε ότι ο ΑΔΜΗΕ αντιδρά έντονα στο αίτημα της Κυπριακής Δημοκρατίας για νέα επικαιροποιημένη μελέτη κόστους – οφέλους, υποστηρίζοντας ότι αυτή θα προκαλέσει μεγάλη καθυστέρηση, ενώ το έργο τρέχει με την κατασκευή του καλωδίου στη Νορβηγία από τη Nexans, με τεράστιο κόστος που πρέπει να καταβάλλεται μηνιαίως, με την πρώτη δόση -55 εκατ. ευρώ- να προβλέπεται για τις 30 Απριλίου και άλλα 55 εκατ. στις 31 Μαϊου. Ο ΑΔΜΗΕ θεωρεί πως όλες οι αναγκαίες μελέτες έχουν προ πολλού γίνει, κατατέθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το έργο κρίθηκε βιώσιμο και εγκρίθηκε χορηγία 657 εκατ. για την ενίσχυση της χρηματοδότησης του έργου. Εκτιμά δε, πως η σημερινή απαίτηση του Υπουργείου Ενέργειας για νέα μελέτη συνιστά υπαναχώρηση της Κυβέρνησης από τις διαβεβαιώσεις της για συμμετοχή στο έργο και πιθανό να οδηγήσει σε αναστολή του έργου.

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση εμμένει στην απόφαση που έλαβε το Υπουργικό Συμβούλιο τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με την οποία η συμμετοχή ή όχι της Κύπρου στην επένδυση θα αποφασιστεί όταν γίνουν νέες μελέτες κόστους – οφέλους και δέουσας επιμέλειας. Για την αλλαγή της απόφασης ασκούνται έντονες πιέσεις από μέρους της ελληνικής Κυβέρνησης.