Αυτή είναι η δεύτερη σκηνοθετική του συνεργασία με τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου και η πρώτη που αφορά για την Κεντρική Σκηνή. Και πραγματοποιείται μ’ ένα έργο ολιγοπρόσωπο μεν, επιβλητικό δε. Η βραβευμένη με Πούλιτζερ, παραβολική «Αμφιβολία» του Τζον Πάτρικ Σάνλεϊ έλαμψε στο Μπρόντγουεϊ και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 2008 από τον ίδιο τον συγγραφέα, με πρωταγωνιστές τη Μέριλ Στριπ και τον Φίλιπ Σέιμουρ Χόφμαν. Είναι ένα έργο που βασίζεται εν μέρει σε πραγματική ιστορία, αλλά λαμβάνει πανανθρώπινη διάσταση, καθώς διερευνά τη βασιμότητα των βεβαιοτήτων μας στον σύγχρονο κόσμο. Ο Σάνλεϊ πιστεύει ότι η πρόκληση κάτω από τον βόμβο της εποχής μας είναι να μάθουμε να ζούμε μέσα στην ακέραιη ασάφεια. Ο Ανδρέας Αραούζος συναντά ξανά, μαζί με μια ομάδα σπουδαίων συντελεστών, τη σπουδαία πρωταγωνίστρια Δέσποινα Μπεμπεδέλη, μετά τον μονόλογο «Μια ζωή γερμανική». Στο πλαίσιο αυτό, μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις του για τη φύση της αμφιβολίας αλλά και της βεβαιότητας.
– Τι σημαίνει για σένα η ευθύνη της σκηνοθεσίας για την κεντρική σκηνή του κρατικού θεάτρου; Τιμή, ευθύνη και μια σπάνια ευκαιρία για σοβαρή δημιουργία. Να εξηγήσω το «σοβαρή». Σαφώς και κάνουμε, πολλοί σκηνοθέτες, πολύ σοβαρή δουλειά στο ελεύθερο θέατρο. Όμως η άρτια υποδομή θεατρικού χώρου και εξοπλισμού, το τεχνικό προσωπικό, ο χρόνος που αφιερώνεται, ο προϋπολογισμός που σχετίζεται με μια παράσταση στο κρατικό μας θέατρο, δίνει στους σκηνοθέτες κάθε ευχέρεια να δημιουργήσουν με όσο το δυνατό λιγότερους περιορισμούς. Αυτό, βέβαια, τους φορτώνει –δικαίως- με μεγάλη ευθύνη, διότι το αποτέλεσμα οφείλει να δικαιώσει αυτά τα επιπρόσθετα (και σπάνια για το ελεύθερο θέατρο) αγαθά που τους παρέχονται. Και φυσικά είναι και το κοινό, που έρχεται με «ευλάβεια» στο κρατικό θέατρο, με απαιτήσεις και – πάνω από όλα – με όρεξη για να λάβει την τέχνη του θεάτρου.
– Με ποια συναισθήματα και σκέψεις επιστρέφεις στο συγκεκριμένο έργο; Κρατάω τον ίδιο μαγνητισμό που αισθάνθηκα προς τους διαλόγους του Σάνλεϊ από τον καιρό που το πρωτοδιάβασα. Και η ανάγνωσή μου, πιστεύω, παραμένει σταθερή. Αλλά κάθε δουλειά είναι ομαδική στο θέατρο και φυσικά το βάθος της πρόβας έχει αντίκτυπο και στο αποτέλεσμα. Με τους ηθοποιούς και τον σκηνογράφο μας έγινε μια πολύ γόνιμη και πολύπλευρη ανάλυση για κάθε πτυχή του έργου μας: ο κλήρος, η Αμερική της δεκαετίας του ‘60, ο ρατσισμός τότε και τώρα, η τέχνη της συζήτησης κι ο χειρισμός της πεποίθησης, οι κανόνες, οι όρκοι, οι παραβιάσεις… Αυτό, σαφώς, με τροφοδοτεί με πολύ ισχυρό τρόπο.
– Πώς βλέπεις αυτή τη δεύτερη συνεργασία με τη Δέσποινα Μπεμπεδέλη; Η χαρά μου ήταν τεράστια με το γεγονός ότι θα είχα ακόμα μια συνεργασία μαζί της και η τιμή επίσης που μου έκανε, επιθυμώντας το κι η ίδια. Είναι, πρώτα, τεράστια λάτρης της τέχνης μας κι η απαράμιλλη πειθαρχία της στην πρόβα είναι που την κάνει «σχολή» για τους συνεργάτες της. Αυτή τη φορά δεν τη σκηνοθετώ σε μονόλογο κι έτσι είχα την ευκαιρία ν’ απολαύσω τον τρόπο με τον οποίο συνεργάζεται με τους νεότερους συναδέλφους της. Ενώ δουλεύει, επιστρατεύει τη σοβαρότητα και το χιούμορ της ταυτόχρονα κι αυτό, προσωπικά, μ’ ενθουσιάζει. Σκληρή δουλειά, όμορφη δουλειά και με αποτέλεσμα που φέρει αυτή την υπογραφή της.

– Είναι η αμφιβολία κινητήριος δύναμη της τέχνης; Ο συγγραφέας έχει πει ότι με το έργο του θέλησε να καταρρίψει τη «μάσκα της βεβαιότητας» που κατάντησε μάστιγα για την Αμερική (2005), διότι η οποιαδήποτε αμφιβολία σε δημόσια debates κατέληξε να θεωρείται σημάδι αδυναμίας. Κι όμως σ’ αυτή τη ρωγμή, λέει, της αμφιβολίας, είναι που αρχίζει η συζήτηση. Κι εκεί βρίσκεται η ζωή. Και επαυξάνω: Τι άλλο μπορεί να χρειάζεται για να «φυτρώσει» το δράμα, από τη ρωγμή;
– Αισθάνεσαι άνετα σε προσωπικό επίπεδο όταν έχεις έντονη την αμφιβολία στο μυαλό σου; Η αβεβαιότητα με τρομάζει συχνά, αλλά όχι πάντα. Συμφωνώ με το συγγραφέα ότι οφείλουμε ν’ αγκαλιάσουμε την αμφιβολία. Από εκεί θα γεννηθούν νέα πράγματα- το πιο πιθανόν βελτιωμένα. Ένα άλλο θέμα που συζητήσαμε με τον ομάδα είναι «η σιωπή». Χρειάζεται η σιωπή για την ηρεμία μας και την αυτογνωσία μας. Ο συγγραφέας αναφέρει τη φλυαρία της εποχής μας. Πιστεύω ότι η αμφιβολία μάς προσφέρει την ευκαιρία να ακυρώσουμε τον θόρυβο και να δώσουμε χρόνο να σκεφτούμε, να κατανοήσουμε, να εξετάσουμε, ν’ αποφασίσουμε. Και ακόμα κάτι: η τελική απόφαση μπορεί να είναι ότι «δεν γνωρίζω»…
– Σε τρομάζουν περισσότερο οι βεβαιότητες; Όχι, δεν είναι άσπρο- μαύρο. Η βεβαιότητα μπορεί να είναι μεγάλο προσόν για την επαγγελματική και προσωπική μας εξέλιξη. Τα μόνιμα και αμέτρητα ερωτηματικά μπορεί να μας αφήσουν στάσιμους ή και να μας πάνε πίσω. Όμως, η βεβαιότητα, όπως πολλά πράγματα στη ζωή μας, θέλει θεμέλια. Η βεβαιότητα δεν μπορεί να είναι το ένστικτο ούτε κι η απόκρυψη της ημιμάθειας. Από την άλλη ούτε κι η εμπειρία σημαίνει ότι μας κάνει αλάνθαστους. Η βεβαιότητα μπορεί να είναι και αυταπάτη, τελικά, αλλά έχει τη χρησιμότητά της. Με μέτρο… όπως τα πάντα!
– Είναι ασυμβίβαστες οι έννοιες της πίστης και της αμφιβολίας; Όχι, νομίζω αυτό εννοώ. Θεωρώ πως είναι συμπληρωματικές. Μπορεί να ακούγεται ποιητικό οξύμωρο αλλά η αμφιβολία μπορεί να ενισχύσει την πίστη. Μπορεί να κάνει την πίστη πιο υγιή και στέρεη.
– Είναι εγγενής η ανάγκη του ανθρώπου να πιστέψει σε κάτι; Η αλήθεια είναι ότι η ιδέα αυτή, ότι δηλαδή ο «Θεός» δεν είναι παρά «η ανάγκη να πιστεύουμε», ότι είναι «η κατεύθυνση που έχουμε ανάγκη να καθορίσουμε», μού ακούγεται λογική, ακόμα κι όμορφη. Αν είναι placebo; Γιατί όχι; Δεν ξέρω.

– Πόσο ευχάριστη είναι η ιδέα για έναν θεατή ότι δεν μπορεί να πάρει το μέρος του ενός ή του άλλου; Είναι πολύ ευχάριστη, αλλά δεν τη θεωρώ δεδομένη. Πολλοί θα έχουν τη δική τους «βεβαιότητα» μετά την παράσταση για το τι πραγματικά έχει συμβεί. Ζούμε στις μέρες του ακατάπαυστου λαϊκού δικαστηρίου. Πού ακουμπάει αυτή η βεβαιότητα; Σε γεγονότα, σε λεπτομέρειες, σε διαίσθηση, σε προσωπική εμπειρία και επομένως υποκειμενική ανάγνωση…;
– Σε μια εποχή που υπάρχει τέτοια έξαρση παιδοβιασμών, δεν λειτουργεί η αμφιβολία προστατευτικά για τους θύτες; Μια απάντηση σε αυτό είναι: Δηλαδή θα ήταν καλύτερα να επιστρατεύουμε την ετικέτα της «βεβαιότητας» κι όποιον πάρει ο χάρος; Για τη σωστή προστασία των θυμάτων, που σαφώς είναι μια προτεραιότητά μας, θεωρώ πως πρέπει να εξετάζουμε σωστά την κάθε περίπτωση. Η αμφιβολία είναι μέρος της επιστήμης και τη δικαιοσύνης, πιστεύω. Σκοπός της αμφιβολίας είναι η εξακρίβωση της αλήθειας.
- INFO Η «Αμφιβολία» παρουσιάζεται στην Κεντρική Σκηνή ΘΟΚ από τις 4/11 και κάθε Παρασκευή, Σάββατο στις 8.30μ.μ. και Κυριακή στις 6μ.μ. και θα περιοδεύσει σε Πάφο, Λάρνακα και Λεμεσό, 77772717, thoc.org.cy