Την ώρα που το ΑΚΕΛ καταβάλλει νέα προσπάθεια για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών, μέσω της επιβολής έκτακτου τέλους αλληλεγγύης, οι τραπεζικοί οργανισμοί ζητούν την κατάργηση του ειδικού φόρου πιστωτικού ιδρύματος, ο οποίος είναι σε εφαρμογή από το 2011. Με αφορμή τη συζήτηση του νομοθετικού πακέτου για τη φορολογική μεταρρύθμιση, ο Σύνδεσμος Τραπεζών, με επιστολή του προς τα μέλη της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, τονίζει πως είναι αναγκαία η κατάργηση του ειδικού φόρου, καθώς —όπως υποστηρίζει— έχουν εκλείψει οι λόγοι για τους οποίους θεσπίστηκε πριν από δεκατέσσερα χρόνια.

Βάσει του νόμου, τα 35/60 του ειδικού φόρου που καταβάλλεται από τα πιστωτικά ιδρύματα μεταφέρονται στο Ταμείο Ανακεφαλαιοποίηση μέχρι να συγκεντρωθεί το ποσό των €175 εκατ., που είναι το ποσό που χρησιμοποιήθηκε για τη στήριξη του Συνεργατισμού. Τα υπόλοιπα 25/60 του ειδικού φόρου παραμένουν στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας. Όπως υποστηρίζουν οι τράπεζες, έχει ήδη συγκεντρωθεί το ποσό των €175 εκατ., τονίζοντας πως το Ταμείο Ανακεφαλαιοποίηση έχει πάψει να υφίσταται.

Σύμφωνα με τις τράπεζες, μετά τα νέα δεδομένα ο ειδικός φόρος πιστωτικού ιδρύματος δεν εξυπηρετεί πλέον τον σκοπό για τον οποίο είχε επιβληθεί. «Κρίνεται σκόπιμο όπως αρθεί η επιβάρυνση του τραπεζικού συστήματος με την εν λόγω φορολογία, εφόσον έχει επιτευχθεί ο στόχος για τον οποίο είχε εισαχθεί και, αφενός, διότι οι εγχώριες και διεθνείς εξελίξεις έχουν καταστήσει αναγκαία την ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης πρωτίστως διά μέσου της οργανικής κερδοφορίας, και, αφετέρου, διότι η επιβολή ειδικού φόρου πιστωτικού ιδρύματος επιφέρει ανταγωνιστικό μειονέκτημα στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα (ειδικότερα σε προσπάθειες προσέλκυσης κεφαλαίων/επενδυτών) σε σχέση με τα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στην ευρωζώνη», προστίθεται στην επιστολή.

Μάλιστα, οι τράπεζες προχωρούν ένα βήμα παρακάτω, ζητώντας η κατάργηση της σχετικής φορολογίας να γίνει μέσω της φορολογικής μεταρρύθμισης. «Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η τροποποίηση του πιο πάνω νόμου, είναι εισήγηση όπως αντ’ αυτού συμπεριληφθεί ο ειδικός φόρος στις εκπιπτόμενες δαπάνες και, άρα, όπως προβλεφθεί εδώ εξαίρεση που να αναφέρει ρητά ότι ο ειδικός τραπεζικός φόρος εκπίπτει βάσει του παρόντος άρθρου ανεξάρτητα από τον περί Επιβολής Ειδικού Φόρου Πιστωτικού Ιδρύματος Νόμου που δεν τροποποιείται επί του παρόντος».

Επιπρόσθετα, σημειώνουν πως η μη συμπερίληψη του ειδικού φόρου στις εκπιπτόμενες δαπάνες αποτελεί στρέβλωση της φορολογικής ουδετερότητας, καθώς πρόκειται για έξοδο ανεξαρτήτως κερδοφορίας, το οποίο επιβαρύνει μονομερώς τον τραπεζικό τομέα και λειτουργεί ως αντικίνητρο για την προσέλκυση επενδύσεων και κεφαλαίων. «Η μη αναγνώριση του μέχρι σήμερα ως εκπιπτόμενη δαπάνη συνιστά μορφή διάκρισης και είναι ασύμβατη με άλλες παρόμοιες επιβαρύνσεις», καταλήγουν.

Πάντως, στο πλαίσιο της συζήτησης των νομοθετημάτων για τη φορολογική μεταρρύθμιση στη Βουλή, ο Έφορος Φορολογίας, απαντώντας στο αίτημα των τραπεζών για κατάργηση της σχετικής φορολογίας, είχε υποστηρίξει πως, εάν γίνει κάτι τέτοιο, οι τράπεζες θα έχουν όφελος €15 εκατ.