Ιδανική πρωταγωνίστρια του Ψαθά, μια Μαντάμ Σουσού που αστράφτει στη σκηνή υπενθυμίζοντάς μας γιατί δικαίως χαρακτηρίζεται ως μια από τις πιο σημαντικές κωμικούς μας ηθοποιούς. Σε όποιο μέρος της Ελλάδας βρεθείτε αυτό το καλοκαίρι, αναζητήστε την παράσταση που σάρωσε φέτος στην Αθήνα.
Η «Μαντάμ Σουσού» ξεκίνησε ως ευθυμογράφημα στο περιοδικό Οικογενειακός Θησαυρός το 1939, έγινε βιβλίο, νούμερο επιθεωρήσεων, θεατρικό έργο, κινηματογραφική ταινία, εκπομπή στο ραδιόφωνο και δύο φορές τηλεοπτικό σίριαλ. Η λαοφιλής κωμωδία του Δημήτρη Ψαθά με όλες τις γνωστές σουσουδιές και τα σουσούμια της ανεκδιήγητης αλλά και αξιαγάπητης Σουσού, με τον ασυναγώνιστο συνδυασμό από γαλλικούρες και καθαρευουσιάνικες εξτραβαγκάντζες απογειώνεται μέσα από τον αμίμητο γλωσσοπλαστικό οίστρο του συγγραφέα στις απίθανες ατάκες της ηρωίδας του: «Σιλάνς, τσοκαρίες!», «κομάν σαλβάντ», «μπασκλασαρία του χλαπακιάζειν», «Μπονζούρ και μπονσουγάρ», «ανθυποκορασίδιον», «υψηλόν μωρό», «συστηθούτε, περικαλώ», «η απόφαση θεωρείται λήσαξα».
Τα εύσημα για την τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία της παράστασης, μιας παράστασης που καρπώνεται φυσικά ο σκηνοθέτης Γιάννης Κακλέας, ο οποίος συντόνισε υποδειγματικά τους πολυπληθείς συντελεστές της δημιουργώντας ένα λαγαρό, ανάλαφρο, ευχάριστο αλλά και συγκινητικό υπερθέαμα, καθώς και η Δήμητρα Παπαδοπούλου, όχι μόνο για τη σπινθηροβόλα ερμηνεία της στον ομώνυμο ρόλο της Σουσού, αλλά κυρίως για την προσεκτική και σεβαστική προς τον δημιουργό Ψαθά διασκευή/απόδοσή της.
Απολαύστε την περιζήτητη ηθοποιό και συγγραφέα όπως ανταποκρίνεται με τον γνωστό αυτοσαρκαστικό, αλλά πάντα ειλικρινή και άμεσο τρόπο της στο γνώριμο παιχνίδι μονολεκτικών ερεθισμάτων-ερωτήσεων και αυθόρμητων συνειρμικών απαντήσεων.
Απολαμβάνω: «Αυτή την περίοδο ο καημός μου είναι ότι δεν απολαμβάνω πολλά πράγματα όσο θέλω, γιατί είμαι πολύ πιεσμένη με τη δουλειά. Θεωρώ το καλοκαίρι την ύστατη απόλαυση του ανθρώπου. -Εγώ γεννήθηκα και Ιούλιο, άρα είμαι παιδί του καλοκαιριού- Όμως, μια οι πρόβες, μια η περιοδεία, νιώθω σαν να είμαι κάπως ξεκομμένη από τη θερινή απόλαυση, όπως εγώ την εννοώ και την επιθυμώ. Γιατί, κακά τα ψέματα, η πραγματική απόλαυση το καλοκαίρι είναι δίπλα στη θάλασσα, να ακούς το κύμα, να κολυμπάς, να κοιτάς τα αστέρια ανέμελος, να ονειρεύεσαι».

Βαριέμαι: «Α, αυτό είναι ένα πολύ οικείο συναίσθημα. Γενικά, βαριέμαι πάρα πολύ εύκολα. Βαριέμαι οτιδήποτε δεν βγαίνει αληθινά και πηγαία από μέσα μου ή τους άλλους ανθρώπους. Βαριέμαι όλα τα προκάτ και κατεψυγμένα πράγματα, από συναισθήματα μέχρι δουλειές. Βαριέμαι ό,τι δεν κάνω αληθινά κέφι. Επίσης, μια ώρα που συνήθως βαριέμαι ή μάλλον μελαγχολώ, δηλαδή βαριομελαγχολώ είναι το δειλινό».
Γεννήθηκα: «Καλοκαίρι, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Δύσκολα, μου είπε η μάνα μου, γεννήθηκα. Την ταλαιπώρησα, λέει. Φαντάζομαι όλες οι μάνες πονάνε κάπως, η δικιά μου μάλλον λίγο παραπάνω. Χαίρομαι που γεννήθηκα, γιατί θα μπορούσε να μην έχει συμβεί αυτό, με την έννοια ότι θα μπορούσε άνετα η μαμά μου -της οποίας δεν ήταν το φόρτε της να κάνει παιδιά- να μη με είχε φέρει στον κόσμο. Τέλος πάντων, γεννήθηκα. Τώρα, γιατί γεννήθηκα, δεν ξέρω. Ακόμα προσπαθώ να δώσω απαντήσεις. Πάντως ένας φίλος μαθηματικός και αστρολόγος μου έχει πει ότι την ώρα της γέννησής μου υπήρχαν πολύ σημαντικές πλανητικές κινήσεις, κάτι σαν οι πλανήτες να χόρευαν τσάμικο, κάτι πολύ θετικό και δυνατό συμπαντικά, όπως τουλάχιστον λέει αυτός ο φίλος».
Δραπετεύω: «Όποια στιγμή μπορώ, όπως μπορώ, απ’ όπου μπορώ, θέλω να δραπετεύω. Δραπετεύω ανά πάσα στιγμή και ώρα. Δηλαδή, μπορεί να είμαι σε ένα τραπέζι και ξαφνικά να με χάσουν, να έχω πάει μια βόλτα μόνη μου. Νιώθω ότι εγκλωβίζομαι εύκολα γι’ αυτό και αυτή η τάση του δραπέτη».
Δέσμευση: «Δεν με ταράζει τόσο πολύ, όταν είναι σαν χορευτική κίνηση, δεν μαγκώνει, αλλά ρέει αβίαστα. Επειδή η ουσιαστική δέσμευση έχει σχέση και με την ελευθερία, δεν τη φοβάμαι. Όταν επιλέγω εγώ ελεύθερα τις δεσμεύσεις μου, είμαι μια χαρά».
Δαίμων: «Ο δικός μου δαίμων ρέπει προς το “δαιμόνιο” των αρχαίων Ελλήνων και τον “δαήμονα” παρά προς τον χριστιανικό “δαίμονα”, που είναι το κακό».
Επιτυχία: «Είναι η μεγάλη, μαζική επικοινωνία με πολλούς ανθρώπους. Επιτυχία είναι να κάνεις τα όνειρά σου πραγματικότητα. Επιτυχία είναι να διαφεντεύεις τον χρόνο σου. Επιτυχία είναι να είσαι ελεύθερος. Γιατί η επιτυχία είναι μάγισσα και μπορεί να σε εγκλωβίσει, να σε σαγηνεύσει και να σε παραπλανήσει σε μονοπάτια περίεργα. Η επιτυχία είναι σαν τις ουσίες, εθιστική. Υπό αυτές τις συνθήκες, μπορεί να γίνει και επικίνδυνη. Κι όποτε την αισθανθώ με αυτές τις παρενέργειες, την κόβω μαχαίρι. Την κάνω πάραυτα από την πίσω πόρτα. Απομακρύνομαι ώστε να μην μπω στον πειρασμό να πάρω “μυτιές”. Αλλιώς θα καταντήσω κι εγώ junkie της επιτυχίας».
Εμμονές: «Είμαι εμμονική με το θέμα της υγείας. Τρέμω εύκολα, φοβάμαι πολύ μη συμβεί κάτι κακό. Αυτό είναι το πιο εμμονικό μου κομμάτι. Κατά περιόδους, τραβάω κάτι κολλήματα και με άλλα θέματα ή και με πρόσωπα –αυτό στο παρελθόν, γιατί μεγαλώνοντας το δούλεψα και μου τελείωσε».
Ζορίζομαι: «Με την έννοια του χρόνου όπως έχει οριστεί από εμάς τους δυτικούς ανθρώπους για να συνεννοούμαστε μεταξύ μας. Με ζορίζουν οι άνθρωποι που έχουν μεγάλη απαίτηση από τη χρονική ακρίβεια. Με ζορίζει οτιδήποτε πρέπει να είναι ακριβώς στην ώρα του. Μην ξεχνάς ότι γεννήθηκα στην Αίγυπτο και στην Αφρική, όπως και στην Ανατολή, η έννοια του χρόνου είναι πολύ πιο ελαστική –και υγιής- απ’ ό,τι στο δυτικό κόσμο».
Ήμουν: «Κάποτε πολλά πράγματα που δεν είμαι τώρα. Θέλω να ξεφορτωθώ γενικά την έννοια “αναμνήσεις”. Θεωρώ ότι οι αναμνήσεις και το παρελθόν βαραίνουν τον άνθρωπο, το μέλλον τον παλαβώνει και θέλω, όσο μπορώ, να είμαι. Παρούσα, εδώ και τώρα και να απολαμβάνω τη ζωή σε ενεστώτα χρόνο».
Θέλω: «Θέλω χαρά, υγεία, ομάδες, ωραίες ανθρώπινες σχέσεις –δύσκολο πράγμα, δηλαδή χρειάζεται πολλή δουλειά. Θέλω να εξελίσσομαι».
Ιαση: «”Ίασις εις πάσαν αυτών την σάρκα”. Μου αρέσει πολύ αυτή η φράση, παρότι δεν είμαι Χριστιανή».
Καθρέφτης: «Στα πρόσωπα των αλλωνών βρίσκεται ο καθρέφτης μας. Τα πάντα είναι καθρέφτης μας».
Λάθη: «Άπειρα. Πολλά επαναλαμβανόμενα. Μάλλον δεν έχω περάσει το μάθημα, μένω ανεξεταστέα και πρέπει να το ξαναδώσω. Βέβαια, έχω περάσει και αρκετά μαθήματα. Δεν είμαι του Δημοτικού, αλλά ούτε έχω αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο».
Μητρότητα: «Τεράστια αποστολή της γυναίκας. Ίσως όχι απαραίτητα για κάθε γυναίκα. Μακάρι κάθε γυναίκα να γίνεται μητέρα συνειδητά. Μακάρι να είχαμε έναν πλανήτη με συνειδητούς γονείς. Θα ζούσαμε σε έναν καλύτερο κόσμο».
Ντρέπομαι: «Όταν βλέπω να συμβαίνει κάτι που πάει κόντρα σε βασικές αξίες μου, ντρέπομαι και δεν ξέρω πού να στρέψω το βλέμμα μου. Ντρέπομαι με την προσποίηση και τους μαϊμουδισμούς –των άλλων και των δικών μου. Ντρέπομαι με τον εαυτό μου όταν, αντί να κάνω αυτό που θέλω ή έχω ανάγκη, παγιδεύομαι και κάνω αυτό που θέλουν οι άλλοι».
Ξαγρυπνώ: «Συνέχεια! Μου αρέσει πολύ η νύχτα και μου τη σπάει η μέρα. Αγαπώ πολύ τις βραδινές ώρες, γιατί τότε σκάνε όλοι και μπορώ και συντονίζομαι με την ησυχία. Ειδικά όταν βρίσκομαι στη φύση, εκείνες οι ώρες είναι όνειρο».
Οχι: «Μια λέξη που αξίζει να τη λέμε όποτε τη νιώθουμε. Μικρή έλεγα πάρα πολλά “όχι”. Πλέον, μάλλον λιγότερα. Όχι, βέβαια, ότι το έχω κόψει το σπορ. Αν μικρή έλεγα δέκα “όχι”, τώρα λέω επτά».
Παιδική ηλικία: «Μοναχοπαίδι, καλό παιδί με μια πρώτη ματιά, αλλά πάντα έκανα αυτό που ήθελα. Ήμουν αντάρτισσα. Όταν ήμουν επτά ετών, μεταναστεύσαμε από την Αίγυπτο στην Ελλάδα. Περιπλανηθήκαμε αρκετά και αλλάξαμε πολλά περιβάλλοντα. Λόγω αυτής της συνθήκης, φίλους απέκτησα από την Πέμπτη Δημοτικού και μετά. Ακόμα έχω μία φίλη από το Δημοτικό».
Ροή: «Μου αρέσει τα πράγματα να είναι και να προκύπτουν φυσικά. Να ρέουν. Όταν συντονιζόμαστε με τη ροή της ζωής και των πραγμάτων, όλα έρχονται αβίαστα. Go with the flow».
Σουσού: «Πολύ αγαπημένη. Φίλη μου. Μαγκιόρα. Σωστή με τον εαυτό της, δημιουργεί τη δική της πραγματικότητα απέναντι σε αυτή που σιχαίνεται και δεν αντέχει. Πολύ ωραία τύπισσα. Εντελώς φευγάτη. Δεν είναι του κόσμου τούτου. Δεν συμβιβάζεται με τίποτα που δεν της αρέσει. Το φτιάχνει αλλιώς, όπως της γουστάρει. Δεν μασάει. Είναι στην κοσμάρα της και ούτε που νοιάζεται για το τι λένε οι άλλοι γι’ αυτήν».
Τζίνι: «Αυτό που θα του ζήταγα θα ήταν να βρισκόμουν τώρα σε ένα νησί, με φίλους μου, σε ένα καφενεδάκι και να λέμε μπούρδες».
Ύπνος: «Από τα μεγαλύτερα δώρα που έχει δώσει η φύση στον άνθρωπο. Τώρα τελευταία μου λείπει πολύ ο ύπνος, γιατί δεν κοιμάμαι καλά λόγω στρες. Και δεν θέλω τίποτα να μου χαλάει τον ύπνο μου. Είναι η δική μου ιερή στιγμή».
Φοβάμαι: «Το θάνατο, τη μοναξιά, την αρρώστια, την ανημπόρια. Φοβάμαι το φόβο, αυτή την κατασκευή του εγκεφάλου μας που μπορεί να μας παίξει πολύ περίεργα παιχνίδια».
Χρήματα: «Μεγάλο αναγκαίο κακό, καθώς χωρίς αυτά κινδυνεύεις να μην υπάρχεις. Περιττό να πω ότι η διαχείρησή τους δεν είναι το φόρτε μου. Προσπαθώ να μπω σε μια τάξη με αυτό το θέμα, αλλά έχω δρόμο ακόμα. Το καλό είναι ότι δεν κάνω τίποτα μεγάλα έξοδα, αλλά δεν είμαι και άνθρωπος των επενδύσεων».
Ψαθάς Δημήτρης: «Τι ωραίος συγγραφέας! Σχεδόν μολιερικός. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα τη συγγένεια του Δημήτρη Ψαθά με τους μεγάλους κωμικούς συγγραφείς. Διαθέτει ένα δικό του γλωσσικό ιδίωμα μέσα από το οποίο φτιάχνει τον δικό του αστείο αλλά και τρυφερό κόσμο, ο οποίος απ’ ό,τι φαίνεται αφορά και τον θεατή του 21ού αιώνα. Αυτό που είδαμε όλοι μέσα από την παράσταση είναι ότι ο Ψαθάς προκαλεί αβίαστο γέλιο σε όλες τις ηλικίες των θεατών, από παιδιά του Δημοτικού μέχρι τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους. Επίσης, στη διασκευή που έκανα, το τέλος του έργου δεν βρίσκει τη Σουσού ηττημένη και ταπεινωμένη, όπως στο αρχικό κείμενο του Ψαθά. Εγώ ήθελα η Σουσού να πάρει βέβαια το μάθημά της, αλλά για να μπορέσει να ξανασταθεί στα πόδια της και να συνεχίσει. Δεν ήθελα να την τσακίσει η ζωή, αλλά να πάει παρακάτω».
Ω, …: «…άνδρες Αθηναίοι, συνεννοηθείτε».
INFO: Η «Μαντάμ Σουσού», με πάνω από 110.000 εισιτήρια σε διάστημα τριών μηνών, περιοδεύει το καλοκαίρι σε όλη την Ελλάδα μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου με τη Δήμητρα Παπαδοπούλου στον ομώνυμο ρόλο, τον Κώστα Σπυρόπουλο ως Μηνά Καντακουζηνό και τον Τάσο Χαλκιά ως Παναγιωτάκη.