Η βραβευμένη ηθοποιός δεν αντιμετωπίζει μια καλλιτεχνική πρόκληση ως βάρος, αλλά ως ευκαιρία. Είναι η τρίτη της φορά στην Επίδαυρο, αλλά η πρώτη ως πρωταγωνίστρια και μάλιστα με τον εμβληματικό ρόλο της εν Αυλίδι Ιφιγένειας. Στην Κύπρο θα τη δούμε στο Κούριο με την παραγωγή του -σταθερού τα τελευταία χρόνια στο Διεθνές Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος- ΚΘΒΕ. Η Ανθή Ευστρατιάδου δεν είχε από μικρή την «κάψα» να γίνει ηθοποιός, αυτό ήταν κάτι που προέκυψε μέσα από ένα… τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού που την έφερε σ’ έναν δρόμο συνειδητοποίησης, αλλά –τελικά- και καταξίωσης. Με την ίδια πάντως να είναι εμφανώς προσγειωμένη περιμένοντας τις επόμενες προκλήσεις.
 
– Είναι εύκολο να λέει κανείς «είμαι έτοιμος για Επίδαυρο»; Δεν μπορεί να το εννοείς κυριολεκτικά. Ποτέ δεν είσαι πραγματικά έτοιμος για οπουδήποτε, πόσο μάλλον για την Επίδαυρο. Είναι μια αέναη προσπάθεια. Κάθε φορά προσπαθείς να έρθεις όσο πιο κοντά γίνεται με το κείμενο, να επικοινωνήσεις στο «εδώ και τώρα» με τους άλλους συντελεστές. Η Επίδαυρος είναι ένας υπέροχος χώρος, αλλά επίσης είναι επίσης τρομακτικός και ιδιαίτερος. Είναι από μόνη της μια ξεχωριστή εμπειρία που προκαλεί ταυτόχρονα άγχος και χαρά.
 
– Είναι βάρος ή πρόκληση η συνάντηση μ’ έναν αρχετυπικό ρόλο; Μεγαλύτερο ρόλο παίζει η οπτική πάνω στο έργο. Βάρος δεν θα το έλεγα. Το βάρος έρχεται όταν το επιτρέπεις. Αν π.χ. θεωρήσεις ότι μπορείς να εκμεταλλευτείς τη συγκυρία για να φανείς αντί να υπηρετήσεις τον ρόλο. Οπωσδήποτε είναι μέγα κέρδος η επαφή με κείμενα που προσφέρουν την ευκαιρία αναστοχασμού πάνω στη ζωή και προβληματισμού σχετικά με τα συστήματα εξουσίας. Αν αντιμετωπίσεις τον ρόλο με σεβασμό, το κέρδος υπάρχει πάντα, ανεξαρτήτως του καλλιτεχνικού αποτελέσματος. Πάντα κερδίζεις κάτι. Μετά από κάποια χρόνια θα έρθει να σε βρει.
 
– Τι συμπυκνώνει στα δικά σας μάτια η τραγωδία της Ιφιγένειας; Είναι σαν μια δίνη. Έχει να κάνει με τα προσωπικά κίνητρα που γίνονται εθνικά και πανανθρώπινα και με το πώς το πιο αθώο κομμάτι της κοινωνίας επωμίζεται ένα δυσανάλογο φορτίο ευθύνης. Σ’ ένα συμβολικό επίπεδο, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν συγκλονιστικές αντιστοιχίες με τη σημερινή εποχή.
 
Γιατί υπάρχει αυτή η αίσθηση ότι δεν αλλάζει τίποτα; Με βάζει κι εμένα σε σκέψεις. Μ’ ενοχλεί βαθιά να συνειδητοποιώ την έλλειψη παιδείας και σεβασμού προς τον συνανθρώπο και παράλληλα την έλλειψη φαντασίας και ενσυναίσθησης. Οι άνθρωποι εξακολουθούν να έχουν την τάση να περιορίζονται στον δικό τους πολύ προσωπικό χώρο, στον εαυτό τους. Εστιάζουν σ’ αυτό που τους αφορά άμεσα. Αυτό είναι δύσκολο να αλλάξει γιατί είναι στη φύση μας. Όλοι επιδιώκουν μια τακτοποίηση και μια ασφάλεια. Ωστόσο, αυτές οι επιλογές έχουν κι ένα κόστος που συνήθως το επωμίζεται ο διπλανός ή -ακόμη χειρότερα- το σύνολο.
 
Είστε ηθοποιός που επιδιώκει τις προκλήσεις; Ενώ προσπαθούμε να επιβιώσουμε σ‘ ένα επάγγελμα που είναι αρκετά απαιτητικό και πενιχρά αμειβόμενο, ταυτόχρονα διεκδικούμε τη δυνατότητα να επιλέγουμε όσο γίνεται τις δουλειές που κάνουμε, για να συναντιόμαστε με κείμενα και ανθρώπους που μας ενδιαφέρουν. Όμως, ακολουθούμε μια διαδικασία δουλειάς που συχνά δεν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από εμάς. Είναι ένα πάρε- δώσε στο οποίο παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες.

– Έχετε συγκεκριμένα κριτήρια επιλογής; Οι περισσότερες δουλειές προκύπτουν, οι προτάσεις έρχονται και σε βρίσκουν. Κριτήριο είναι το κείμενο, οι συνεργάτες, η αμοιβή. Το ιδανικό είναι να καταφέρνεις να επιβιώνεις, κάνοντας παράλληλα κάτι που έχει ενδιαφέρον και σε γεμίζει, με συνεργάτες που σε εμπνέουν.

Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που σας έχει μάθει το θέατρο; Μου έχει μάθει τι πάει να πει «ακούω τον άλλο». Πρακτικά και κυριολεκτικά, επί σκηνής, συνυπάρχω κι η δική μου συμβολή εξαρτάται από του άλλου. Υποχρεωτικά συγκεντρώνεσαι στο παρόν και συμμετέχεις στην επικοινωνία, ένα συγκινητικό ανθρώπινο φαινόμενο. Είναι σαν να κάνεις ζουμ σε μια πραγματικότητα που σε απελευθερώνει. Έτσι μαθαίνεις πολλά για τον εαυτό σου και τους άλλους.
 
– Ως θεατής, ποιες είναι οι προσδοκίες σας όταν βλέπετε μια παράσταση; Βασικά, εμείς οι άνθρωποι του θεάτρου ως θεατές πρέπει να κάνουμε μια προσπάθεια να είμαστε πιο ανοιχτοί, κάπου συνηθίσαμε να παρακολουθούμε τα πράγματα με μια ματιά κάπως «χειρουργική». Διαπιστώνω, όμως, ότι γενικότερα οι άνθρωποι έχουμε μια τάση να κριτικάρουμε τα πάντα. Το πιο εύκολο, τελικά, είναι να πει κανείς την άποψή του, κυρίως σ’ ένα πλαίσιο άσπρο- μαύρο. Το δύσκολο είναι να είμαστε ανοιχτοί και να δεχόμαστε την ομορφιά ασχέτως αν κάτι ξεφεύγει από τις προσλαμβάνουσες και τα γούστα μας. Δεν πρέπει να απορρίπτουμε αυτόματα μια καλλιτεχνική πρόταση, ας προσπαθήσουμε να τη δούμε και με μια πιο απελευθερωτική ματιά εκτός από αυτό που εκλαμβάνουμε ως λογική. Πολλές παρατάσεις είναι καλά δουλεμένες, τεχνικά άρτιες, αλλά τους λείπει κάτι: η προσωπική σύνδεση. Προσωπικά, εκτιμώ περισσότερο αυτή τη σύνδεση, τον βαθμό στον οποίο ο καλλιτέχνης βάζει την ψυχή του μέσα στο αποτέλεσμα, παρά αυτό που λογίζεται ως αντικειμενικά άρτιο και μεγαλοπρεπές.
 
Ποιο είναι το αίσθημα όταν τελειώνει μια παράσταση; Εξαρτάται από την περίπτωση. Κάποιες φορές μπορεί να είναι ανακουφιστικό. Κάποιες άλλες σε κατακλύζει η θλίψη.  
 
– Έχει αλλάξει κάτι στον τρόπο που αντιμετωπίζετε το θέατρο η διάκριση με το βραβείο Μελίνα Μερκούρη; Κατά βάση όχι. Μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να προσφέρει ένα πάτημα για καλύτερες προτάσεις ή για να διεκδικήσεις καλύτερη αμοιβή. Την οπτική σου πάνω στο επάγγελμα δεν τη διαμορφώνει ένα βραβείο, αλλά η προσωπικότητά σου, οι επιλογές σου, τα καλλιτεχνικά κριτήρια που έχεις διαμορφώσει μέσα στα χρόνια, οι στόχοι σου για το μέλλον.
 
– Σας αγχώνουν οι προσδοκίες των άλλων; Το ζήτημα είναι πώς τις διαχειρίζεται κανείς. Και τι πιστεύει για τις βραβεύσεις εν γένει. Είναι μικρές μάχες που δίνει καθημερινά ο καθένας με τον εαυτό του σε πολλά επίπεδα. Συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους, ανάλογα με το επάγγελμα που κάνουν και τη ζωή που έχουν διαλέξει. Όλοι κάνουμε τις επιλογές μας και πασχίζουμε για κάτι. Δεν είναι κάτι το υπεράνθρωπο, αλλά ορισμένες φορές όσα έχεις επενδύσει σ’ αυτό σε γεμίζουν μ’ ένα άγχος απόδοσης. Όμως, γρήγορα καταλαβαίνεις ότι δεν είναι και το τέλος του κόσμου αν κάτι δεν πάει καλά.
 
* ΚΘΒΕ, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού, 26 & 27 Ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Κουρίου, 9μ.μ. 7000 2414