Το άμεσο και πολύ σημαντικό ερώτημα για την πορεία του ασφαλιστικού τομέα στην Κύπρο είναι σε ποσό βαθμό θα επηρεαστεί η κρίση στην παγκόσμια οικονομία. Πληθωρισμός και άνοδος στα επιτόκια που εφαρμόζουν σχεδόν όλες οι κεντρικές τράπεζες στον κόσμο δεν θα μπορούν να αφήσουν ανεπηρέαστο τον ασφαλιστικό τομέα της χώρας. Κατά πόσο θα έχει αρνητικές συνέπειες αυτό δεν είναι σίγουρο.

Τα επιτόκια και η Ιδιωτική ασφάλιση είναι συνδεδεμένα, οι τυχόν αλλαγές στα επιτόκια επηρεάζουν την κερδοφορία του ασφαλιστικού κλάδου. Με δεδομένο ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες κατέχουν περιουσιακά στοιχεία που αντισταθμίζουν το Απαιτούμενο Κεφάλαιο Φερεγγυότητας τους , όταν τα επιτόκια αυξάνονται, η αξία των περιουσιακών τους στοιχείων αυξάνεται αναλόγως. Ιστορικά, σε περιόδους αύξησης επιτοκίων, ο ασφαλιστικός κλάδος παρουσιάζει μεγαλύτερη κερδοφορία. Η άνοδος των επιτοκίων σαφώς ευνοεί τις επενδύσεις όπως προαναφέρθηκε – άρα και τους ισολογισμούς των Ασφαλιστικών. Όμως πάντα μια περίοδο με έντονες πληθωριστικές τάσης ακολουθεί μια περίοδος αποπληθωρισμού με την τάση να διορθώνει και εκεί οι αναλυτές του χώρου εφιστούν την προσοχή. Στο μακροοικονομικό περιβάλλον παράγοντες όπως ο αυξανόμενος πληθωρισμός με την αύξηση των τιμών των καταναλωτικών προϊόντων ενδεχομένως να επηρεάσουν και τα ασφάλιστρα.

Πιθανοί κίνδυνοι λόγω των αλλαγών στην παγκόσμια οικονομία, ίσως να επηρεάσουν και τις επενδύσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Η αβεβαιότητα στις αγορές ακινήτων ενδεχομένως να είναι μία πρόκληση ή και κίνδυνος για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις στην Κύπρο λόγω της μεγάλης έκτασης επενδύσεων που κατέχει η βιομηχανία σε ακίνητα. Η ασφαλιστική αγορά είναι ένας βασικός χρηματοοικονομικός πυλώνας της οικονομίας με συνολικά περιουσιακά στοιχεία πέραν των €4 δισεκατομμυρίων, και η υγιής ανάπτυξή της στηρίζει και συμβάλλει θετικά σε όλους τους τομείς της οικονομίας καλύπτοντας τόσο τις επιχειρήσεις και οργανισμούς όσο και τα νοικοκυριά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Δρ. Δ. Ζάμπογλου, CEO της DOTO: Αλλαγή παιχνιδιού

Στην Κύπρος δραστηριοποιούνται σύμφωνα με την Υπηρεσίας Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών 32 και είναι αδειούχες με βάση το άρθρο 14 των περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμων του 2016-2020 αλλά και 7 με έδρα σε Κράτος Μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Κύπρο υπό καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης (FOE).Επίσης πάνω από 450 ευρωπαϊκές ασφαλιστικές επιχειρήσεις χωρίς υποκατάστημα (υπό το καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών).

ΨΗΛΕΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Η παραγωγή του κλάδου ζωής αυξήθηκε κατά 19,9%, από τα 218,77 στα 262,3 εκατ. ευρώ. Οι γενικοί κλάδοι εμφάνισαν άνοδο 3,4%. Η παραγωγή του κλάδου στην Κύπρο ακολουθεί σαφή ανοδική πορεία με οικονομικά αποτελέσματα για το 2022 να είναι αρκούντος ενθαρρυντικά για την πορεία του κλάδου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου

(ΣΑΕΚ), κατά το πρώτο φετινό εξάμηνο:

w Η παραγωγή του κλάδου ζωής αυξήθηκε κατά 19,9%, από τα 218,77 στα 262,3 εκατ. ευρώ, μετά από ένα +10,3% που είχε σημειώσει το πρώτο εξάμηνο του 2021 έναντι του αντίστοιχου χρονικού διαστήματος του 2020.

w Οι γενικοί κλάδοι εμφάνισαν άνοδο 3,4%, με τη σχετική παραγωγή να διαμορφώνεται από τα 257,7 στα 266,57 εκατ. ευρώ.

ΜΕΓΑΛΗ ΑΥΞΗΣΗ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΖΩΗΣ

Στον κλάδο ζωής, συνεχίστηκε η μεγάλη συγκέντρωση σε σχετικά μικρό αριθμό εταιρειών, με ισχυρότερη παρουσία να διαθέτουν η Eurolife με μερίδιο 27,6%, η CNP Cyprialife με 22,3%, η Universal life με 12,1%, η Hellenic 9,8% και η Ancoria 8,8%. Οι δύο τελευταίες μάλιστα ήταν εκείνες που διεύρυναν σημαντικά τα μερίδιά τους σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021. Από ελληνικής πλευράς, στον κλάδο ζωής της κυπριακής αγοράς η Prime Insurance έχει μερίδιο αγοράς 5%, η Altius 4,8% και η Εθνική Ασφαλιστική 2,9%. Το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς στον κλάδο ζωής έχει η Eurolife (27,6%) με ασφάλιστρα €72,5 εκατ. έναντι 28,1% πέρσι. Δεύτερο μεγαλύτερο μερίδιο έχει η CNP Cyprialife (22,3%) με ασφάλιστρα €58,5 εκατ. Πέρσι το μερίδιο της ήταν 24,1%. Την πεντάδα με τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς συμπληρώνουν η Universal Life (12,1% από 15,2%), η Hellenic (9,8% από 6,8%) και η Ancoria (με 8,8% από 4,8%).

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ

Tα συνολικά ασφάλιστρα του γενικού κλάδου (συμπεριλαμβανομένων ασφαλίστρων ατυχημάτων και υγείας από εταιρείες ζωής) το εξάμηνο του 2022, αυξήθηκαν κατά 3,4% στα €266,6 εκατ., από €257,7 εκατ. το εξάμηνο του 2021. Το εξάμηνο του 2020, είχαν μειωθεί κατά 0,5%. Ο τομέας της ασφάλισης οχημάτων σημείωσε αύξηση 2,9%. Τα ασφάλιστρα από τον τομέα της ασφάλισης οχημάτων ανήλθαν στα €97,3 εκατ. έναντι €94,5 εκατ. Στους γενικούς κλάδους, ηγετικά μερίδια έχουν οι θυγατρικές της Τράπεζας Κύπρου (Γενικές Ασφάλειες Κύπρου και Eurolife) με 16,6%, οι θυγατρικές του πολυεθνικού Ομίλου CNP (CNP Ασφαλιστική και CNP Cyprialife) με 13,7%, η Trust με 7,9%, η Παγκυπριακή (θυγατρική της Ελληνικής Τράπεζας) με 7,8%, η Universal με 7,6% και η AIG με 6,2%. Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές εταιρείες γενικών κλάδων, η Εθνική Ασφαλιστική έχει μερίδιο 3,6%, η Altius 3,4%, η Υδρόγειος 3,1%, η Prime Insurance 2,2% και η Interamerican 1,6%.

ΙΣΧΥΡΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ

Ισχυρά κεφάλαια καταγράφουν οι πλείστες ασφαλιστικές εταιρείες, όπως διαφαίνεται από τις εκθέσεις φερεγγυότητας για το 2021 που ανακοίνωσαν. Εν μέσω των εντεινόμενων προκλήσεων, οι πλείστες εταιρείες και κυρίως οι μεγάλες ασφαλιστικές ξεπερνούν κατά πολύ τις εποπτικές απαιτήσεις φερεγγυότητας (solvency capital requirement) για το 2021. Οι εκθέσεις αποτυπώνουν την κεφαλαιακή τους ευρωστία αλλά την ίδια ώρα, εντοπίζονται σημαντικές διαφορές μεταξύ των εταιρειών σε ότι αφορά την κεφαλαιακή τους κατάσταση. Οι περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες υπερκαλύπτουν το απαιτούμενο εποπτικό όριο του 100%. Οι ασφαλιστικές εταιρείες υπέβαλαν εκθέσεις για την κατάσταση φερεγγυότητας, σύμφωνα με τις πρόνοιες της οδηγίας Solvency II που έχει τεθεί σε εφαρμογή σε πανευρωπαϊκό επίπεδο από την 1η Ιανουαρίου 2016. Όσο υψηλότερος είναι ο δείκτης φερεγγυότητας μιας ασφαλιστικής εταιρείας, τόσο πιο οικονομικά εύρωστη και επαρκώς κεφαλαιοποιημένη είναι, σε σχέση με τις δραστηριότητες και τους κινδύνους που αναλαμβάνει.

Με βάση τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν, το ψηλότερο δείκτη που φθάνει τo 834% έχει η KLPP Insurance & Reinsurance Company με διαθέσιμα ίδια κεφάλαια $382 εκατ. από $375,3 εκατ. το 2020. Ακολουθεί η CNP Cyprialife με δείκτη φερεγγυότητας 353% και ίδια κεφάλαια €173 εκατ., από €149,9 εκατ. το 2020 και η Hellenic Life με 300% από 399%. Ακολουθεί η HD Insurance με δείκτη 287%, η CNP Asfakistiki με 272%, η Εθνική Ασφαλιστική με 239% και η Eurolife με 227%.

Όσες εταιρείες έχουν δείκτη χαμηλότερο από το 100%, θα πρέπει να υλοποιήσουν ειδικό πρόγραμμα ενίσχυσης των κεφαλαίων τους. Σύμφωνα με εγκύκλιο της εφόρου ασφαλίσεων, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να ειδοποιούν αμέσως όταν ο δείκτης φερεγγυότητας τους μειωθεί στο 115% ή πιο κάτω, υποβάλλοντας παράλληλα συγκεκριμένο σχέδιο δράσης για σκοπούς σύντομης επαναφοράς των κεφαλαιακών απαιτήσεων φερεγγυότητάς τους σε ικανοποιητικά επίπεδα πέραν του 115%.

IFRS 17: ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ ΚΑΙ ΤΙ ΕΠΗΡΕΑΖΕΤΑΙ;

Η εισαγωγή των IFRS 17 στον ευρωπαϊκό ασφαλιστικό χώρο σηματοδοτεί από την 1η.1.2023 ριζικές αλλαγές για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις της ΕΕ, ιδίως αυτές που ασκούν ασφαλίσεις ζωής, μετά και τη δημοσίευση στις 23 Νοεμβρίου 2021 στην Εφημερίδα της ΕΕ του Κανονισμού 2021/2036, με τον οποίο τροποποιείται ο ισχύων κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1126/2008 με στόχο την έγκριση και ενσωμάτωση αυτού στο ευρωπαϊκό δίκαιο.

Στόχος του IFRS 17 είναι η παροχή μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης όσον αφορά στη λογιστική αντιμετώπιση των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις περιλαμβάνουν πληροφορίες στις οικονομικές καταστάσεις τους, οι οποίες αποτυπώνουν πιστά τα ασφαλιστήρια συμβόλαια και ότι οι χρήστες των οικονομικών καταστάσεων δημιουργούν ακριβή εικόνα της επίπτωσης των συμβολαίων αυτών στην οικονομική θέση, τις χρηματοοικονομικές επιδόσεις και τις ταμειακές ροές των επιχειρήσεων. Εν τέλει το ευρωπαϊκό κείμενο υιοθέτησε μια σημαντική απόκλιση σε σχέση με το πλαίσιο του IASB, καθώς προέβλεψε, μετά από αρκετή πίεση των ευρωπαίων ασφαλιστών, δυνατότητα των επιχειρήσεων, εφόσον το θελήσουν, να εξαιρούνται από την απαίτηση ομαδοποίησης σε ετήσια βάση (annual cohorts). Το Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 17 (IFRS 17) είναι το πρώτο ολοκληρωμένο και πραγματικά διεθνές πρότυπο IFRS 17 που καθορίζει τη λογιστική για τα ασφαλιστήρια συμβόλαια που εκδίδονται από μια ασφαλιστική.

Το IFRS 17 στοχεύει στο να:

παρέχει επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις, τους κινδύνους και τις αποδόσεις που απορρέουν από τις ασφαλιστικές συμβάσεις, αυξάνει τη διαφάνεια στις χρηματοοικονομικές πληροφορίες που δημοσιεύουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, εισάγει ενιαία λογιστική για όλες τις ασφαλιστικές συμβάσεις, με βάση ένα ενιαίο μοντέλο μέτρησης.

 Οι σημαντικότερες αλλαγές που θα φέρει το πρότυπο είναι:

 η κατάταξη των ασφαλιστικών συμβολαίων σε ομάδες με κοινά χαρακτηριστικά επιμέτρησης και αναγνώρισης, η αναγνώριση του κέρδους από μια ομάδα ασφαλιστικών συμβολαίων σε όλη την περίοδο ασφαλιστικής κάλυψης, σε αντίθεση με την άμεση αναγνώριση της ζημιάς εάν μια ομάδα είναι ζημιογόνα,[1]η ξεχωριστή παρουσίαση του αποτελέσματος των ασφαλιστικών εργασιών από εκείνο των επενδυτικών.

Οι πρόσφατες τροποποιήσεις (amendments) του IFRS 17, που εκδόθηκαν τον Ιούνιο 2020, είναι μέρος της συνολικότερης προσπάθειας για βελτίωση του προτύπου και υποστήριξης των εταιρειών κατά την υιοθέτησή του, δίχως να διαταράσσονται οι βασικοί στόχοι.

Οι τροποποιήσεις σκοπεύουν στη:

[1] μείωση του κόστους, απλοποιώντας ορισμένες απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένου του κόστους ανάπτυξης συστήματος πληροφόρησης,  καλύτερη επεξήγηση των αποτελεσμάτων, αναθεωρώντας ορισμένες αρχικές απαιτήσεις

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Στην κυπριακή ασφαλιστική αγορά συζητείται έντονα το ζήτημα της ψηφιοποίησης των εργασιών, όπως επίσης και το θέμα των εξαγορών-συγχωνεύσεων, καθώς εκτιμάται ότι πολλές μικρές εταιρείες δεν θα μπορέσουν να «σηκώσουν» λειτουργικά το βάρος των ολοένα και αυξανόμενων εποπτικών απαιτήσεων που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση για τον κλάδο.

Τα ψηφιακά ασφαλιστικά προϊόντα έχουν μπει δυναμικά στη ζωή μας και όπως φαίνεται ήρθαν για να μείνουν. Η ζήτηση για ψηφιακά ασφάλιστρα και η διαδικτυακή διανομή τους θα μπορούσε να αποφέρει μείωση 280 δισ. δολάριων στα τρέχοντα ασφαλιστικά έσοδα έως το 2025, σύμφωνα με νέα έκθεση της Accenture.

Ο παγκόσμιος ασφαλιστικός κλάδος θα ενισχυθεί από 6,1 τρισ. δολάρια στις αρχές του 2020 σε 7,5 τρισ. δολάρια μέχρι το τέλος του 2025, καταγράφοντας ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης περίπου 3,5%. Αυτό περιλαμβάνει 800 δισ. δολάρια σε ασφάλιστρα που καταβάλλονται στις ΗΠΑ για την υγειονομική περίθαλψη, τα οποία παραδοσιακά δεν συνυπολογίζονται ως μέρος του ασφαλιστικού τομέα αλλά έχουν προκύψει ουσιαστικά χάρη στην παγκόσμια ζήτηση για τη σύγκλιση ψηφιακών προϊόντων και υπηρεσιών υγείας.

Όσο οι πελάτες επενδύουν σε «προσφορές» και προϊόντα που είναι διαθέσιμα online, τόσο τα τρέχοντα ασφαλιστικά έσοδα θα μπορούσαν να μετατοπιστούν από τα παραδοσιακά ασφαλιστικά προϊόντα σε προϊόντα τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλισης βάσει συμπεριφοράς για οχήματα και έξυπνα σπίτια. Επιπλέον, τα τρέχοντα έσοδα για την παραδοσιακή δια- νομή ασφάλισης θα περιοριστούν σημαντικά από ασφαλιστές που προσφέρουν ψηφιακή διανομή, καθώς οι πελάτες αγοράζουν ασφάλιση μέσω ψηφιακών καναλιών και τρίτων πλατφορμών.

Η έκθεση διαπίστωσε ότι οι ασφαλιστές θα ανταγωνίζονται για την αύξηση των εσόδων στον κλάδο ζωής, κυρίως διότι συνάπτουν νέες συνεργασίες σε ένα ψηφιακό οικοσύστημα για τη βελτίωση της υγείας και των οικονομικών των πελατών. Η Accenture εκτιμά ότι η σύγκλιση των κλάδων ασφάλισης ζωής, υγείας και πλούτου θα δημιουργήσει νέα έσοδα 120 δισ. δολαρίων – 60 δισ. δολάρια από έξυπνα προϊόντα υγείας, 30 δισ. δολάρια από προϊόντα και υπηρεσίες για τον γηράσκοντα πληθυσμό και 30 δισ. δολάρια από προϊόντα άμεσης διαχείρισης ζωής και πλούτου.

Η Επίσης η έκθεση προβλέπει ότι οι ασφαλιστές θα ανταγωνίζονται επίσης για νέα έσοδα για την κάλυψη των αναδυόμενων και των νέων αναπτυσσόμενων κινδύνων. Οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή αναμένεται να αντιπροσωπεύσουν 50 δισ. δολάρια νέων ασφαλιστικών εσόδων, ενώ οι υπηρεσίες κάλυψης και μετριασμού των κινδύνων που σχετίζονται με κυβερνοαπειλές και αναμένεται να αποφέρουν άλλα 25 δισεκατομμύρια δολάρια.

Από το τεύχος του περιοδικού Insider Νοεμβρίου