Στο μυθιστόρημά του «Η νήσος του Χαλκουντάν» ο Ανδρέας Νικολαΐδης προσεγγίζει αλληγορικά την ιστορία της Κύπρου από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα. Είναι η κωμικοτραγική ιστορία μιας νήσου όπου τα νερά δεν ησύχασαν, και ποιος ξέρει αν θα ησυχάσουν, ποτέ.

– Γιατί επέλεξες για εξώφυλλο μια από τις αιωρούμενες πέτρες του Γιώργου Γαβριήλ; Είμαι πολύ ευτυχής που το περιεχόμενο του βιβλίου μου συναντήθηκε με τον συγκεκριμένο πίνακα, με τον τίτλο Μικρόκοσμος, από τη σειρά «Αντικατοπτρισμοί» και διπλά ευτυχής για τη φιλία μας με τον Γιώργο, η οποία ξεκίνησε με αφορμή αυτό το εξώφυλλο.  Στον πίνακα η πέτρα που αιωρείται έχει το σχήμα της Κύπρου κι έτσι απεικονίζεται η νήσος του Χαλκουντάν, οι άνθρωποι και το χώμα, η γη της, με τα πλούσια κοιτάσματα χαλκού, από τον οποίο πήρε το όνομά της. Στοιχεία που είναι κυρίαρχα στο περιεχόμενο του βιβλίου και παρουσιάζονται τόσο εύστοχα στο εξώφυλλο, μαζί με το γεγονός ότι ο τόπος ολόκληρος αιωρείται, θέση που δυστυχώς αντικατοπτρίζει την κατάσταση της χώρας μας.

– Τι σε ώθησε να πλάσεις με τη φαντασία σου αυτόν τον τόπο; Όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται, τη φαντασία μου την ώθησε η πραγματικότητα του τόπου μας. Όταν ξεκίνησα να γράφω τη νήσο του Χαλκουντάν, θυμάμαι, ήταν μια περίοδος μεγάλης απογοήτευσης από τις εξελίξεις στο Κυπριακό και η αρχική μου ιδέα ήταν ένας τόπος, μια χώρα, όπου όλα πέθαιναν. Στην πορεία επιστρατεύοντας διάφορους μύθους και ιστορικά γεγονότα, που θα «ταυτοποιούσαν» τον τόπο ανακάλυψα τη ζωή στη νήσο του Χαλκουντάν. Το έρμο το Χαλκουντάν, είναι φυσικά η ίδια η Κύπρος. Ως πρώτη ύλη είχα, λοιπόν, την ίδια την ιστορία, με τους μύθους, τις ψευδαισθήσεις και τις αυταπάτες μας ως χώρα, αλλά και την αλήθεια του τόπου, με τις ομορφιές και τον πλούτο του.

– Τι μπορεί να ανακαλύψει ο αναγνώστης στο περιεχόμενό του; Όλες τις σπουδαίες προσωπικότητες της ιστορίας της Κύπρου, αλλά και τους ανθρώπους της, να διαβαίνουν μέσα από ένα λογοτεχνικό μονοπάτι την ιστορία τους˙άλλοτε θα γελάσει κι άλλοτε θα κλάψει με πολλά κωμικοτραγικά γεγονότα που βιώσαμε ανά τους αιώνες στη νήσο του χαλκού, το Χαλκουντάν!

– Ποιο είναι το μεγαλύτερο κακό της μοίρας του Χαλκουντάν; Αν θέλω να είμαι συνεπής στα γραφόμενά μου, το μεγαλύτερο κακό της μοίρας του Χαλκουντάν είναι ταυτόχρονα και η ευλογία του, με μια αλληγορική χροιά βέβαια και δεν είναι τίποτε άλλο από τον χαλκό. Μέσα από όλη αυτή την έρευνα της ιστορίας, γράφοντας το βιβλίο μπορώ, λοιπόν, με σιγουριά να απαντήσω ο ίδιος μας ο εαυτός. Άλλοτε ως υπόσταση κι ενίοτε ως ευθύνη. Η ιστορία της νήσου ξεκινά από τη στιγμή της δημιουργίας, την ανάδυσή της από τη θάλασσα και φτάνει μέχρι το σήμερα. Αιώνες πριν, η νήσος έγινε βορά μεγάλων αυτοκρατοριών για το είναι της, τον πλούτο της και τη θέση της στον χάρτη. Φτάνοντας χρονολογικά στα σύγχρονα χρόνια, που βρεθήκαμε επιτέλους στην ύψιστη στιγμή που ορίζαμε εμείς την τύχη μας, αποδειχθήκαμε ανάξιοι και αδυνατούμε μέχρι σήμερα να καταλάβουμε ποιοι είμαστε, αλλά και το πού ζούμε. Έτσι η νήσος, το Χαλκουντάν, μοιράζεται, ξεπουλιέται και παραμορφώνεται.

– Πώς θα χαρακτήριζες τη διαδικασία της συγγραφής στην περίπτωσή σου; Μιας και αναφερόμαστε στην νήσο του χαλκού, θα την παρομοίαζα με την αναζήτηση ενός μεταλλωρύχου. Ξεκινώ από ένα σημείο, από κάποιο ερέθισμα, και στην πορεία γίνομαι έρμαιο των ανακαλύψεων. Και στην πρώτη νουβέλα «Ο Κρανιακός Ιππόκαμπος», αλλά και στην «Νήσο του Χαλκουντάν» η αφετηρία ήταν η ίδια, όχι όμως και η εξέλιξη της διαδικασίας. Το πρώτο βιβλίο ήταν μυθοπλασία, ενώ για το δεύτερο που καταπιάνεται με ιστορία χρειάστηκε πολύ βαθύ σκάψιμο και έρευνα μέχρι να βγει στην επιφάνεια.

– Πιστεύεις ότι η συγγραφή σού προσφέρει μια μορφή ελευθερίας; Δεν έζησα ποτέ μεγαλύτερη ελευθερία ως άνθρωπος και δημιουργός, παρά από την κάθε στιγμή που παίρνω την απόφαση για την επόμενή μου λέξη. Αντίστοιχη βέβαια είναι και η αίσθηση ευθύνης, καθότι ως συγγραφέας έχεις την ευθύνη ενός θεού.

– Νοείται καλή λογοτεχνία χωρίς παράδοξα, οξύμωρα, αλληγορίες και αντιφάσεις; Όπως δεν νοείται άνθρωπος χωρίς αυτά, έτσι δεν νοείται και λογοτεχνία. Τώρα πόσο καλή είναι; Το αποφασίζει ο αναγνώστης.

– Αισθάνεσαι περισσότερο ηθοποιός ή συγγραφέας; Πώς διαχωρίζεις αυτές τις ιδιότητες; Δεν έχει να κάνει με την ιδιότητα, αλλά με την ανάγκη και την επιθυμία μου για δημιουργία και έκφραση, που βρίσκουν περισσότερο έδαφος στο συγγραφικό πεδίο. Και σίγουρα τα τελευταία χρόνια νιώθω ότι έχω περισσότερη ανάγκη και επιθυμία να μιλήσω, να γράφω αυτά που σκέφτομαι και να δημιουργώ μέσω της γραφής, παρά να επιτελώ στα στενά πλαίσια ενός ρόλου.

– Τι σκέψεις σου προκαλεί η εικόνα ενός αναγνώστη που διαβάζει το βιβλίο σου; Πολύ θα ήθελα να ήμουν μέσα στο μυαλό όσων μπαίνουν μέσα στο δικό μου. Σίγουρα είναι μεγάλη η αγωνία και η έγνοια του αναγνώστη. Ένας συγγραφέας, κάθε φορά που διαβάζεται έχει πρεμιέρα. 

 

  • INFO: Το βιβλίο παρουσιάζεται την Τετάρτη 1η Μαρτίου στις 7.30μ.μ. στο Δημοτικό Μέγαρο Αθηένου από την πρώην ΥΠΕΞ Ερατώ Κοζάκου Μαρκουλλή και τον ποιητή Μιχάλη Χατζηπιερή