Ο Λίνος Παναγή υπερασπίζεται την «στρογγυλή θεά», η οποία δεν είναι ακριβώς «το όπιο του λαού», αλλά η Μούσα που μπορεί να αποκαλύψει στον ποιητή άγνωστες όψεις της ζωής.

«Είσαι ποιητής και ασχολείσαι με ποδόσφαιρο;». Υπήρχαν φορές που θα ήθελα να απαντήσω στην εν λόγω ερώτηση με έναν αντίστοιχο αφορισμό: «ασχολούμαι με το ποδόσφαιρο επειδή είμαι ποιητής». Άλλες φορές πάλι, ήμουν πρόθυμος να καταφύγω σε  ακόμη μεγαλύτερες υπερβολές: «είμαι ποιητής επειδή ασχολούμαι με ποδόσφαιρο». Αυτά, προκειμένου να υπερασπιστώ την «στρογγυλή θεά», η οποία δεν είναι ακριβώς «το όπιο του λαού», αλλά η Μούσα που μπορεί να αποκαλύψει στον ποιητή άγνωστες όψεις της ζωής. Επικαλούμαι λοιπόν σπουδαίους Έλληνες που πήραν μια κόλλα χαρτί και είδαν σ’ αυτήν το παραλληλόγραμμο ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου. Εκεί μέσα οι λέξεις, σαν παίκτες ντυμένοι με άσπρες και μαύρες στολές, άρχισαν να «ζωγραφίζουν» τους περίτεχνους σχεδιασμούς τους. 

Κάπως έτσι, ο Νίκος Εγγονόπουλος κάλεσε τους αναγνώστες, σε καιρούς χαλεπούς,  να υπερασπιστούν τα άγια χώματα ως άλλοι τερματοφύλακες: «στα γκολπόστ / παιδιά!/ στα γκολπόστ!/ στα γκολποστ/ άγρυπνοι-ακοίμητοι φρουροί».  Από την άλλη, ο Αντρέας Εμπειρίκος, αναγνώρισε στα επιφωνήματα των κομψών κυριών στις κερκίδες μια αγωνία μεταφυσική: «Goal! Goal! στα δίχτυα των εχθρών/ όχι ποτέ στα δίχτυα του θανάτου». Ακόμα και ο Μάνος Χατζιδάκις, που είδε τον μεγάλο Τζορτζ Μπεστ να γράφει στα γήπεδα τη δική του μουσική, δεν δίστασε να αναφωνήσει με θαυμασμό ένα στίχο με τη μορφή συνθήματος: «Ο Μπεστ υπήρξεν ο… υπήρξεν ο καλύτερος!». Ο Ηλίας Λάγιος τίμησε τη μνήμη μιας τεράστιας ποδοσφαιρικής απώλειας: «Στην οθόνη κλίναμε το γόνα, λέγοντας: ας χαρεί λίγη γαλήνη το περιστέρι, ο Ντιέγκο Μαραντόνα». 

Περιέργως, τα ελληνικά ποιήματα για το ποδόσφαιρο είναι περισσότερα -αναλογικά- από τα αγγλόφωνα και ας είναι το άθλημα μια εγγλέζικη εφεύρεση (πόσες φορές, αλήθεια, ακούσαμε σε αυτό το Euro το “it’s coming home”);  Στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, ο ποιητής Λούις Τζένκινς περιγράφει με χιούμορ την παράξενη μπάλα του άλλου φουτμπόλ, του αμερικανικού: «αυτή δεν είναι μπάλα ποδοσφαίρου, είναι παπούτσι αντρικό Οξφόρδης, καφέ, δερμάτινο». Υπάρχει μάλιστα μια ομάδα, η Baltimore Ravens, που πήρε το όνομά της από το εμβληματικό «Κοράκι» του Έντγκαρ Άλαν Πόε, εκείνο που έκραζε συνεχώς και αδιαλείπτως «nevermore»… 

Αλλά, δεν χρειάζεται να πάμε τόσο μακριά. Υπάρχουν κι εδώ, συντοπίτες μας ποιητές, που δεν λησμονούν να τιμούν τη θεά του ποδοσφαίρου. Ο ποιητής και δημοσιογράφος Μιχάλης Παπαδόπουλος (οπαδός και αυτός της πολυθρύλητης Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ) εργάστηκε ως σχολιαστής αγώνων και ομολόγησε σε συνέντευξή του ότι θα ήθελε πολύ να έπινε μια μπύρα με τον Τζορτζ Μπεστ. Εξάλλου, ο βετεράνος ποδοσφαιριστής Μιχάλης Χατζηπιερής, μας κάλεσε προσφάτως να δούμε ποιητικά την «Πόλη κάτω απ’ τα δοκάρια του ποδοσφαίρου και του είναι». 

Αφήνω τελευταία την αγαπημένη Ντίνα Κατσούρη που έφυγε για το μεγάλο ταξίδι, η οποία αφιέρωσε μια ολόκληρη ποιητική συλλογή στο ποδόσφαιρο. Στα «Ποδοσφαιρικά» της, παρελαύνουν με τρόπο ποιητικό σημαντικές μορφές του παιχνιδιού: ο Σερ Άλεξ Φέργκουσον, ο Ζοζέ Μουρίνιο, ο Πεπ Γκουαρντιόλα, ο Ζλάταν Ιμπραϊμοβιτς, ο Κριστιάνο Ρονάλντο, ο Λιονέλ Μέσι και άλλοι. Για την Ντίνα, καθηλωμένη στο αναπηρικό της καροτσάκι αλλά πάντοτε, ως το τέλος, πνευματικά αεικίνητη, το ποδόσφαιρο ήταν κάτι σαν την καρατιά του Ερίκ Καντονά και την κουτουλιά του Ζινεντίν Ζιντάν: «Μέσα όμως από αυτήν τη σκληράδα/ ξεπήδησε κατά έναν περίεργο τρόπο/ μια απίστευτη/ και ανεπανάληπτη ευαισθησία/ που δεν θα υποπτευόσουν/ σε καμιά περίπτωση/ πως κρυβόταν/ πίσω από μια πάσα/ ένα χατ τρικ και ένα πέναλτι».

Έργο Γιάννης Γαίτης

Φιλελεύθερα, 11.7.2021.