Πριν λίγο καιρό, ο σκηνοθέτης Αντρέας «Splash» Κυριάκου περνούσε έξω από το βιντεοκλάμπ της παλιάς γειτονιάς του, για να διαπιστώσει ότι είχε μετατραπεί σε μπουτίκ νυφικών. Το γεγονός τού πυροδότησε εφηβικές αναμνήσεις και για να ξεπεράσει τη… φορτική νοσταλγία αποφάσισε να αναδημιουργήσει τις αναμνήσεις, αποτίοντας και φόρο τιμής σ’ έναν χώρο στον οποίο νιώθει ότι οφείλει τη σχεδόν εμμονική του αγάπη για το σινεμά- που τελικά τον ώθησε να το υπηρετήσει.
Το ταραντινικού τύπου «απωθημένο» μετατράπηκε στη μικρού μήκους ταινία του «Backroom Blues», η οποία έχοντας κάνει παγκόσμια πρεμιέρα το καλοκαίρι στο Φεστιβάλ της Μπουτσεόν στη Νότιo Κορέα, είναι έτοιμη για την κυπριακή της πρώτη προβολή, στο πλαίσιο του Διεθνούς Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Κύπρου (ISFFC). Η υπόθεση βασίζεται σε πραγματικό περιστατικό: όταν ήταν έφηβος, είχε καταστρώσει σχέδιο με δύο κολλητούς του για να τρυπώσει στο «πίσω δωμάτιο» του βιντεοκλάμπ για να κλέψουν μια ερωτική ταινία, την οποία θα αξιοποιούσαν ως τρόπαιο για να καυχηθούν στους συμμαθητές τους. Φυσικά, επειδή η ζωή στις ταινίες είναι πιο ενδιαφέρουσα, εδώ οι νεαροί ήρωες καταλήγουν σ’ ένα παράλληλο, «σουρεαλιστικό» σύμπαν.
Πάντως, το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για τη χρυσή εποχή των βιντεοκλάμπ, δεν εξαντλείται εδώ, αφού τα τελευταία 2-3 χρόνια διεξάγει πιο ενδελεχή έρευνα κι ετοιμάζει ντοκιμαντέρ υπό τον τίτλο «Tracking: The Cyprus Tigers». Παράλληλα, στο τελικό της στάδιο βρίσκεται και η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους.
– Σε ποιο βαθμό είναι αυτοβιογραφική η ταινία; Σε μεγάλο, θα έλεγα. Ένα μεγάλο κομμάτι της ταινίας γεννήθηκε μέσα από πραγματική εμπειρία που είχα με τους κολλητούς μου ένα καλοκαίρι του ’98.
– Ποιον ρόλο έπαιξε η εποχή των βίντεο κλαμπ στη διαμόρφωση του καλλιτεχνικού σου στίγματος; Χωρίς υπερβολές, είμαι σίγουρος ότι αν γεννιόμουν σε οποιαδήποτε άλλη εποχή, ίσως να μην ήμουν ο σινεφίλ που είμαι σήμερα. Το γεγονός ότι είχα στη διάθεσή μου στην ουσία μια τεράστια βίντεο- βιβλιοθήκη έξι μέρες την βδομάδα, ήταν ο καταλύτης για να μου βιδωθεί το μικρόβιο βαθιά στον εγκέφαλο.
– Τι είναι ο κινηματογράφος για σένα; Ο κινηματογράφος για έμενα είναι ισάξιος της αναπνοής που με κρατάει ζωντανό. Μεγαλώνοντας, το σινεμά έγινε το λεξιλόγιό μου, το κρησφύγετό μου κι ο τρόπος έκφρασής μου. Απλά, δεν μπορώ να με φανταστώ σ’ ένα κόσμο χωρίς αυτόν.
– Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι στο γύρισμα; Υπήρχαν πολλά κινούμενα μέρη στη δημιουργία αυτής της ταινίας (έστω και μικρού μήκους) και ομολογώ ότι ίσως ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα τη σκηνοθετική πίεση να πρέπει να συν-υπογράψω την κάθε δημιουργική επιλογή. Παρόλ’ αυτά, ήμουν τυχερός που είχα δίπλα μου μερικούς από τους πιο αξιόπιστους επαγγελματίες του χώρου. Με προστάτευαν ακόμα κι από τις κακές αποφάσεις.

– Πόσο δύσκολο είναι να δουλεύεις με παιδιά ηθοποιούς, να διαχειριστείς την απειρία τους; Θα τολμήσω να πω ότι δεν ισχύει ο μύθος πως τα παιδιά είναι δύσκολα σ’ ένα κινηματογραφικό σετ, εξαιτίας της απειρίας ή της ενέργειάς τους. Αντιθέτως, το γεγονός ότι δεν τα έχει διαφθείρει η σκληρή πραγματικότητα, υπενθυμίζει τη μαγευτική δύναμη του σινεμά. Περάσαμε απίθανα με τη Μαρία, τον Κωνσταντίνο και τον Κυριάκο Ευγένιο, γιατί μέσα από την πείνα τους να γνωρίσουν τον κόσμο του σινεμά, δημιουργούσαν ένα πραγματικά απίθανο κλίμα για όλο το συνεργείο και το καστ. Αν έπρεπε να τονίσω μια ιδιαίτερη δυσκολία, θα ήταν το γεγονός ότι προετοίμασα τα παιδιά μέσα σ’ ένα σχετικά μικρό χρονικό περιθώριο, αφού έπρεπε να συνδυάσουν τις πρόβες με όλες τις σχολικές υποχρεώσεις τους.
– Πώς θα έκρινες τη σημασία και την εξέλιξη του ISFFC, από τη σκοπιά του δημιουργού; Το φεστιβάλ είναι πλέον ένας τεράστιος θεσμός, μέσα από τον οποίο αρκετοί από εμάς κυριολεκτικά μεγαλώσαμε. Το «Backroom Blues» είναι η 4η ταινία μου στο φεστιβάλ αυτό και κάθε φορά που έχω την τιμή να έχει επιλεγεί έργο μου, είμαι περήφανος που παίζουμε μαζί με ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει ο κυπριακός κινηματογράφος. Οι καλλιτεχνικοί διευθυντές, η ομάδα του Ριάλτο, καθώς και όλοι οι εθελοντές δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό κι αυτό φαίνεται από το αποτέλεσμα.
– Βρίσκεται σε ανοδική πορεία η σχέση και η σύνδεση του κοινού με το συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος; Πιστεύω ότι η ραγδαία ανάπτυξη της διαδικτυακής ψυχαγωγίας έχει φέρει στο προσκήνιο τους μικρομηκάδες. Οι νέοι προτιμούν τη μυθοπλασία τους σε μικρές δόσεις και με άμεσα μηνύματα. Ένας περίπατος στο YouTube θα σου το αποδείξει αυτό, αφού πολλά short films βρίσκουν εκατομμύρια κοινού– κι έτσι αναπτύσσεται μια κουλτούρα εκτίμησης προς το είδος.

– Ποιες προϋποθέσεις θεωρείς απαραίτητες για να κάνει η κυπριακή κινηματογραφική δημιουργία το επόμενο βήμα; Είναι καιρός να υπάρξει και ιδιωτική πρωτοβουλία στην κινηματογραφική ανάπτυξη. Η Συμβουλευτική Επιτροπή Κινηματογράφου των Πολιτιστικών Υπηρεσιών κάνει πολλή και σημαντική δουλειά, δεν πρέπει όμως να πέφτει όλο το βάρος πάνω τους. Υπάρχει το κοινό, υπάρχει και το μέσο– άρα δεν υπάρχει πια η δικαιολογία «μα ποιος θα δει αυτές της ταινίες και πού». Αν θέλουμε να είμαστε μέρος του παγκόσμιου κινηματογραφικού λεξικού, πρέπει να κάνουμε τη μετεξέλιξη από λειτούργημα σε βιομηχανία.
– Σε αγχώνει η προοπτική του επόμενου βήματος; Αισθάνεσαι έτοιμος για ταινία μεγάλου μήκους; Αγχώνομαι ακόμα και τώρα που απαντώ τις ερωτήσεις, σκέψου σε επίπεδο ταινίας μεγάλου μήκους τι συμβαίνει! Μετά από αρκετά βάσανα, βρισκόμαστε τώρα στη μεταπαραγωγή της πρώτης μου μεγάλου μήκους. Θέλω να πιστεύω ότι θα βρει το κοινό της και δεν θα χρειαστεί να κρύβομαι κάτω από το κρεβάτι μου για πολύ καιρό.
INFO 12ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Κύπρου, Λεμεσός, Θέατρο Ριάλτο, 8-14 Οκτωβρίου, 8.30μ.μ. Η ταινία «Backroom Blues» προβάλλεται στο πρόγραμμα της Κυριακής 9 Οκτωβρίου