Ο συγγραφέας Κώστας Μαννούρης πιστεύει ότι η ζωή χρειάζεται την πλαστικότητα και την προσαρμοστικότητα του αυτοσχεδιασμού.

Του προκαλεί άγχος να παρακολουθεί έργα του στη σκηνή. Άρα, πλέον έχει πολλούς λόγους να αγχώνεται μιας και την ερχόμενη εβδομάδα το Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας διοργανώνει αφιέρωμα με παραστάσεις και αναλόγια τριών παλιότερων έργων του, ενώ φιλοξενεί και την πρεμιέρα του νέου του έργου «Σμήνος». Το εν λόγω έργο, που σκηνοθετεί ο Πέτρος Χαραλάμπους για τη θεατρική ομάδα Ροή, είναι η εκτεταμένη εκδοχή ενός σύντομου κειμένου που παρουσιάστηκε το 2020, στη σκιά της πανδημίας. Το θέμα του είναι τρεις άνθρωποι που συναντιούνται στα γειτονικά τους μπαλκόνια και προσπαθούν να υπερβούν τον φόβο και τους περιορισμούς. Ο Κώστας Μαννούρης παραδέχεται ότι η ζωή δεν αντέχεται χωρίς χιούμορ, αλλά και πως όταν γράφει δεν σκέφτεται ποτέ ευθέως το κοινό, αλλά τους χαρακτήρες και την ιστορία τους. 

Τι είναι το Σμήνος και ποια ιδέα το γέννησε; Αρχικά, το «σμήνος» γράφτηκε ως 20λεπτο έργο στο πλαίσιο του 24 hour Plays Cyprus που διοργάνωσε το Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας τον Ιούλιο του 2020. Ο θεματικός άξονας που είχε τότε δοθεί στους συγγραφείς ήταν ο εγκλεισμός και η πανδημία. Τα πουλιά ήταν μια αλληγορία, ένας τρόπος να μιλήσω για την πανδημία χωρίς να αναφέρομαι σ’ αυτή. Ένα τεράστιο σμήνος κάνει περίτεχνους σχηματισμούς στον ουρανό μιας πόλης. Το κράτος προειδοποιεί τους πολίτες ότι οι εικόνες μπορεί να διασαλεύσουν την ψυχική τους υγεία. Τους καλεί -τους πιέζει για την ακρίβεια- να κλειστούν στα σπίτια τους μέχρι να παρέλθει το φαινόμενο. Τρεις πολίτες παρακούν, βγαίνουν στα μπαλκόνια τους και απολαμβάνουν το ανυπέρβλητο θέαμα. Αυτό είναι το πλαίσιο και στην εξελιγμένη μορφή του κειμένου που παρουσιάζεται τώρα ως πλήρες θεατρικό έργο.  

Τι είναι αυτό που εγκλωβίζει τους ανθρώπους; Ο φόβος εγκλωβίζει τους ανθρώπους. Αυτός μάς παραλύει και μάς κλείνει στα σπίτια μας, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Ο φόβος μάς κρατάει μακριά από το συλλογικό βίωμα και μάς συρρικνώνει σε μια άγονη και λυπημένη ατομικότητα.

Με ποια συναισθήματα περιμένεις πάντα τη σκηνική απόδοση ενός έργου σου; Είναι πάντα αντιφατικά τα συναισθήματα. Από τη μια χαίρομαι που ένα κείμενό μου ευτύχησε να παρουσιαστεί, είμαι χαρούμενος κάθε φορά για τη σύμπραξη με την ομάδα που το έχει αναλάβει. Από την άλλη, με ζώνουν τα μαύρα φίδια λόγω ανασφαλειών που έχουν να κάνουν με μένα κι όχι με τους άλλους συντελεστές. Φοβάμαι ότι το έργο θα είναι μια σκέτη αποτυχία, ότι δεν θα το συμμεριστεί κανείς κι ότι εν πάση περιπτώσει κρατάω μια πολύ σταθερή πορεία προς τον γκρεμό.  

Ποιο είναι το σημείο εκκίνησης ενός έργου μπροστά σε μια λευκή κόλλα χαρτί; Δεν είναι ποτέ μπροστά σε μια λευκή κόλλα χαρτί. Η αφετηρία είναι σταθερά μια αναλαμπή σε ανύποπτο χρόνο. Να δώσω ένα πολύ πρόσφατο παράδειγμα. Ένα απόγευμα μετά το Πάσχα ήμουν έξω από τον Άγιο Λάζαρο, ήταν σε εξέλιξη ο εσπερινός, λέω ας μπω για λίγο. Είχα πολύ καιρό να κάνω κάτι τέτοιο. Κάθισα σ’ ένα από τα πίσω-πίσω στασίδια, ένιωσα απότομα την κούραση της μέρας, «σκέψου να αποκοιμηθώ και να μην με πάρει είδηση κανείς» σκέφτηκα. Ε, αυτή η σκέψη έγινε η αφετηρία του κειμένου που γράφω τώρα. Δεν είχα μπει στην εκκλησία ψάχνοντας την έμπνευση, καμία σχέση. Ήθελα λίγο να ηρεμήσω μετά από μια δύσκολη μέρα.

Πώς καταλήγεις σ’ έναν χαρακτήρα; Ποια στοιχεία πρέπει να έχει οπωσδήποτε; Πρέπει να έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία να πει. Να έχει ζήσει κάτι που να αξίζει να ειπωθεί. Κάτι που να αφορά και άλλους ανθρώπους. Διότι μπορεί να λέμε ατομικές ιστορίες όμως πάντα στο μυαλό μας είναι οι υποκείμενες συλλογικότητες. Η Σεραφίνα Πασατέμπο, λ.χ., ήταν μια τρανς γυναίκα που ανακαλεί τον βίο της μέσα στο θέατρο, πέρα απ’ αυτό ωστόσο, μ’ ενδιέφερε πάρα πολύ να λειτουργήσει η αφήγησή της παραδειγματικά για τη δική της «φυλή». Κάθε χαρακτήρας μου ανήκει σε μια «φυλή» που λίγο αδικήθηκε σ’ αυτή τη ζωή. Θέλω αυτή την αδικία να την πω. Να την καταγγείλω.  

Φωτογράφος: Χαράλαμπος Μαννούρης

Πόσο απέχει κατά κανόνα ένα έργο στη σκηνή από αυτό που έχεις φτιάξει στη φαντασία σου όταν το γράφεις; Μου έρχεται σαν απάντηση ο ψαλμός, «καθόσον απέχουσιν ανατολαί από δυσμών». Απέχει πάρα πολύ. Είναι όμως μια δημιουργική απόκλιση, δεν έχει τόσο αξία το πώς λειτουργεί μέσα μου το έργο, εγώ δεν είμαι ηθοποιός, δεν είμαι σκηνοθέτης. Το ζωντάνεμα του κειμένου ανήκει σε άλλους που κατέχουν αυτή την τέχνη. Το αστείο του πράγματος είναι ότι τον θεατρικό λόγο στο μυαλό μου τον ακούω εντελώς flat. Πρώτη φορά, ας πούμε, είχα ακούσει θεατρικά το «Απόψε θα πετάξω την τέφρα σου!» από τον Τάκη Τζαμαργιά που μου είχε διαβάσει ένα απόσπασμα. Ο Τάκης ήταν υπέροχος όμως εγώ είχα αιφνιδιαστεί. Δεν ήξερα ότι το κείμενο ακούγεται «έτσι»! Ειρήσθω εν παρόδω, ο Τάκης Τζαμαργιάς ήταν ο πρώτος που σκηνοθέτησε την «Τέφρα» ως αναλόγιο το 2012 στην Αθήνα, προτού υποβληθεί στο πρώτο Play για νέους συγγραφείς εδώ στην Κύπρο.  

Ποιο στοιχείο της γραφής σου δεν σκοπεύεις να αποχωριστείς ποτέ; Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή χωρίς χιούμορ. Ομοίως και τη γραφή. Δεν αντέχεται διαφορετικά ο βίος, δεν υποφέρεται διαφορετικά η ενατένησή του μέσα στη γραφή.

– Στη ζωή είναι σημαντικότερη η ευχέρεια στον αυτοσχεδιασμό ή η πρόβα; Νομίζω ότι η ζωή, η οποία είναι απρόβλεπτη και αχαρτογράφητη, θέλει την πλαστικότητα και την προσαρμοστικότητα του αυτοσχεδιασμού. Πριν από τρία χρόνια ήμασταν κλεισμένοι στα σπίτια μας. Δεν είχαμε προετοιμαστεί για μια τέτοια ακραία συνθήκη, ήταν όμως εκπληκτικό το πώς προσαρμοστήκαμε, πώς αυτοσχεδιάσαμε για να αντέξουμε. Από την άλλη και λίγη πρόβα για διαφορετικές πιθανές εκβάσεις μιας υπόθεσης δεν βλάπτει. Αν υποψιάζομαι π.χ. ότι ο άλλος θα με χωρίσει, ας προβάρω καλού κακού λίγη αξιοπρέπεια πριν απ’ την επόμενη συνάντηση.  

Ποιος θεατρικός ήρωας πιστεύεις ότι σε αντιπροσωπεύει περισσότερο; Με όλους έχω κοινά, έχω όμως και σοβαρές αποκλίσεις. Όλοι αντιπροσωπεύουν περιοχές του ψυχισμού μου, διαθέτουν ωστόσο και γνωρίσματα που μου λείπουν. Θα μπορούσα να πω ότι με χαρακτηρίζει κάποτε η πανοπλία του Αβέρκιου από τη «Χλωροφύλλη», ο οποίος διατηρεί μια απόσταση απ’ τα πράγματα κι απ’ τους ανθρώπους, έχοντας επιλέξει τον δρόμο που θα βαδίσει μέχρι το τέλος της ζωής του. Δεν έχω όμως την αυστηρότητά του, ούτε βέβαια τη μεγάλη προσήλωσή του στην επιστήμη.

Σκέφτεσαι το κοινό όταν γράφεις; Δεν σκέφτομαι ευθέως το κοινό όταν γράφω. Αυτό που πρωτίστως ακούω είναι τους χαρακτήρες και την ιστορία τους. Υπάρχει όμως η μέριμνα για τον θεατή/ αναγνώστη ως προς τα δομικά στοιχεία του κειμένου. Όταν αρχίζει, ας πούμε, να με εξιτάρει μια παράλληλη ιστορία, ανησυχώ να μη χαθεί ο ειρμός, θέλω να υπάρχουν σημεία που βοηθούν την παρακολούθηση. Οφείλω να υπενθυμίζω το πλαίσιο, να υπαινίσσομαι τη σκοπιμότητα της συγκεκριμένης εξιστόρησης.

Έχει αλλάξει η ανθρωπογεωγραφία του από τότε που ξεκίνησες; Δεν νιώθω να έχει αλλάξει η ατμόσφαιρα της πρόσληψης των κειμένων μου μέσα σ’ αυτά τα δέκα χρόνια. Ως κοινωνία, όμως, γίναμε πιο συνειδητοποιημένοι απέναντι σε κάποιες έννοιες, είμαστε ή θέλουμε να είμαστε πιο συμπεριληπτικοί. Υπάρχει πολύς δρόμος ακόμα, όμως έχουμε κάνει βήματα. Αυτές είναι θετικές αλλαγές τις οποίες ένας καλλιτέχνης καλό είναι να αφουγκράζεται κι όσο είναι μπορετό να συνδράμει με το έργο του το μεγάλο ζητούμενο της δικαιοσύνης και της ισοτιμίας των ανθρώπων.

Έχεις συναίσθηση της αντίδρασης του θεατή σ’ ένα έργο σου; Όταν είμαι σε παράσταση, ναι, έχω αυτή τη συναίσθηση. Δεν είμαι συχνά παρών ωστόσο. Η παρακολούθηση δικών μου έργων είναι κάτι που μου προκαλεί μεγάλο άγχος ακριβώς επειδή με απασχολούν οι αντιδράσεις του κοινού την ώρα της θεατρικής πράξης. Αν εννοείς τώρα συναίσθηση της αντίδρασης του θεατή όταν γράφω, τότε όχι. Δεν είναι κάτι που εξετάζω εκείνη τη στιγμή. Είμαι εστιασμένος στους χαρακτήρες. Αν θέλει, λόγου χάριν, ο χαρακτήρας να αυτοσαρκαστεί ή να αστειευτεί, τον ακολουθώ χωρίς να ελπίζω ή να επενδύω στο γέλιο κάποιων μελλοντικών θεατών- εάν και εφόσον υπάρξουν.  

  • INFO «Σμήνος», 29/5 Δημοτικό Θέατρο Λευκωσίας, κάθε Τετάρτη & Πέμπτη Θέατρο Αμερικανικού Πανεπιστημίου Λάρνακας (AUCY), 9 & 10/6 Θέατρο Ένα (Versus) Λεμεσού, 8.30μ.μ. SoldOut Tickets

Ελεύθερα, 28.5.2023