Το 2022 ήταν μια γεμάτη χρονιά γι’ αυτόν. Ξεχώρισε σε παραγωγές όπως «Η λάμψη μιας ασήμαντης νύχτας», «Βιομαγεία», «Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες», «Πριν έρθει ο Γερμανός», υποδύθηκε και πάλι το άγαλμα στον νέο κύκλο παραστάσεων του «Still!» και συνέχισε τις εμφανίσεις σε σχολεία με το Θέατρο Βαλίτσα Intra Portas. Ο Ανδρέας Κουτσόφτας συνεχίζει με την ίδια φόρα και το 2023, χωρίς να φοβάται το ενδεχόμενο… υπερκόπωσης. Τα πόδια του έχουν βγάλει φτερά μετά τη διάκριση με το Βραβείο Νέου Δημιουργού της Χρονιάς του ΘΟΚ, ενώ απόφοιτος και του ΤΕΦΑΑ, λογικά έχει πολλές αντοχές- αν και που το θέατρο που τελικά τον κέρδισε αποδείχτηκε μάλλον πιο απαιτητική «πίστα». Άλλωστε, εκτός από την ευελιξία στην τεχνική και τον ιδιαίτερο χρωματισμό των ερμηνειών του, λαμβάνει αυτό το βραβείο επειδή ξεχώρισε για τη σωματική ευπλασία, την αμεσότητα και την εγρήγορση που τον χαρακτηρίζει.
– Ποια η σημασία αυτού του βραβείου για σένα; Κανένα βραβείο δεν είναι αυτοσκοπός, άλλωστε το θέατρο είναι η τέχνη που γεννιέται και πεθαίνει την ίδια στιγμή. Μένει ζωντανή μόνο στη μνήμη και αν… Η τέχνη αυτή δύσκολα μετριέται και βαθμολογείται. Παρ’ όλα αυτά, όταν έρθει η διάκριση είναι καλοδεχούμενη. Είναι η πίστωση στην προσπάθεια για την περασμένη χρονιά, σε σχέση με τους ρόλους που πέρασαν από τα χέρια μου, τα κείμενα, τις επιλογές μου να συνεργαστώ με τους συγκεκριμένους ανθρώπους, σκηνοθέτες και συντελεστές.
– Τι συνεπάγεται; Δεν θα κρύψω ότι χάρηκα όταν ανακοινώθηκε. Όχι εκείνη την στιγμή, διότι έκανα γυμναστική, ήμουν συγκεντρωμένος αλλού. Μετά, όταν επεξεργάστηκα και κατάλαβα τι ειπώθηκε, ένιωσα μεγάλη χαρά κι ακόμα μεγαλύτερη την επόμενη ημέρα. Όμως το βραβείο ανήκει στα περσινά. Σήμερα είναι μια νέα μέρα, ένας νέος χρόνος. Οπότε, δεν καθορίζει κάτι, ούτε εξασφαλίζει και δεν συνεπάγεται τίποτα περισσότερο από το να συνεχίσω να κάνω αυτό που μου αρέσει: να παίζω.
– Ποιο είναι το σημαντικότερο παράσημο στη δουλειά που κάνεις; Αν καταφέρουμε να καταγράψουμε στη μνήμη κάποιου θεατή μια παράσταση για όλη του τη ζωή, τότε μπορώ να πω πως είμαι πλούσιος. Αν κερδίζει το θέατρο έναν νέο θεατή μετά από κάθε παράσταση και η κοινωνία έναν καλύτερο άνθρωπο, τότε είμαι ευτυχισμένος.
– Στο «STILL!» υποδύθηκες ένα άγαλμα. Φαντάστηκες ποτέ τον εαυτό σου σ’ αυτή τη θέση; Είναι ένας ρόλος. Όπως σε κάθε ρόλο, καλείσαι να αποκωδικοποιήσεις τον χαρακτήρα. Το δύσκολο κομμάτι είναι ότι δεν υπάρχουν μαρτυρίες από αγάλματα, επομένως επιστρατεύεται όλη η φαντασία. Ευτυχώς, στο τιμόνι της παράστασης ήταν ο Κώστας Σιλβέστρος κι ο Παναγιώτης Τοφή. Ήξερα ότι δεν θα εκτεθώ. Όταν μου ανακοίνωσε ο Σταύρος Σταύρου τον ρόλο και τη φύση της παράστασης είπα «Ουάου!». Άλλωστε στο θέατρο όλα είναι πιθανά κι όλα μπορούν να συμβούν.

– Ποια ήταν η πρώτη σου σκέψη όταν ήρθε αυτή η πρόταση; Ότι, το σώμα μου θα περάσει δύσκολα. Η ερώτηση που έκανα στον εαυτό μου ήταν «πώς γίνεται να δείχνεις άψυχος και την ίδια στιγμή να έχεις ενέργεια;». Ποτέ δε μου πέρασε από το μυαλό ότι η ακινησία είναι ένα τόσο δυνατό στοιχείο. Έχω καταπιαστεί με «υπερκινητικούς» χαρακτηρες και πιστεύω ότι η ακινησία ήρθε την κατάλληλη στιγμή για να μου δείξει πόσο τεράστια υπόθεση μπορεί να φανεί έστω και μια ανάσα, μετά από τόση ώρα παγωμένος κι αφού έχω μουδιάσει ολόκληρος. Και την ανάγκη που έχει το σώμα για αέρα, για ζωή.
– Ποια στοιχεία της προσωπικότητάς σου δεν θα αποχωριζόσουν ποτέ- ούτε πάνω στη σκηνή; Την προσωπικότητα όσο κι αν προσπαθήσεις να την αφήσεις έξω από τη σκηνή, είναι αυτή που σε καθορίζει ως καλλιτέχνη. Είσαι καταδικασμένος να την κουβαλάς μαζί σου. Αυτό που γίνεται ή μάλλον που προσπαθώ να κάνω είναι να μεγαλώνω όσο περισσότερο γίνεται τα στοιχεία που έχω κοινά με τον εκάστοτε χαρακτήρα και να περιορίζω αυτά που είναι λιγότερο καθοριστικά. Αν και όλοι είμαστε όλα.
– Πώς το εννοείς αυτό; Δεν υπάρχει στοιχείο που να μην το κουβαλάμε, γιατί έτσι μας έχει διαμορφώσει η κοινωνία. Έχουμε βιώσει όλα τα συναισθήματα κι αν όχι, έχουμε σίγουρα αναφορές. Θυμός, έρωτας, φόβος είναι μερικά παραδείγματα. Όλοι έχουμε βρεθεί σε αυτές τις θέσεις και θα ξαναβρεθούμε. Αν είμαστε τυχεροί.
– Ποιο θεωρείς ότι είναι το μεγαλύτερό σου καλλιτεχνικό προσόν; Δεν ξέρω αν έχω μεγαλύτερο ή μικρότερο προσόν. Θα πω η περιέργειά μου, η τάση μου να διεκδικώ μέχρι τελικής πτώσης, το ότι ποτέ δεν παραιτούμαι. Επίσης, η ανάγκη μου να ξεπερνώ τα όριά μου. Δεν έχω αποφασίσει αν αυτά είναι καλά στοιχεία ή όχι, γιατί δεν μπορώ σχεδόν ποτέ να είμαι ήρεμος ή να εφησυχαστώ. Πάντως είναι σίγουρα κατάλοιπα του πρωταθλητισμού.

– Έχεις εντοπίσει ποιο είδος ηρώων σού ταιριάζει περισσότερο ερμηνευτικά; Όχι. Η αλήθεια είναι ότι ελπίζω να μην μου ταιριάζει κάτι περισσότερο. Είναι τόσα πολλά που δεν έκανα και θα ήθελα να πειραματιστώ και να δοκιμάσω. Νομίζω ότι είναι νωρίς να πω αν ταιριάζω κάπου περισσότερο ή λιγότερο. Όλοι οι χαρακτήρες είναι απίστευτα γοητευτικοί, φτάνει να εντοπίσεις τι είναι αυτό που τους κάνει να σε αφορούν προσωπικά. Κάπου εκεί αρχίζεις να καταλαβαίνεις κι εσύ τον εαυτό σου καλύτερα, να ανακαλύπτεις και να εντοπίζεις στοιχεία που μέχρι στιγμής δεν ήξερες καν ότι υπάρχουν μέσα σου.
– Πώς προσπάθησες να προσεγγίσεις έναν πασίγνωστο φανταστικό ήρωα, όπως ο Φιλέας Φογκ; Η περιγραφή που δίνει ο Ιούλιος Βερν, είναι συγκεκριμένη, ανάγλυφη και ακριβής. Είχα πολλά στοιχεία στα χέρια μου, με το που διάβασα το μυθιστόρημα. Αμέσως μετά, κατέγραψα ποια από τα στοιχεία αυτά κουβαλώ κι εγώ στην καθημερινότητά μου και ποια δεν φωτίζω συχνά. Μια τεράστια αντίθεση είναι ότι δεν είμαι Άγγλος λόρδος, δεν μπορώ να γίνω. Με τον Μάριο (Κακουλλή) δε θέλαμε σε καμία περίπτωση να παίξουμε κάτι τέτοιο. «Αυτό το στοιχείο θα δηλωθεί μέσα από τη δράση» μού είπε. Κάπως έτσι έγινε η αρχή. Έκτοτε περπατάμε χέρι-χέρι με τον Κύριο Φογκ. Είμαι περίεργος πού θα φτάσει όλο αυτό, μέχρι την τελευταία παράσταση.
– Ποιο έργο που έπαιξες νιώθεις να το κουβαλάς ακόμη μαζί σου; Όλα. Κάθε έργο είναι ένα σύμπαν, κάθε χαρακτήρας είναι ένας νέος κόσμος. Όσο γνώριμοι κι αν είναι κάποιες φορές, για να γραφτούν στο χαρτί πάει να πει ότι έχουν περισσότερο ενδιαφέρον από εμάς. Αυτό σημαίνει, ότι στο πέρασμά τους δεν μπορούν να μην αφήσουν το στίγμα τους. Δεν γίνεται να μιλάς γι’ αυτούς, να τους υπερασπίζεσαι στη σκηνή, αν δεν αγγίξουν την ψυχή σου. Οι ηθοποιοί γινόμαστε το κανάλι επικοινωνίας αυτών των ηρώων με το κοινό.

– Απολαμβάνεις το ίδιο μια δουλειά μετά από 15-20 παραστάσεις; Με την ομάδα Intra Portas κάναμε περίπου 400 παραστάσεις με το «Δωμάτιο του Γιώργου» κι άλλες 200 με την «Ιστορία του Βίκτωρα και της Μαρίας». Μας παρακολούθησαν χιλιάδες μαθητές. Έχω να πω ότι κάθε φορά ανακαλύπτω κάτι παραπάνω, κάτι καινούριο. Σ’ αυτό φυσικά παίζει ρόλο η συζήτηση που ακολουθεί με τους έφηβους μαθητές. Ακούγονται απίθανες απόψεις. Αυτό έχει ως συνέπεια να κατανοούμε κι εμείς οι ίδιοι καλύτερα το κείμενο και τους χαρακτήρες, αφού ακούμε τα γεγονότα που παρουσιάζουμε κατά τη διάρκεια της παράστασης μέσα από το φίλτρο των ατόμων που αφορούν. Παρεμπιπτόντως, υπάρχουν εξαιρετικά μυαλά και προσωπικότητες στη μαθητιώσα νεολαία. Είναι σοκαριστικό το πόσο ενήμεροι είναι για τα πάντα. Τέσσερα χρόνια μετά, είμαι σε θέση να πω ότι όσο πιο περπατημένη είναι μια παράσταση τόσο πιο πολύ τη χαίρομαι. Είναι απίστευτο σε τι επίπεδο μπορεί να φτάσει. Στην αντίπερα όχθη είναι στενάχωρο που πολλές παραγωγές είναι καταδικασμένες να κάνουν μόνο δέκα παραστάσεις και μετά να κατέβουν. Κι ας γεμίζουν τα θέατρα, ας τις ζητάει ο κόσμος.
– Γιατί αποφάσισες να κάνεις αυτή τη δουλειά; Θυμάμαι ότι για κάποιο λόγο ήθελα πολύ ν’ ασχοληθώ με το θέατρο, χωρίς να ξέρω γιατί. Με γοήτευε η ιδέα της σκηνής, του ρόλου. Δεν κατάφερα ποτέ να απαντήσω στο γιατί ένιωθα αυτή την έλξη. Πριν πολλάαα χρόνια, στο νηπιαγωγείο, είχα παρακολουθήσει μια παράσταση. Το μόνο που θυμάμαι είναι πως ενώ παρακολουθούσα, ήξερα ότι κάποια μέρα θα είμαι εκεί, στη σκηνή. Χρόνια μετά, μαθητής λυκείου, δήλωσα συμμετοχή στη σχολική παράσταση. Για τους λάθος λόγους. Έψαχνα αφορμές για να είμαι όσο το δυνατόν λιγότερο παρών στο μάθημα κι ήταν μια καλή δικαιολογία. Εν έτει 2023 σκέφτομαι ότι ίσως δεν ήταν και τόσο λάθος ο τρόπος που έγινε η πρώτη επαφή. Το «έχω πρόβα» εξακολουθεί να είναι μια ατάκα που λέω σχεδόν κάθε μέρα, αυτή τη φορά για τους σωστούς λόγους. Τώρα πια δεν με νοιάζει ν’ απαντήσω το γιατί. Έχω ανακαλύψει πόσο μαγική είναι η ώρα της παράστασης κι αυτό μου αρκεί.
– Ποιοι δάσκαλοι σε διαμόρφωσαν και ποιοι ηθοποιοί σ’ έχουν επηρεάσει; Καθηγητές μου στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης που έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωσή μου ήταν ο Κίμωνας Φιορέτος, ο Θοδωρής Οικονόμου, η Εύα Κοταμανίδου, η Μάνια Παπαδημητρίου, ο Δημήτρης Δεγαΐτης, ο Ερρίκος Μπελιές, πρόλαβα για λίγο τον Διαγόρα Χρονόπουλο. Αυτοί ήταν οι πρώτοι εμπνευστές μου. Ένας άνθρωπος του θεάτρου που με ενέπνευσε και τον σκέφτομαι πάντα είναι ο Βασίλης Παπαβασιλείου. Είχα την τιμή να τον γνωρίσω και να μιλήσω μαζί του για πολλά, που τα κουβαλώ μέσα μου σαν θησαυρό. Πολλοί ηθοποιοί με επηρέασαν, πολλές ερμηνείες ζήλεψα από παλαιότερους και από νέους. Χαίρομαι που υπάρχουν στην Κύπρο πολλοί ηθοποιοί που είναι πηγή έμπνευσης κι είναι τιμή μου όταν συναντιέμαι σκηνικά μαζί τους.
INFO
- «Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες», Λευκωσία, Θέατρο ΘΟΚ, κάθε Κυριακή στις 10:30π.μ. & καθημερινές μαθητικές παραστάσεις, 77772717 thoc.org.cy
- Το «Πριν έρθει ο Γερμανός» επιστρέφει για δύο μόνο παραστάσεις στις 27 & 29 Ιανουαρίου στο Θεατράκι του ΡΙΚ, (Παρασκευή 8.30μ.μ., Κυριακή 7.30μ.μ.), 99929374
- To «STILL!» επιστρέφει για άλλη μια παράσταση στο Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας, την Κυριακή 19 Φεβρουαρίου, στις 5μ.μ.
Ελεύθερα, 22.1.2023