Η προστασία της μεσαίας τάξης μέσω της διατήρησης ενός καλού επιπέδου μισθολογικών ωφελημάτων θα πρέπει να είναι πρωταρχικός στόχος για κάθε Κυβέρνηση.

Στην περίπτωση της Κύπρου, οι εργασιακές ανατροπές, οι οποίες συντελέστηκαν τα προηγούμενα έτη προς όφελος των εργοδοτών, θα πρέπει σταδιακά να αποκατασταθούν. Και αυτή η αποκατάσταση θα επιτευχθεί μόνο μέσα από τη διατήρηση ενός ικανοποιητικού επιπέδου Εθνικού Κατώτατου Μισθού, τη σωστή εφαρμογή και διεύρυνση των Συλλογικών Συμβάσεων, στη βάση και των ευρωπαϊκών Οδηγιών και την πλήρη αποκατάσταση και εφαρμογή της ΑΤΑ.

Σε ό,τι αφορά τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό, το αποτέλεσμα είναι μέχρι στιγμής αρκετά επιτυχημένο. Ασφαλώς και η εφαρμογή του Εθνικού Κατώτατου Μισθού θα είχε κάποιο κόστος για τις επιχειρήσεις, όμως ο σκοπός εξ αρχής δεν ήταν να επωφεληθούν οι επιχειρήσεις, οι οποίες κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών και των μέτρων λιτότητας είδαν την κερδοφορία τους να εκτοξεύεται, ενώ την ίδια ώρα οι μισθωτοί είδαν τις απολαβές τους να μειώνονται δραματικά. Απώτερος στόχος ήταν να ξεφύγει μια σημαντική μερίδα εργαζομένων από την παγίδα της φτώχειας.

Εάν παρατηρήσει κάποιος τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας στη βάση του ΑΕΠ (προσέγγιση εισοδήματος σε τρέχουσες τιμές) από το 2012 μέχρι και το 2023, οι απολαβές των μισθωτών ως ποσοστό του ΑΕΠ κυμάνθηκαν από 9,4 δισ. ευρώ σε 12,2 δισ. ευρώ αντιστοίχως, αύξηση δηλαδή της τάξεως περίπου του 30%, ενώ την ίδια ώρα η κερδοφορία των επιχειρήσεων εκτοξεύθηκε από 3,5 δισ. ευρώ σε 8,6 δισ. ευρώ, μια αύξηση της τάξεως του 145%.

Είναι γι’ αυτό τον λόγο που το Συνδικαλιστικό Κίνημα, όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη, είχε δώσει όλες του τις δυνάμεις για αναστροφή της κατάστασης. Στην περίπτωση της Κύπρου, η εισαγωγή Εθνικού Κατώτατου Μισθού ήταν καταλυτική για να αποτραπεί περαιτέρω επιδείνωση της αρνητικής αυτής κατάστασης.

Η ΑΤΑ

Το ίδιο ισχύει και για την ΑΤΑ, που ήταν, είναι και παραμένει μηχανισμός αποκατάστασης της αγοραστικής δύναμης των μισθών, στην περίπτωση έντονων πληθωριστικών πιέσεων και όχι εργαλείο άσκησης κοινωνικής πολιτικής.

Εάν η Κυβέρνηση και οι εργοδότες θέλουν πραγματικά να βοηθήσουν στην άμβλυνση των εισοδηματικών ανισοτήτων θα έπρεπε να είχαν υπόψη τους πως οι εισοδηματικές ανισότητες τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν την περίοδο που η ΑΤΑ ήταν παγοποιημένη και όχι μετά που άρχισε να καταβάλλεται στο 50% και τώρα στο 66,7%.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Βάση Δεδομένων για την Ανισότητα, που υπάρχει στη Σχολή Οικονομικών του Παρισιού, το 10% του πληθυσμού της Κύπρου με τα υψηλότερα εισοδήματα στο τέλος του 2012 (έτος παγώματος της ΑΤΑ) είχε μερίδιο 29% επί του συνόλου του εθνικού εισοδήματος της χώρας, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο για το 50% των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων ήταν στο 25%. Η ανισορροπία αυτή συνεχίστηκε και διευρύνθηκε τα χρόνια των μέτρων λιτότητας. Ωστόσο, η σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας, σε συνδυασμό και με τις οικονομικές πολιτικές αποκατάστασης των μισθών, όπως ήταν και η ΑΤΑ, βοήθησαν να αμβλυνθούν εν μέρει οι εισοδηματικές ανισότητες και οι δείκτες να επανέλθουν σε επίπεδα προ κρίσης.

Ασφαλώς, το πρόβλημα της διεύρυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων δεν θα το λύσει η ΑΤΑ, απλώς το παράδειγμα αναδεικνύει πως κινήθηκαν οι ανισότητες την περίοδο που επανήλθε η ΑΤΑ και την περίοδο που δεν καταβαλλόταν και πως η επιχειρηματολογία κάποιων για το ότι η ΑΤΑ όπως δίδεται είναι κοινωνικά άδικη είναι μη σχετική και εκ του πονηρού.

Εξάλλου, οι πλείστες χώρες της Ε.Ε. αλλά και οι ΗΠΑ δεν έχουν ΑΤΑ αλλά δυστυχώς το πρόβλημα των ανισοτήτων μεταξύ κρατών και εντός κρατών διευρύνεται και τα αποτελέσματα τα ζούμε σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας μας.  

Στόχευση στα εισοδήματα

Γι’ αυτό, η Κυβέρνηση είναι σημαντικό στις προτεραιότητες της να δώσει έμφαση όχι μόνο στην ΑΤΑ, αν θέλει να κτυπήσει την φτώχεια και τις ανισότητες, αλλά στην ακόμα μεγαλύτερη βελτίωση των προνοιών και του πλαισίου εφαρμογής του Εθνικού Κατώτατου Μισθού, ο οποίος αποδεδειγμένα και μέσα από επιστημονικές μελέτες σε αρκετές χώρες βοήθησε στη μείωση της φτώχειας μέσω της αύξησης των μισθών.

Η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων έχει θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα, στα έσοδα του κράτους και την ευημερία των πολιτών. Το τελευταίο οικονομικό δελτίο του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (ΚΟΕ) του Πανεπιστημίου Κύπρου για τον Απρίλιο του 2024 αναφέρει πως η εγχώρια δραστηριότητα τα τελευταία δυο τρίμηνα έχει επωφεληθεί από τη μείωση του πληθωρισμού, την αύξηση των απολαβών και την ισχυρή δημοσιονομική θέση της χώρας.

Απολαβές, κατανάλωση, ανάπτυξη

Ας μην ξεχνάμε πως διαχρονικά η οικονομική δραστηριότητα της Κύπρου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εγχώρια κατανάλωση. Η Κυβέρνηση θα πρέπει επομένως να επικεντρωθεί σε πολιτικές που ενισχύουν και υποβοηθούν την αύξηση των απολαβών των εργαζομένων, όπως είναι και η προοπτική επέκτασης της εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων γιατί μόνο μέσα από την ενδυνάμωση των εισοδημάτων των εργαζομένων θα επιτευχθεί μια βιώσιμη ανάπτυξη.

Για παράδειγμα, η άνοδος του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων θα βοηθήσει στην αύξηση της αποταμίευσης στον τόπο μας, κάτι για το οποίο είμαστε πίσω συγκριτικά με άλλα κράτη, ενώ την ίδια ώρα να σημειώσουμε πως, με βάση επιστημονικές μελέτες, η αύξηση στο εισόδημα των νοικοκυριών μπορεί να μειώσει και την πιθανότητα αθέτησης ενός δανείου αλλά και τις καθυστερήσεις αποπληρωμών σε δανειακές συμβάσεις.

Όλα τα πιο πάνω θα πρέπει να τα λαμβάνει υπόψη της η κυβέρνηση για χάραξη των οικονομικών της πολιτικών, αναλογιζόμενη τις κοινωνικές και εργασιακές προεκτάσεις.

* Υπεύθυνος Τμήματος Οικονομικών Μελετών ΣΕΚ