Τις πρόνοιες της νομοθεσίας που διέπουν τις περιπτώσεις αιτημάτων παροχής σύνταξης ανικανότητας ανέλυσε σε πρόσφατη απόφασή του το Διοικητικό Δικαστήριο, κρίνοντας δικαιολογημένη την απόφαση του υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για παροχή σύνταξης ανικανότητας. 
 
Ο αιτητής εργαζόταν μέχρι το 2013 «ως μισθωτός εργαστηριακός σε ιδιωτική εργοληπτική εταιρεία». Ο τερματισμός της εργασίας του έγινε λόγω πλεονασμού. Δύο χρόνια μετά, υπέβαλε αίτηση για σύνταξη ανικανότητας συνοδευόμενη από ιατρική έκθεση του θεράποντος ιατρού του. Επικαλούνταν για έγκριση του αιτήματός του «οστεοαρθρίτιδα αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, οστεοαρθρίτιδα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, οστεοαρθρίτιδα δεξιού γόνατος και  χρόνια τενοντίτιδα».
Η αίτηση απορρίφθηκε αφού το Ιατρικό Συμβούλιο, έκρινε πως ήταν ικανός για την άσκηση του επαγγέλματος του εργαστηριακού και συγκεκριμένα ότι «ο ασθενής παρά τα διάφορα προβλήματα του, δεν έχει απωλέσει τα 2/3 της ικανότητας του για την εργασία του».
 
Ακολούθησε ιεραρχική προσφυγή χωρίς όμως διαφοροποίηση των δεδομένων με αποτέλεσμα η υπόθεση να αχθεί ενώπιον του Δικαστηρίου. 
 
 
Στο πλαίσιο της απόφασής του το Δικαστήριο παρέθεσε τις σχετικές πρόνοιες της νομοθεσίας σύμφωνα με τις οποίες «ανίκανος προς εργασία» θεωρείται ο ασφαλισμένος, όταν λόγω ειδικής ασθένειας ή σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας, η οποία άρχισε ή επιδεινώθηκε ουσιωδώς μετά την ασφάλισή του, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία την οποία εύλογα αναμένεται να εκτελεί, λαμβανομένων υπόψη των δυνάμεων, των δεξιοτήτων, της μόρφωσης και της συνήθους επαγγελματικής απασχόλησής του, πέραν από το ένα τρίτο ή, εάν πρόκειται για πρόσωπο ηλικίας μεταξύ εξήντα (60) και εξήντα τριών (63) ετών, πέραν από το ένα δεύτερο, του ποσού το οποίο κερδίζει συνήθως στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιές πρόσωπο της ίδιας μόρφωσης».
 
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το Δευτεροβάθμιο Ιατρικό Συμβούλιο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο αιτητής «δεν απώλεσε τα 2/3 της ικανότητας του για εργασία» αφού μελέτησε προηγουμένως το αποτέλεσμα τριών μαγνητικών τομογραφιών και αφού έτυχε εξέτασης «σε σχέση με τα προβλήματα που αυτός αντιμετώπιζε στο μυοσκελετικό του σύστημα, ειδικότερα στην σπονδυλική του στήλη, στα άνω και κάτω άκρα».
 
Κρίθηκε ότι η απόφαση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα παροχής σύνταξης ανικανότητας ήταν αιτιολογημένη και σύμφωνη με το νόμο και δεν εντόπισε οποιοδήποτε λόγο για ανατροπή της.