Η ιστορία, η μνήμη, το τραύμα, μπαίνουν ξανά στο κάδρο της ευαίσθητης ματιάς της Κωνσταντίας Σωτηρίου. Στο τέταρτο μυθιστόρημά της υφαίνει μοναδικές ιστορίες και αποκαλύπτει τα πορτρέτα ανθρώπων που συνδέθηκαν με το εμβληματικό ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας. Μέσα από γλυκόπικρα ποτά και αλμυρές ιστορίες, μέσα από συνταγές για τσάι λεβάντα, λικέρ κιτρομηλάκι και χαμένες ευκαιρίες, παρακολουθούμε το πώς η ανέγερση, η δόξα και η κατάρρευση ενός κτηρίου μπορεί να αντανακλά το χτίσιμο, τις «φασαρίες» και τον σπαραγμό μιας ολόκληρης χώρας.
Στα προηγούμενα βιβλία σου, αλλά και στο νέο βιβλίο «Brandy Sour», ασχολείσαι με τις ανοιχτές πληγές της ιστορίας της Κύπρου; Τι σε παρακινεί κάθε φορά να αγγίξεις λογοτεχνικά αυτά τα «καυτά» θέματα;
Νομίζω πως όλα ξεκινούν πρώτα απ’ όλα από τις δικές μου ανάγκες να γράψω για τα θέματα αυτά που με απασχολούν, και η λογοτεχνία είναι ο τρόπος ο δικός μου να θέσω ερωτήματα και ίσως να λάβω κάποιες απαντήσεις. Από εκεί και πέρα πιστεύω πως τα θέματα έρχονται κοντά μας και καταλήγουν να γίνουν βιβλία μέσα από συγκυρίες. Έγραφα ένα άλλο βιβλίο όταν μου έγινε ανάθεση να γράψω ένα διήγημα για την Πράσινη Γραμμή από το English Pen, για μια ανθολογία στα αγγλικά που αφορούσε 12 πόλεις που είναι διαχωρισμένες, και προέκυψε το Brandy Sour, στο οποίο αναφέρομαι στην ιστορία του Λήδρα Πάλας ως μια αντανάκλαση του πόνου και της διαίρεσης. Το διήγημα αυτό έγινε σύντομα μυθιστόρημα, επειδή αφενός ένιωσα πως είχα και άλλα πολλά να γράψω και αφετέρου επειδή η ιστορία του Λήδρα Πάλας ήταν απίστευτα συναρπαστική και σκοτεινή, γεμάτη ιστορίες που αποτέλεσαν εξαιρετική πρώτη ύλη για τη συγγραφή του βιβλίου.
Οι χαρακτήρες του είναι βασισμένοι σε αληθινά πρόσωπα;
Κάποιοι βασίστηκαν σε πραγματικά πρόσωπα και άλλοι σε φανταστικά, που θα μπορούσαν να έχουν υπάρξει. Έγνοια μου ήταν περισσότερο να αποδώσω το πνεύμα της κάθε εποχής που περιγράφω, αλλά και την ιστορία του ίδιου του κτηρίου που είναι ο βασικός πρωταγωνιστής του έργου μου.
Ποιες ήταν οι βασικές πηγές της έρευνάς σου;
Με βοήθησε πολύ η έκθεση που είχε γίνει για το Λήδρα Πάλας «Χορεύοντας σε μια γραμμή», επειδή μπόρεσα να αντλήσω από εκεί πολλές πληροφορίες. Βρήκα ωστόσο και πολλά ακαδημαϊκά άρθρα για το ξενοδοχείο, όπως της Όλγας Δημητρίου, που είχε γράψει για την πολιτική διάσταση που μπορεί να έχει η παρουσία ενός κτηρίου στην ιστορία μιας χώρας, ή του Λέλλου Δημητριάδη, που έγραψε για την ένωση του αποχετευτικού συστήματος της Λευκωσίας με τη συνεργασία του Μουσταφά Ακιντζί. Και φυσικά δημοσιεύματα και εφημερίδες της εποχής.
Το βιβλίο διατρέχει την ιστορία της Κύπρου από τότε που δημιουργήθηκε το ξενοδοχείο Λήδρα Πάλας μέχρι σήμερα. Ποιον χαρακτήρα από τις 22 ιστορίες που αφηγείσαι αγάπησες ιδιαίτερα;
Αυτή είναι μια πολύ δύσκολη ερώτηση, αλλά αν πρέπει να απαντήσω θα επέλεγα τη μικρή καμαριέρα του ξενοδοχείου, που κοινωνεί με κουμανταρία τον Γιούρι Γκαγκάριν και κοιτάζει τα αστέρια από το ξενοδοχείο για να δει τον Θεό.
Σε ποιο βαθμό σε έχει βοηθήσει στη συγγραφή η ιδιότηάα σου ως δημοσιογράφος;
Με έχει βοηθήσει στο να μπορώ να διαχωρίζω το υλικό μου και να καταφέρνω να μπαίνω στην ουσία των πραγμάτων. Ωστόσο, ειδικά σε αυτό το βιβλίο όλα τα θέματα τα βλέπω πλέον ως συγγραφέας, ούτε ιστορία γράφω, ούτε κάνω δημοσιογραφία. Γράφω λογοτεχνία, και είναι αυτό που με αφορά.

http://maria.panayiotou@phileleftheros.com
Ελεύθερα, 25.12.2022