Εξαιτίας κάποιων αναποδιών, έφτασε κοντά στο να παρατήσει το θέατρο. Όμως σήμερα βρίσκεται και πάλι στις επάλξεις, πιο συνειδητοποιημένος αλλά και πιο δεκτικός από ποτέ. Ο Χάρης Αττώνης αναμετριέται με τον συναρπαστικό χαρακτήρα της άσημης ηθοποιού Σεραφίνας Πασατέμπο, όπως ξεπηδά από τη μοναδική γραφίδα του Κώστα Μαννούρη. Η τριβή με τον χαρακτήρα αυτόν τον βοήθησε να συνειδητοποιήσει πόσο δύσκολο είναι να είσαι και να νιώθεις διαφορετικός κι ακόμη περισσότερο να το αποδεχτείς. Ο ίδιος εξομολογείται ότι ο σκηνοθέτης Κώστας Σιλβέστρος αναθέρμανε την αγάπη του για την τέχνη του θεάτρου, την οποία παρομοιάζει μ’ ένα μικρό σύμπαν που υλοποιείται μπροστά στα μάτια μας. Παράλληλα, διαπιστώνει πόσο συναρπαστικό είναι το να εισπράττεις την αγάπη των άλλων επειδή τους προκάλεσες πρωτόγνωρα συναισθήματα.
– Πώς θα περιέγραφες την εμπειρία της τριβής με τη γραφή του Κώστα Μαννούρη; Νιώθω τυχερός που τον γνώρισα τους πρώτους μήνες που βρέθηκα στην Κύπρο. Κάναμε σχέδια να συμπράξουμε θεατρικά και τηλεοπτικά –εν καιρώ καραντίνας– και η αρχή έγινε με κάποιες ταινίες μικρού μήκους (οι δύο εκ των οποίων για τον ΘΟΚ, σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Λάρκου) που βασίστηκαν σε κείμενά του. Όταν διάβασα το «Πασατέμπο», δε σταμάτησα να γελάω, δε σταμάτησα να δακρύζω. Αυτή ήταν πάντα η εμπειρία μου με τα κείμενα του Κώστα, μα ειδικώς το συγκεκριμένο ένιωσα πως ήταν από τα πιο όμορφα έργα που είχα διαβάσει, από αυτά που βουτούν περίτεχνα τόσο στην ποίηση όσο και στο ρεαλισμό και με αφορούν άμεσα.
– Τι είναι αυτό που κάνει τα κείμενά του τόσο ιδιαίτερα; Διαθέτει τη σπάνια ικανότητα να συνδυάζει βαθιά και περιεκτικά νοήματα με μια γλώσσα που τιμά την ελληνική γραφή και ταυτόχρονα να σου τσακίζει τον εγκέφαλο και την ψυχή. Κάθε του λέξη κουβαλά εικόνες, κάθε του παράγραφος ιστορία και πολιτισμό και οι χαρακτήρες του είναι τόσο ζωντανοί και οικείοι, όσο ο κάθε ξένος που έρχεται στη ζωή σου ξαφνικά και νιώθεις πως τον γνωρίζεις αιώνια και τόσο μυστηριώδεις και σύνθετοι, σαν τους συντρόφους ζωής που χάθηκαν σε μια νύχτα, χωρίς εξηγήσεις.
– Πόσο σημαντικό βρίσκεις να αξιοποιούνται στη σκηνή σύγχρονα εγχώρια έργα; Η σύγχρονη συγγραφή είναι πολύτιμη και θα έπρεπε να ενθαρρύνεται από την ίδια την πολιτεία. Χώρες όπως η Ισπανία και η Βρετανία γνωρίζουν μεγάλη άνθιση, μέσω οικονομικής και θεσμικής στήριξης. Σίγουρα, ο πειραματισμός ή η αναβίωση κλασικών κειμένων είναι σημαντικά, αλλά αυτό ωφελεί περισσότερο τους ίδιους τους δημιουργούς και ενδεχομένως τους θεατές που έρχονται σε επαφή -καμιά φορά επανειλημμένως- με τη σπουδαία διάνοια. Το ίδιο το θέατρο, όμως, και η τέχνη εν γένει, έχει ανάγκη να τροφοδοτείται διαρκώς από τη σύγχρονη δημιουργία, να είναι σε ενδελεχή διάλογο με την κοινωνία και να εξελίσσει τα μέσα και τις μεθόδους της ίδιας της αφήγησης.
– Είναι η επικαιρότητα βασική πηγή έμπνευσης; Το θέατρο, εδώ και χιλιάδες χρόνια, είναι ζωντανό ακριβώς επειδή αντλεί την έμπνευσή του από την επικαιρότητα, όχι με τη διάθεση την αναπαραγωγής μα πρωτίστως με τη μετουσίωση σε κάτι που μπορεί να μεταλάβει ο κάθε σύγχρονός του. Συνομιλεί με το κοινό του, όχι μόνο αισθητικά μα πάνω από όλα αισθητηριακά κι όπως ο κάθε δημιουργός -σκηνοθέτης, ηθοποιός ή σκηνογράφος- έτσι κι ο συγγραφέας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι αυτής της ιεροτελεστίας. Σε μια εποχή που η τέχνη ευτελίζεται, χώρες κόβουν τις επιχορηγήσεις στην καλλιτεχνική εκπαίδευση, στην Ελλάδα τα θεατρικά πτυχία υποβαθμίζονται και το να είσαι ηθοποιός εξακολουθεί να αποτελεί μια ρομαντική και συχνά μη ρεαλιστική μέθοδο επιβίωσης, το θέατρο πρέπει να μείνει ζωντανό με κάθε τρόπο. Κι ο τρόπος πάντα ξεκινάει από τους σύγχρονούς του.

– Πού συναντά δικά σου βιώματα η άσημη ηθοποιός Σεραφίνα Πασατέμπο; Στις πρώτες μας αναγνώσεις με τον Κώστα Σιλβέστρο, τα μάτια μας ήταν διαρκώς βουρκωμένα. Ο τρόπος που αγκάλιασε το έργο και μ’ εμπιστεύτηκε, ανοίγοντάς μου μονοπάτια και πλάθοντας ένα ολόκληρο σύμπαν, μ’ έβαλε σ’ ένα ταξίδι συναρπαστικό και απροσδόκητο. Νιώθω ευτυχής και προνομιούχος γι’ αυτή τη συνάντηση, γιατί ο Κώστας αναθέρμανε την αγάπη μου για την ίδια την τέχνη του θεάτρου. Η αφοσίωση, το ταλέντο, το ήθος και το χαμόγελό του είναι ευοίωνοι προπομποί ενός γνήσιου «θεάτρου καρδιάς». Εμπνεύστηκε και έφτιαξε το μοναδικό κόσμο της Σεραφίνας με πίστη, γνώση και ευαισθησία, με την αρωγή πολύτιμων συνεργατών. Το ταξίδι της, μέσα από μια Ελλάδα άλλης εποχής, χτυπάει διαρκώς τα καμπανάκια της μνήμης μου, όπως τα έζησα κάποια και άλλα όπως μου τα αφηγήθηκαν. Οι γειτονιές της Αθήνας, οι μυρωδιές της επαρχίας, το θεατρικό σανίδι, οι περιοδείες, οι παράξενοι άνθρωποι, οι ατελέσφοροι έρωτες και παράλληλα η αναζήτηση του εαυτού σου σ’ έναν κόσμο που φτιάχτηκε από άλλα υλικά, είναι λίγα μόνο από τα πολλά γνώριμα.
– Ποιο θα έλεγες ότι είναι το δράμα της Σεραφίνας; Είναι δύσκολο να είσαι και να νιώθεις διαφορετικός μα ακόμα πιο δύσκολο να το αποδεχτείς και να ξεπεράσεις τα όποια τραύματα. Είναι πολλά αυτά που πρέπει ν’ αφήσεις πίσω, ακόμη κι αν δεν ξέρεις τι σε περιμένει μπροστά. Η Σεραφίνα γεννήθηκε αγόρι και έζησε ως κορίτσι. Κι αυτό λέει πως είναι το πιο ηρωικό πράγμα που έκανε στη ζωή της. Εγώ αναγνωρίζω και κάτι ακόμη: έζησε μια ζωή μοναχική μα πλήρη, χωρίς απωθημένα και χωρίς ενοχές. Και σ’ αυτό μόνο θα ήθελα να της μοιάσω. Στην αποδοχή της μοναξιάς, πάλι, δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω.
– Ποια ιδέα είναι πιο τρομαχτική: να είναι κάποιος άσημος ηθοποιός ή διάσημος ηθοποιός; Η ιδέα κάθε «ταμπέλας» είναι τρομαχτική για μένα. Σίγουρα, το να μη γίνεις αυτό που έχεις ονειρευτεί, μπορεί να φαντάζει απογοητευτικό– ποιο όμως είναι αυτό; Να σε αναγνωρίζει ο κόσμος; Ναι, η διασημότητα μπορεί ν’ ανοίγει πόρτες. Πολύ πιο εύκολα από όσο αν είσαι ο σταρ των υπόγειων και εναλλακτικών σκηνών. Και συχνά η πίτα είναι άνισα μοιρασμένη. Αυτή είναι μια συζήτηση που θέλει πολλές σελίδες και χρόνια για να την αφομοιώσεις.
– Εσένα δεν σ’ ενδιαφέρει η διασημότητα; Η διασημότητα ως αυτοσκοπός, για μένα δεν έχει κανένα νόημα και δεν την επιδίωξα ποτέ. Αυτό, βέβαια δεν μ’ έκανε απαραίτητα καλύτερο ηθοποιό, πιο ποιοτικό ή πληρέστερο άνθρωπο. Έφαγα άπειρες φορές τα μούτρα μου, αμφισβήτησα τις ικανότητές μου, βυθίστηκα συχνά σε καταθλίψεις. Αυτό που ήταν για κάποιον αυτονόητο, για μένα ήταν μια διαρκής μάχη. Αλλά για να έρθω στα λόγια της Σεραφίνας: «ευτυχία είναι να γίνεις αυτό που ήταν για σένα προορισμός να γίνεις, για μια μέρα έστω». Τρομαχτικό για μένα θα ήταν το αντίθετο.
– Αισθάνεσαι όταν παίζεις ότι διαφυλάσσεις κάτι από την παράδοση του θεάτρου; Δεν προτιμώ τις βαρύγδουπες εκφράσεις και πιστεύω ότι το θέατρο είναι ένα σύνολο δημιουργίας, που απαρτίζεται από πολλές ιδιαίτερες και φωτεινές μονάδες. Όλοι συντελούν στη διαφύλαξη της παράδοσης και σίγουρα επιβάλλεται να έχεις μια δόση «τρέλας» για να κάνεις αυτήν τη δουλειά, που απαιτεί να παρεκκλίνεις, συχνά από τη νόρμα, αφού δεν είναι μια κανονική δουλειά και ίσως απαιτεί κι άλλες βασικές πηγές βιοπορισμού. Δεν έχει ωράρια, δεν παρέχει ασφάλεια, δεν έχει πάντα ορατό μέλλον. Συχνά, θα είσαι υποχρεωμένος να εργαστείς κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και ν’ ακολουθήσεις το όραμα οποιουδήποτε σοφού ή παράλογου πλάσματος, που συχνά του δίνεις το κλειδί να παίξει με το μυαλό ή την ψυχή σου.
– Πέρασε ποτέ από το μυαλό σου η σκέψη να τα παρατήσεις; Δεν κρύβω ότι κάποιες φορές έφτασα στα όριά μου και αμφισβήτησα τον ρόλο μου μέσα στο θέατρο. Αυτό προκλήθηκε κυρίως από συμπεριφορές παλαιολιθικές που ελπίζω πλέον να εκλείψουν, μια και η ανοχή έδωσε τη θέση της στην αλήθεια. Το θέατρο- βασανιστήριο ανήκει σε άλλες εποχές, όπως μας τις αφηγούνταν οι μεγάλοι δάσκαλοι. Μα σίγουρα πρέπει και σήμερα να νιώθεις ταγμένος για να υπηρετήσεις την τέχνη του θεάτρου. Είναι αυτό το συναίσθημα του κάτι πρέπει να κάνεις με τη ζωή σου (κάτι «σοβαρό», όπως θα έλεγε η μάνα σου), για να συνειδητοποιήσεις πως το θέατρο συχνά είναι όλη σου η ζωή. Για να το γειώσω όμως και πάλι, παραφράζοντας τη Σεραφίνα: «το θέατρο δεν είναι μια προσωπική επανάσταση, είναι μια δουλειά». Ή θα έπρεπε να είναι.
– Νοείται ηθοποιός χωρίς κάποιο ψήγμα ναρκισσισμού; Θα έλεγες ότι ο ναρκισσισμός είναι εργαλείο της δουλειάς σας; Στην εποχή του tik-tok, του instagram, ακόμη και του facebook, είναι ολοφάνερο πως ο ναρκισσισμός δεν είναι ίδιον των ηθοποιών, μα του ανθρώπινου είδους στο σύνολό του. Οπωσδήποτε, η αρχή της υποκριτικής είναι αρκετά εγωκεντρική. Το αντικείμενο της τέχνης και της δουλειάς σου είναι ο αυτός σου, το σώμα, το πνεύμα και η φωνή σου. Τόσο οι σπουδές όσο και οι πρόβες είναι μια συνεχής διαδικασία αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης– πάντα με αναφορά σε κάποιον άλλον, πάντα με τη χρήση μιας ιδέας ή ενός κειμένου, εσύ γίνεσαι ο φορέας αυτής της τέχνης. Κι όταν στο τέλος επιζητάς και το χειροκρότημα, αυτό από μόνο του το καθιστά περίεργο. Το θέατρο όμως είναι ένα μοίρασμα, είναι ένα μικρό σύμπαν που υλοποιείται μπροστά στα μάτια σου και απαιτεί τη συμμετοχή τόσο του δημιουργού όσο και του θεατή. Είναι όμορφο ν’ αγαπάς και να πιστεύεις στον εαυτό σου, να συγκινείσαι με την τέχνη σου -που όπως είπαμε, είναι ο εαυτός σου, έστω ως δοχείο- μα είναι συναρπαστικό το να εισπράττεις την αγάπη των άλλων, γιατί απλώς στάθηκες αφορμή να τους προκαλέσεις πρωτόγνωρα συναισθήματα ή απλώς να τους ταξιδέψεις, να τους απομακρύνεις για λίγο από την καθημερινότητα. Αν αυτό συνεπάγεται κάποια γαματοσύνη, τότε μπράβο. Αλλά όσο πιο βαθιά εγκύπτεις στο αντικείμενό σου, τόσο λιγότερο σε αφορά το υποκείμενό σου.
– Ποια εργαλεία θεωρείς τα πιο σημαντικά που πρέπει να έχεις στη διάθεσή σου; Η ελευθερία να δημιουργήσεις είναι η αρχή, καθώς και η γνώση και η καλλιέργεια των εκφραστικών σου μέσων. Tο θέατρο είναι ομαδική δουλειά και για μένα αυτό είναι το πιο πολύτιμο. Το αίσθημα της συνεργασίας, το να συνυπάρχεις με ανθρώπους που σε εμπνέουν και ενδεχομένως τους εμπνέεις κι εσύ, που σου δίνουν την ώθηση να συνεχίζεις, που σου ξυπνούν την ανάγκη να μοιράζεις και να μοιράζεσαι. Τα πιο σημαντικά εργαλεία λοιπόν είναι οι άνθρωποι. Το θέατρο είναι οι άνθρωποί του. Και σ’ αυτούς πρέπει να επενδύουμε.

– Πώς εξελίσσεται ένας ηθοποιός; Ο ηθοποιός για μένα είναι αθλητής: και του σώματος και του πνεύματος. Η εξέλιξή του έρχεται μέσα από τη διαρκή προπόνηση, τόσο πρακτικά όσο κι από ρόλο σε ρόλο, από παράσταση σε παράσταση. Ο ηθοποιός που ακούει και δέχεται την καθοδήγηση, την παρατήρηση, που είναι ανοιχτός σε νέες ιδέες και φόρμες, είναι ο ηθοποιός που βελτιώνεται και παραμένει ζεστός σε κάθε πρόκληση. Το να είσαι βέβαια ανοιχτός και δεκτικός, ενέχει πολλούς κινδύνους, μια και συχνά μπορεί να είσαι έρμαιο οποιασδήποτε συμπεριφοράς. Άρα, χρειάζεται και θωράκιση και φυσικά πολλή, πάρα πολλή τύχη. Ακόμα κι αν ξέρεις ότι το πλοίο κάποιες φορές θα οδηγηθεί στα βράχια κι εσύ πρέπει να το υπηρετήσεις. Να μην τσακιστείς κι εσύ, μαζί του. Δύσκολο!
– Νιώθεις να ρισκάρεις κάτι κάθε φορά που παίζεις; Το θέατρο είναι ανοιχτό στην κριτική. Και ζούμε σε μια εποχή που συχνά νιώθεις πως όλοι μας είμαστε κριτές των πάντων. Το βασικότερο που ρισκάρουμε είναι το να μην αρέσουμε. Δεν κάνουμε όμως θέατρο για να αρέσουμε, όσο νάρκισσοι κι αν είμαστε. Στη δική μου περίπτωση, ρισκάρω ασταμάτητα. Το θέατρο είναι μια ζωντανή τέχνη κι από στιγμή σε στιγμή τα πάντα μπορούν να πάνε λάθος. Από την αρχή μιας συνεργασίας, μέχρι την πορεία μιας παράστασης. Ποτέ δεν ηρεμώ, ποτέ δε νιώθω επαρκής και πλήρης. Έχω μια διαρκή αγωνία να είμαι παρών, ένα ζωντανό χρέος να πω μια ιστορία, όπως την ετοιμάζαμε για καιρό. Ακόμα κι αν αυτή η ιστορία δε φτάσει ως τον τελευταίο θεατή, ακόμα κι αν είναι ατελής, μέσα μου πρέπει να είναι πάντα ολοκληρωμένη. Να είναι πάντα η καλύτερή της εκδοχή. Α, ρισκάρω και τον ύπνο μου.
– Ποιο ήταν το σημείο καμπής στην πορεία σου και στη ζωή σου; Από το ξεκίνημά μου, συνεργάστηκα με μεγάλους θιάσους και γνωστούς δημιουργούς και σύντομα βρέθηκα εκτός συναγωνισμού. Ένα ατύχημα εν ώρα παράστασης (ηχείο που προσγειώθηκε στον αυχένα) στάθηκε ικανό να με ταρακουνήσει και σωματικά και ψυχικά. Χρειάστηκε ν’ αναρρώσω για καιρό μα η επιστροφή ήταν εξίσου επίπονη. Αποφάσισα ν’ απομακρυνθώ κι εκεί πέρασα μια μεγάλη και σκοτεινή περίοδο. Ένιωσα πόσο εφήμερη είναι η δουλειά, πόσο αναλώσιμοι μπορεί να είμαστε, πόσο άξαφνα μπορεί να σβήσουν τα φώτα. Έτσι, από νωρίς στράφηκα σε πιο εναλλακτικούς και προσωπικούς δρόμους, ενώ παράλληλα βιοποριζόμουν από άλλη δουλειά, μιας και η Ελλάδα έχει πολλές παθογένειες και σίγουρα μια από αυτές είναι το εργασιακό στο θέατρο.
– Πόσο σε πτόησε τελικά αυτή η αναποδιά; Δεν μου στέρησε την αγάπη για την υποκριτική, αντιθέτως ένιωθα ότι με έκανε όλο και πιο δυνατό, όλο και πιο πιστό σ’ αυτό που ένιωθα ότι υπηρετώ. Ακόμη κι αν συνεχώς έπρεπε να αποδεικνύω ποιος είμαι σ’ ένα χώρο που με είχε αναγνωρίσει από την αρχή, με είχε βραβεύσει, μα δεν ξέρω αν με είχε αποδεχτεί. Η δεύτερη και μεγαλύτερη καμπή ήρθε όταν ο εκείνος ο τραυματισμός δούλευε ύπουλα και εμφανίστηκε σοβαρά και αμετάκλητα πριν δυόμιση χρόνια, εδώ στην Κύπρο. Σε μια εποχή που ένιωθα δυνατός, ότι ξαναγεννιόμουν, ότι γύρισα μια σημαντική σελίδα στη ζωή μου. Έπρεπε να χειρουργηθώ άμεσα και μετά απ’ αυτό άλλαξαν πολλά. Η σχέση μου με τη ζωή, το σώμα μου, τους άλλους και φυσικά με το θέατρο. Επέστρεψα στη δουλειά, με την ενθάρρυνση των γιατρών, θέλοντας ίσως να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορώ, όπως και πριν. Ήταν δύσκολα για καιρό. Έπαιξε ρόλο και η τύχη. Έλαβα στήριξη από πολύ κόσμο και είμαι ευγνώμων. Έφτασα όμως κοντά στο να τα παρατήσω και να δω τι θα κάνω με τη ζωή μου. Ένιωσα αδύναμος και «άλλος». Έπρεπε να ανακαλύψω πολλά και πάλι, κυρίως τον Χάρη. Και σ’ αυτό το δρόμο βρίσκομαι. Και η Σεραφίνα με κρατάει, σφιχτά, από το χέρι.
INFO Το έργο του Κώστα Μαννούρη «Πασατέμπο» παρουσιάζεται στο Θέατρο Χώρα από τις 16/2. Παραστάσεις: 22, 23 Φεβρουαρίου, 1, 2, 8, 9, 14, 15 & 16 Μαρτίου, 8.30μ.μ. 99544934