Ο Βασίλης Μιχαήλ πιστεύει ότι το θέατρο είναι μια τεράστια κινητήρια δύναμη για να γίνουμε καλύτεροι και να προχωρήσουμε μπροστά ελεύθεροι.

Το σύνολο σχεδόν της πορείας του στο θέατρο έχει συνδεθεί με το Σατιρικό Θέατρο, όμως αυτά φαίνεται ότι αφορούν μόνο τους στατιστικολόγους. Η επόμενη συνεργασία για τον Βασίλη Μιχαήλ είναι με «υποσχετική» στο Θέατρο Διόνυσος, όπου ενσαρκώνει τoν Θείο Βάνια στη φιλόδοξη παραγωγή που σκηνοθετεί η Αύρα Σιδηροπούλου. Μια αλλαγή περιβάλλοντος, πού και πού, πάντα είναι ωφέλιμη, ειδικά όταν σε φέρνει αντιμέτωπο με μια τέτοια πρωταγωνιστική πρόκληση. Με αφορμή το οικουμενικό και άφθαρτο αριστούργημα του Άντον Τσέχωφ, συζητάμε με τον Κύπριο ηθοποιό για τη σημασία της ελπίδας, την ουσία της ζωής αλλά και την αξία της τέχνης που είναι «το οξυγόνο του πνεύματος και της ψυχής μας».

Πώς θα περιέγραφες τον δικό σου Βάνια; Εστιάζω στο ότι έχει εγκλωβιστεί σε μια ρουτίνα, μια στασιμότητα κι αφήνει τα χρόνια να χάνονται και το παρελθόν να τον στοιχειώνει. Είναι μια φιγούρα που έχει αφεθεί, έχει παραιτηθεί από τη ζωή, γεγονός το οποίο τον κάνει εριστικό και είρωνα. Βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στην ομίχλη και την καταχνιά που περιβάλλουν τον ψυχικό του κόσμο. Μοναδική διέξοδος ο έρωτας. Άνθρωπος απλός, καθημερινός, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα θέλω και τα όνειρα του για χάρη της οικογένειάς του. Αν και ταλαντούχος, τολμηρός, έξυπνος, επέτρεψε να οδηγηθεί η ζωή του σ’ ένα απύθμενο τέλμα, χωρίς να διεκδικεί και αφήνοντας κάθε χρόνο που προστίθετο στη πλάτη του να φαντάζει αιώνας. Υποταγμένος στη μοίρα, βυθισμένος στο δικό του λήθαργο δεν πράττει και περιμένει να έρθουν τα πράγματα από μόνα τους, χωρίς να αξιοποιεί τις ευκαιρίες που βρίσκονται μπροστά του. Αφήνει τον θυμό, τη θλίψη, το παράπονο να συσσωρεύονται κι ακόμα και τις στιγμές που έχει δίκαιο, το χάνει.

Ποια στοιχεία του εαυτού σου εντοπίζεις στον χαρακτήρα; Αντίθετα, εγώ είμαι από τη φύση μου άνθρωπος αισιόδοξος, ονειροπόλος και μαχητικός. Επέλεξα να έχουν μεγαλύτερη σημασία οι φορές που κατάφερα να σηκωθώ, από τις φορές που έπεσα. Θα δανειστώ μια φράση του ίδιου του συγγραφέα που μ’ εκφράζει απόλυτα: «Μπορεί να μην έχω στο ενεργητικό μου εξαιρετικές νίκες, αλλά θα εκπλαγείτε αν σας πω μετά από πόσες ήττες κατάφερα να παραμείνω ζωντανός».

Η παραίτηση και η άρνηση της ελπίδας ελευθερώνουν τον άνθρωπο ή τον καθιστούν φαιδρό; Εξαρτάται για ποιο πράγμα ελπίζει κάποιος. Αν η ελπίδες σου είναι φρούδες και ανέφικτες, αν οι προσδοκίες είναι μάταιες και μετατρέπονται σιγά- σιγά σε εμμονή, τότε είναι καλύτερα να τις απαρνηθείς. Αυτό δεν σε καθιστά φαιδρό. Το να ελπίζεις σε κάτι δε σημαίνει κατά ανάγκη ότι πρέπει να γίνεσαι και δέσμιος αυτής της ελπίδας. Τότε τυφλώνεσαι και δεν βλέπεις την αληθινή ζωή, αφήνεις τα χρόνια να γλιστρήσουν μέσα από τα χέρια σου. Θεωρώ ότι αυτό που χρειάζεται είναι η αυτοεκτίμηση, η πίστη στον εαυτό σου. Να αποδέχεσαι τις ήττες σου και να γίνεσαι πιο δυνατός. Εάν τα λάθη σου σ’ έχουν διδάξει και έχουν αυξήσει το δείκτη της ωριμότητάς σου, τότε έχεις την ικανότητα να αντιληφθείς εάν η παραίτηση και η άρνηση είναι η σωστή επιλογή και κατά συνέπεια η απελευθέρωσή σου.

-Υπάρχει χειρότερο συναίσθημα από το να νιώθεις ότι η ζωή σου πήγε στράφι; Αυτό, κατά τη δική μου άποψη, έχει να κάνει με το πως αντιλαμβάνεσαι την πορεία σου μέσα στη ζωή. Τίποτα δεν πάει στράφι εάν δεν αφήσεις τον εαυτό σου να νιώσει πως ό,τι πράττει είναι ανούσιο. Η ίδια η ζωή μπορεί να σε διδάξει πολλά. Το ταξίδι, οι προσπάθειες, οι αγώνες που δίνουμε έχουν πάντα αξία. Σημασία έχει να μην επικεντρωνόμαστε στις αποτυχίες και τις κακές στιγμές αλλά να κρατάμε τα θετικά και να προχωράμε. 

Πώς θα απαντούσες εσύ στο ερώτημα που θέτει το έργο: «ζούμε όπως θα θέλαμε ή όπως θέλουν οι άλλοι;» Το να ζήσεις όπως θέλεις εσύ χρειάζεται τεράστιο ψυχικό σθένος και αποφασιστικότητα. Πολλές φορές όταν εκφράζεις τα θέλω και τα πιστεύω σου, εύκολα οδηγείσαι στην απομόνωση και την περιθωριοποίηση, ειδικά σε μια «κλειστή κοινωνία» όπως η δική μας. Από την άλλη τι νόημα έχει η ζωή μας αν προσποιούμαστε, αν κρυβόμαστε, αν δεν μας ανήκει ουσιαστικά ο εαυτός μας και υποτασσόμαστε στα πρέπει του κόσμου; Εάν αφήσουμε το «σύστημα», του οποίου γρανάζι είμαστε κι εμείς, να μας εξουσιάζει, τότε οι ελπίδες να πορευτούμε όπως ονειρευόμαστε είναι μηδαμινές. 

Μπορούμε να αντλήσουμε αισιοδοξία από ένα απαισιόδοξο έργο; Σαφέστατα. Μπροστά στα μάτια σου βλέπεις να ξετυλίγεται το κουβάρι του ανεκπλήρωτου, η άρνηση της πρωτοβουλίας και της επιλογής. Η άρνηση για ένα καινούργιο αύριο. Όλη αυτή η απαισιοδοξία και η χρήση του ανείπωτου σε κινητοποιεί να θέλεις να αντιδράσεις, να παλέψεις, να ζήσεις. Ανοίγει μπροστά σου ένα βιβλιαράκι με οδηγίες χρήσης για το τι δεν πρέπει να κάνεις ώστε να μην καταντήσει η ζωή σου ανιαρή και ανούσια. Εισπράττοντας την πικρή γεύση που σου αφήνει το σκοτάδι, ενστικτωδώς επιλέγεις να πορευτείς προς το φως.

Ένιωσες ποτέ ότι η υποκριτική είναι «χειρωνακτική» τέχνη; Στις εποχές που ζούμε, μακάρι να ήταν. Τότε θα ήταν καλό και το μεροκάματο. Πέρα από τα αστεία, όπως εξελίσσονται τα πράγματα στον χώρο του πολιτισμού, εμείς οι ηθοποιοί αρχίσαμε να αισθανόμαστε σαν «μηχανές» κι όχι δημιουργοί. Τα χρήματα που δίνονται για τη θεατρική δημιουργία είναι πολύ λίγα, άρα αναπόφευκτα και τα χρονοδιαγράμματα για το ανέβασμα μιας παραγωγής τόσο ασφυκτικά, που χρειάζεται από εμάς τεράστιος κόπος και ξενύχτι για το «κτίσιμο» ενός ρόλου και μιας παράστασης. Δυστυχώς, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, δεν βλέπω να υπάρχει φως στο τούνελ. Από την άλλη δεν θα πάψω να παλεύω για ένα καλύτερο αύριο γι’ αυτό τον χώρο που τόσο αγαπώ.

Έχουμε το περιθώριο και την πολυτέλεια σήμερα να αναλογιζόμαστε το αύριο; Μάς το επιτρέπει το βάρος του σήμερα; Το να αναλογιζόμαστε το αύριο δεν πρέπει να θεωρείται πολυτέλεια αλλά καθήκον. Έχουμε καθήκον να μην αφεθούμε, να μην παραιτηθούμε αλλά να παλέψουμε, ο καθένας με τα δικά του μέσα. Όσα άσχημα βιώνουμε τώρα δεν πρέπει να σκοτώσουν την πίστη και την ελπίδα για ένα μέλλον καλύτερο. Αν στηριχτούμε στην αγάπη, στην ενσυναίσθηση, στην αλήθεια τότε έχουμε τη δύναμη να αποτινάξουμε από πάνω μας το βάρος του σήμερα και να χαμογελάσουμε ξανά.

Ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης μπροστά σ’ όλα αυτά που μας κατατρύχουν; Για μένα ο ρόλος της τέχνης είναι η δημιουργία ανθρώπων εύμορφων εσωτερικά. Ανθρώπων που πάνω απ’ όλα αγαπούν και νοιάζονται τον δίπλα τους. Το θέατρο μάς εμπνέει δημιουργικά. Είναι μια τεράστια κινητήρια δύναμη για να γίνουμε καλύτεροι και να προχωρήσουμε μπροστά ελεύθεροι, με ατομική και κοινωνική ευθύνη, με συνείδηση και άποψη για το μέλλον της κοινωνίας μας, για το μέλλον του κόσμου μας. Η τέχνη είναι το οξυγόνο του πνεύματος και της ψυχής μας. Και όταν στερηθούμε το οξυγόνο, όλοι γνωρίζουμε τι ακολουθεί…

Ποια γνώμη έχεις σχηματίσει για το θεατρικό κοινό της Κύπρου; Το θεατρικό κοινό της Κύπρου σιγά- σιγά αυξάνεται και «ωριμάζει». Θέλω να πιστεύω ότι αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ποιότητα και την ποικιλομορφία του ρεπερτορίου μας. Και με χαροποιεί ιδιαίτερα που βλέπω στην πλατεία περισσότερους νεαρούς θεατές. 

-Τι θα ήθελες να σε ρωτήσουν στην τελευταία σου συνέντευξη; Αυτήν την ερώτηση θ’ αφήσω να τη σκεφτεί ο τυχερός που θα πάρει την τελευταία μου συνέντευξη! Ένα είναι το σίγουρο: πως δε μετάνιωσα ούτε στιγμή την απόφασή μου ν’ ασχοληθώ με το θέατρο. 

  • INFO «Ο θείος Βάνιας» του Άντον Τσέχωφ, σε σκηνοθεσία Αύρας Σιδηροπούλου. Θέατρο Διόνυσος. Πρεμιέρα: 8/12. Κάθε Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο 8.30 μ.μ. & Κυριακή 6.30μ.μ. μέχρι 30/12. 3/1  Λεμεσός, Θέατρο Ριάλτο, 22818999 SoldOut Tickets

Ελεύθερα, 3.12.2023