Το εμπόριο έχει αλλάξει μορφή τα τελευταία χρόνια σε διάφορα επίπεδα.

(α) Από τη μια οι on line αγορές αυξάνουν το ποσοστό τους χρόνο με το χρόνο, ασκώντας μεγάλη πίεση στα φυσικά καταστήματα, αλλά την ίδια ώρα δίνοντας πολύ περισσότερες επιλογές στους καταναλωτές.

(β) Την ίδια ώρα, η άνοδος της Κίνας και η επέκταση της επιρροής της σε διάφορα σημεία ανά το παγκόσμιο φαίνεται να περνά μέσα από τον έλεγχο των εμπορικών οδών, με αποτέλεσμα η χώρα να έχει αποκτήσει σταδιακά τον έλεγχο ενός μεγάλου αριθμού λιμανιών και την κυριότητα των logistics.

(γ) Τέλος, ο πρόσφατος εμπορικός πόλεμος, με εμπλεκόμενες τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ε.Ε. έχει αλλάξει τις ισορροπίες και έχει ανακατευθύνει τις εξαγωγές σε άλλες αγορές, στοχεύοντας διαφορετικό καταναλωτικό κοινό.

Άνοδος on line αγορών

Σύμφωνα με πρόσφατα στατιστικά στοιχεία, το 63% των αγορών ξεκινά online, ακόμα κι αν οι αγορές γίνονται στο τέλος σε φυσικό κατάστημα. Οι καταναλωτές ελέγχουν τα στοιχεία του προϊόντος, διαβάζουν κριτικές και συγκρίνουν τιμές πριν αποφασίσουν από πού να αγοράσουν.

Σύμφωνα με τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας στην Ελλάδα, για τους online καταναλωτές οι διαδικτυακές αγορές αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο το 10% των συνολικών τους αγορών. Τουλάχιστον 1 στους 3 online καταναλωτές θεωρούνται πλέον ιδιαίτερα προχωρημένοι, αφού οι ηλεκτρονικές τους αγορές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 20% των συνολικών τους αγορών.

Όσον αφορά στην Κύπρο, το ποσοστό των online αγορών είναι ακόμα αρκετά μικρό, αφού ανέρχεται μόλις στο 6-7%. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου αυτό αναπόφευκτα θα αυξηθεί, χωρίς όμως – προς το παρόν τουλάχιστον – να απειλούνται τα φυσικά καταστήματα.

Ορισμένα άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία σε σχέση με τις on line αγορές αναφέρουν ότι: Το 37,9% των καταναλωτών αγοράζουν μετά από την προβολή διαφημίσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Από viral προϊόντα ομορφιάς έως τα πιο δημοφιλή gadgets, οι κοινωνικές πλατφόρμες διαμορφώνουν τις αγοραστικές συνήθειες περισσότερο από ποτέ.

Ενώ τα social media καθοδηγούν τις online αγορές, οι στατιστικές μάρκετινγκ online έναντι offline υποδεικνύουν ότι οι offline αλληλεπιδράσεις, όπως οι προσφορές και τα events στο κατάστημα, επηρεάζουν σημαντικά τις αποφάσεις αγοράς.

Στις ΗΠΑ δαπανήθηκαν 80,55 δισεκατομμύρια δολάρια σε διαφήμιση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ οι ειδικοί προβλέπουν ότι η δαπάνη θα φτάσει τα $82 δισεκατομμύρια φέτος, καθώς οι εταιρείες συνεχίζουν να επενδύουν στα social media για την αλληλεπίδραση με το κοινό και τις πωλήσεις. Το Facebook κυριαρχεί στην αγορά μεταξύ αυτών των πλατφορμών, αντιπροσωπεύοντας πάνω από 80% των δαπανών διαφήμισης στα social media.

Η κυριαρχία της Κίνας

Πριν λίγο καιρό, ο Επίτροπος για το Εμπόριο της ΕΕ Μάρος Σέφκοβιτς πρότεινε να μπει ένα τέλος της τάξης των 2 ευρώ σε όλα τα μικρά δέματα που εισέρχονται στην ΕΕ από κινεζικές πλατφόρμες ηλεκτρονικού λιανεμπορίου χαμηλού κόστους, όπως Temu, Shein και Alibaba.

Τα τέλη θα ισχύουν για δέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ, σύμφωνα με επιστολή που έστειλε ο Σέφκοβιτς στις εθνικές κυβερνήσεις.

Τα δέματα που πηγαίνουν στις αποθήκες ή σε κέντρα διανομής θα εξακολουθήσουν να έχουν το ίδιο τέλος, δηλ. 50 σεντ. Βέβαια, πριν από την απόφαση αυτή, οι χώρες της ΕΕ φρόντισαν να δώσουν την κυριότητα ενός μεγάλου αριθμού λιμανιών σε κινεζικές εταιρείες, με αποτέλεσμα σήμερα να είναι σε θέση να ελέγχουν τις περισσότερες εμπορικές οδούς.

Ο έλεγχος των λιμανιών

Οι κινεζικές εταιρίες — κυρίως κρατικά ελεγχόμενοι κολοσσοί, όπως η COSCO Shipping Ports (CSP), η China Merchants Port Holdings (CMP) και η ιδιωτική Hutchison Ports με έδρα το Χονγκ Κονγκ — έχουν αποκτήσει ουσιαστικό έλεγχο σε κρίσιμες υποδομές ευρωπαϊκών λιμένων. Ενώ αυτό παρουσιάζεται ως εμπορική στρατηγική, τα επιχειρησιακά τους πρότυπα αποκαλύπτουν ευρύτερες στοχεύσεις — και η Ευρωπαϊκή Ένωση αρχίζει επιτέλους να συνειδητοποιεί το μέγεθος και τους κινδύνους αυτής της στρατηγικής διείσδυσης.

Η εξάπλωση της Κίνας στα ευρωπαϊκά λιμάνια δεν αφορά μόνο την εμπορευματική διακίνηση, αλλά πρόκειται για στρατηγική προβολή ισχύος. Γι’ αυτό και η Ευρώπη οφείλει να επιλέξει κατά πόσο θα συνεχίσει να παραχωρεί ζωτικές υποδομές σε ανταγωνιστές ή θα διεκδικήσει την κυριαρχία και τη στρατηγική της αυτονομία. Μέχρι τον Αύγουστο του 2023, κινεζικές εταιρίες είχαν επενδυτική παρουσία σε 31 τερματικούς σταθμούς εμπορευματοκιβωτίων στην Ευρώπη:

Οι 23 υπό έλεγχο των COSCO και China Merchants (πλειοψηφία ή στρατηγική μειοψηφία), ενώ 8 λειτουργούν υπό την Hutchison Ports. Η γεωγραφική διασπορά καλύπτει 13 χώρες, περιλαμβάνοντας θέσεις δίπλα σε βάσεις του ΝΑΤΟ και κρίσιμες στρατιωτικές υποδομές. Μεταξύ των επενδύσεων αυτών, είναι τα λιμάνια του Πειραιά, Βαλένθια και Μπιλμπάο στην Ισπανία, Βάντο Λιγκούρε στην Ιταλία, Αμβούργο στην Γερμανία, Ρότερνταμ στην Ολλανδία, Μασσαλία και Χάβρη στην Γαλλία και πολλές άλλες.

Αποθήκες εντός ΕΕ

Όσον αφορά δε στο θέμα του τέλους (επιβάρυνσης) που επιχειρεί να βάλει η ΕΕ σε προϊόντα από την Κίνα, φαίνεται ότι οι κινεζικές εταιρείες έχουν βρει και εδώ τη λύση, δημιουργώντας αποθήκες εντός της ΕΕ.

Αποτέλεσμα τούτου, να μειώσουν τους χρόνους παράδοσης και να γλιτώσουν τα τέλη της ΕΕ. Ειδικότερα, το Temu, η ταχέως αναπτυσσόμενη πλατφόρμα e-commerce που είναι γνωστή για τις χαμηλές τιμές και τη μεγάλη ποικιλία προϊόντων της, έκανε άλλη μια δραστική κίνηση στην ευρωπαϊκή αγορά.

Ανοίγοντας τοπικές αποθήκες, το Temu στοχεύει να μειώσει τους χρόνους και το κόστος αποστολής, παρέχοντας μια ακόμη πιο απρόσκοπτη εμπειρία αγορών για τους πελάτες του. Για τους Ευρωπαίους καταναλωτές, η εξέλιξη αυτή σημαίνει ταχύτερες παραδόσεις και ευκολότερες επιστροφές, ενώ για τους εγχώριους πωλητές λιανικής σηματοδοτεί μια ακόμη πρόκληση για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί σε μια ολοένα και πιο παγκοσμιοποιημένη αγορά.

Με τη δημιουργία αποθηκών πιο κοντά στους πελάτες του, το Temu μπορεί: Να παραδίδει τα προϊόντα ταχύτερα, συχνά εντός ημερών αντί εβδομάδων. Να απλοποιήσει και να επιταχύνει τις επιστροφές, αντιμετωπίζοντας ένα από τα κύρια σημεία που ταλαιπωρούν τους online καταναλωτές. Να μειώσει το κόστος εφοδιασμού, επιτρέποντας περαιτέρω μειώσεις τιμών ή βελτιωμένα περιθώρια κέρδους.

Ο εμπορικός πόλεμος

Η διαμάχη ΗΠΑ και Κίνας με την επιβολή δασμών εκατέρωθεν, από τη μια απέδειξε ότι οι δύο υπερδυνάμεις βασίζονται εν πολλοίς η μια στην άλλη, ωστόσο από την άλλη, έδωσε την ευκαιρία, κυρίως στην Κίνα, να στραφεί και προς άλλες αγορές. Ειδικότερα, οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες στον κόσμο έχουν ένα εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ τους το οποίο με βάση τα επίσημα στοιχεία για το 2024 ήταν 585 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι ΗΠΑ εισάγουν πολύ περισσότερο από όσο εξάγουν προς την Κίνα.

Οι κινεζικές εισαγωγές στις ΗΠΑ το 2024 ήταν 440 δισεκατομμύρια, με τις εξαγωγές τους να είναι περίπου ¼ μικρότερες, 145 δισεκατομμύρια δολάρια. Το εμπορικό ισοζύγιο ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη ήταν 295 δισεκατομμύρια και είναι ελλειμματικό για την Ουάσιγκτον, η οποία δίνει περίπου το 1% του ΑΕΠ της στα κινεζικά ταμεία…

Η Κίνα με τετραπλάσιες εξαγωγές στις ΗΠΑ δεδομένα ήταν πιο εκτεθειμένη σε αυτό το μέτρο των δασμών. Τα δικά της προϊόντα έγιναν ακριβότερα στις ΗΠΑ, με τον κίνδυνο να έπεφταν σημαντικά οι πωλήσεις σε μία αγορά που δεν είναι η μεγαλύτερη για το Πεκίνο, αλλά είναι από τις «βαρύτερες» σε όγκο.

Η Κίνα διαθέτει σήμερα τον τρόπο, με βάση την έκθεση της αμερικανικής βιομηχανίας στα εδάφη της, να ασκήσει όμως ουσιαστικές πιέσεις στην καρδιά του αμερικανικού οικονομικού συστήματος. Το παράδειγμα της Apple πέρα από ενδεικτικό των άμεσων συνεπειών είναι και αποκαλυπτικό για το πόσο «μακριά» μπορεί να το πάει ο Σι και η Κίνα.

Για να μεταφέρει σήμερα η Apple το 10% μόλις της συνολικής παραγωγής συσκευών από τα δεκάδες εργοστάσια που η εταιρεία έχει σε κινεζικά εδάφη πίσω στις ΗΠΑ χρειάζεται να επενδύσει περισσότερα από 30 δισεκατομμύρια δολάρια και χρειάζεται τουλάχιστον 3 χρόνια. Ένα iphone το οποίο σήμερα ο Αμερικανός αγοράζει προς 1.000 δολάρια – εάν η κατάσταση συνεχιστεί ως έχει – θα κοστίζει στους εντός ΗΠΑ χρήστες 3,5 φορές περισσότερο…

Οι επιπτώσεις στις μικρές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και οι επιλογές τους

Η άλωση  των ευρωπαϊκών αγορών από την Κίνα, σφίγγει τη θηλιά γύρω από τις μικρές κυρίως, ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Δεδομένα, οι επιχειρήσεις αυτές δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις κινεζικές εταιρείες, ειδικά όπως έχει διαμορφωθεί το τοπίο με τον έλεγχο πληθώρας ευρωπαϊκών λιμανιών από την Κίνα, τη δημιουργία αποθηκών στην Ευρώπη και την κυριαρχία των κινεζικών app, όπως το Temu και το Shein.

Τι μπορούν να κάνουν οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις: (α) Οι πωλητές λιανικής πρέπει να επικεντρωθούν στο να πουλάνε κάτι περισσότερο από ένα απλό προϊόν. Δίνοντας έμφαση στην ιστορία πίσω από τις προσφορές τους και δημιουργώντας μοναδικές εμπειρίες, μπορούν να προσθέσουν αξία στα προϊόντα τους που δεν μπορεί να αναπαράγει η τυποποιημένη προσέγγιση των κινεζικών εταιρειών.

(β) Οι τοπικές επιχειρήσεις έχουν την ευκαιρία να δημιουργήσουν μόνιμες σχέσεις με τους πελάτες τους προσφέροντας εξατομικευμένες υπηρεσίες, προγράμματα επιβράβευσης και συμμετοχή στην κοινότητα.

(γ) Καθώς η βιωσιμότητα και η ηθική κατανάλωση αποκτούν μεγαλύτερη σημασία για τους καταναλωτές, οι εγχώριοι μικροπωλητές μπορούν να αναδείξουν την εγγύτητα και τη δέσμευσή τους στην κοινότητα. Η έμφαση στις μικρότερες αλυσίδες εφοδιασμού, στις καλύτερες συνθήκες εργασίας και στις φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές μπορεί να προσελκύσει αγοραστές που έχουν συνείδηση της ποιότητας και εκτιμούν τις υπεύθυνες αποφάσεις αγοράς.

ΠΗΓΕΣ: protothema.gr / aqurate.ai/el/blog / crisismonitor.gr / qrcode-tiger.com