Καθώς η κατηγορία των αρχετυπικών επιχειρηματιών των αρχών των μεταπολεμικών χρόνων και τα εμβληματικά δημιουργήματά τους αποτελούν πλέον μέρος της οικονομικής ιστορίας μας, το σημερινό κείμενο προσπαθεί να σκιαγραφήσει, αν όχι τα αθώα, σίγουρα τα ηρωικά χαρακτηριστικά εκείνης της εποχής και των πρωταγωνιστών της.

Μιας εποχής -ενάρετου εμπορίου και “πεφωτισμένης, γόνιμης ιδιοτέλειας”-, που κατά τίποτα δεν θυμίζουν τον σημερινό καπιταλισμό των funds, της αποεπένδυσης και του deal making. Έναν καπιταλισμό χωρίς ψυχή.

Αυτό, επ’ ευκαιρία ενός κειμένου του N. Bατόπουλου στην “Καθημερινή”, όπου ο έγκριτος δημοσιογράφος δεν μας δίνει μόνο τη συναρπαστική βιογραφία του δημιουργού της μακαρονοποιίας ΜΙΣΚΟ. Mας παρέδωσε, επίσης, ένα πορτραίτο-ψυχογράφημα εκείνων των δημιουργών παλαιάς κοπής. 

Μια πινελιά στη φιλοτέχνηση αυτού του πορτραίτου, και η  επαγγελματική μου ανάμνηση, που ακολουθεί: 

Προ δεκαετιών, ως νεαρό τραπεζικό στέλεχος, είχα επισκεφθεί εμβληματική εταιρεία-ηγέτιδα του κλάδου της. Περιμένοντας στο σαλόνι μέχρι να με δεχθούν, με πλησίασε ένας παλιοκαιρινός κύριος, ο οποίος, αφού με καλημέρισε, άρχισε να εκθειάζει την εταιρεία, αναφερόμενος στο παρελθόν της, με το οποίο συχνά πυκνά αναμείγνυε και το δικό του. 

“Εμένα που με βλέπεις, ήμουν ο καλύτερος αρτεργάτης της Σμύρνης…”, μου είπε σε μια στιγμή, που ίσως του πέρασε από το μυαλό ότι δεν μου γέμιζε το μάτι.

Όταν, πάνω στην κουβέντα, ήρθαν οι άνθρωποι του ραντεβού μου και χρειάστηκε να μου συστήσουν τον… “καλύτερο αρτεργάτη της Σμύρνης”, αποδείχτηκε πως αυτός δεν ήταν άλλος από τον μακρινό ιδρυτή της εταιρείας.

Πώς σας φαίνεται αυτό το “ο καλύτερος αρτεργάτης”; Αντί άλλης ιδιότητας, αντί άλλης διάκρισης, αντί άλλης πρωτιάς, αυτό που κατεγράφη ανεξίτηλα στα γερασμένα εγκεφαλικά κύτταρα τού εμβληματικού δημιουργού ήταν αυτό το “ο καλύτερος”, αυτό ακριβώς που του επέτρεπε κάποτε να παράγει αυτός το καλύτερο, το πρώτο προϊόν της αγοράς. Προφανώς, στη συνείδησή του, εκείνη η πρωτιά, εκείνη η αριστεία ήταν που έφερε στη ζωή του όσα επακολουθήσαν: τα εργοστάσια, τους τίτλους, τις τιμές, τα πλούτη, τα οποία όμως κατά την αντίληψή του ήταν απλώς παρεπόμενα…

Φυσικά, δεν άργησα να καταλάβω ότι ο σεβαστός πρεσβύτης δεν εννοούσε να παραιτηθεί από την παρουσία του στην εταιρεία. Κάθε μέρα, δίκην αγαθού πνεύματος, περιφερόταν ολημερίς σ’ αυτήν. Πότε στις μηχανές, πότε στις αποθήκες, πότε στους διαδρόμους, πότε στα γραφεία.

Ήδη, η παραπάνω ιστοριούλα πιστεύω ότι σηματοδοτεί το χάσμα που χωρίζει εκείνους τους πρωταγωνιστές από τους σύγχρονους συνάδελφους τους.

Διανύοντας την 4η βιομηχανική επανάσταση και όντας σε φάση και ρυθμούς Meta, (metaverse* για να σταθούμε στη μετονομασία του Φ/Β), όλες οι τρέχουσες αναλύσεις καταγράφουν, από κριτικά έως και δυσοίωνα, τον αποπροσανατολισμό του καπιταλισμού και της ελεύθερης αγοράς.

Κοινή, καταγγελτική επωδός: Η ασυδοσία των αγορών, ο βραχυπρόθεσμος ορίζοντας επιχειρηματικού ενδιαφέροντος, η έλλειψη ελέγχων, η απληστία των εκφραστών-εκπροσώπων του συστήματος: τραπεζιτών, αναλυτών, διαχειριστών κεφαλαίων και μάνατζερ. 

Η απελευθέρωση των αγορών δεν έφερε τις αναμενόμενες ισορροπίες. Αντίθετα, αυτή έχει δημιουργήσει μια μόνιμη πηγή κερδοσκοπίας και παρασιτισμού, μέσα από επισφαλή, υψηλού κινδύνου σχήματα, καινοφανή νομισματικά προϊόντα που παράγουν υπερκέρδη για τους ολίγους, χωρίς ίχνος παραγωγής πραγματικού αγαθού ή υπηρεσίας. Για να μην επεκταθούμε στα χρυσοφόρα κοιτάσματα της εσωτερικής πληροφόρησης. 

Τεράστια ποσά εκτός του παραδοσιακού εποικοδομητικού τρίπτυχου του παραγωγικο-συναλλακτικού κύκλου: επενδύσεων, παραγωγής-εμπορίου, πωλήσεων, αναζητούν βραχυπρόθεσμα κέρδη, απανταχού της γης. Ένα ανώνυμο χρήμα έχει δημιουργηθεί, συνοδός της χαοτικής λειτουργίας της αγοράς και της γενικότερης εικονικής πραγματικότητας που βιώνουμε. Ασύστολη καθιερωμένη πρακτική: Οι κίνδυνοι υποτιμούνται στην άνοδο και υπερτιμούνται στην πτώση. Αυτό επιτείνεται όταν τα κέρδη της ανόδου είναι ιδιωτικά, ενώ οι ζημιές κοινωνικοποιούνται.

Η μακροπρόθεσμη απασχόληση όλο και μειώνεται. Αποτέλεσμα είναι να συρρικνώνεται η αίσθηση της κοινότητας και της ομάδας, που τόσο στήριζε, ηθικά, τα μέλη της. Κάποτε, κεφαλαιούχοι και εργαζόμενοι βλεπόταν μεταξύ τους. Αγγιζόταν στο εργοστάσιο. Σήμερα, αλλού βρίσκονται τα κέντρα αποφάσεων, αλλού οι μέτοχοι, αλλού το μάνατζμεντ, αλλού η παραγωγή. Ο χώρος έχασε την αξία του. 

Επιπλέον, σήμερα κανένας κεφαλαιούχος δεν βάζει όλα τα κεφάλαιά του, ούτε καν σημαντικό μέρος τους, σε μια “μεριά”. Τα πλειοψηφικά μετοχικά πακέτα αντιστοιχούν, ακόμα και σε μονοψήφια ποσοστά ιδιοκτησίας.

Με παρόμοια συλλογιστική εξηγείται και η μετατόπιση του επιχειρηματικού ενδιαφέροντος από τον μακροπρόθεσμο ορίζοντα στον βραχυπρόθεσμο. Παλαιά, το κεφάλαιο παρέμενε δεσμευμένο σε μια επένδυση, για δεκαετίες. Τώρα μετακινείται από εταιρεία σε εταιρεία από κλάδο σε κλάδο, από χώρα σε χώρα ελεύθερα, ταχύτατα και ανώδυνα, εν είδει cash and carry.

 

Η σχέση επενδυτή και επένδυσης

Η σχέση επενδυτή και επένδυσης είναι από χαλαρή έως ανύπαρκτη. Καμία ταύτιση, καμία αφοσίωση. Για συναισθηματική σχέση, βεβαίως, να μη γίνεται λόγος. Όλα τα στοιχεία μιας μακροπρόθεσμης σχέσης απουσιάζουν εκκωφαντικά. Το είδαμε και στην Ελλάδα αυτό, κατά την τελευταία χρηματιστηριακή έκρηξη. Την ευκολία, δηλαδή, με την οποία οι κεφαλαιούχοι- επιχειρηματίες ρευστοποίησαν τις επιχειρήσεις τους, τσεπώνοντας  απίστευτες υπεραξίες.

Το χειρότερο, η ηθική, ως βασικό προαπαιτούμενο ενάσκησης κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας, δεν αναγνωρίζεται πια. Κι’  αυτό γιατί τα οφέλη από την άσκηση ενός έντιμου εμπορίου είναι μακροπρόθεσμα. Σήμερα, όμως, κανένας δεν έχει την υπομονή να περιμένει την ανταμοιβή και τη γλύκα της επαναλαμβανόμενης  πώλησης.

Κι όμως, ο Ανταμ Σμιθ δεν αποθέωσε μόνο το ατομικό συμφέρον, αλλά έγραψε και τη “Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων””. Μια θεωρία που υποστηρίζει ότι χωρίς την ηθική εμπιστοσύνη στα συμφωνημένα, την αμοιβαιότητα στη συμπεριφορά, τη φροντίδα για την επιβίωση του συστήματος, ο καπιταλισμός δεν θα μπορούσε να δουλέψει.

Όλα θυμίζουν ένα τμήμα διαλόγου από τον “Πολίτη Κέϊν”: “Είναι εύκολο να κάνεις πολλά λεφτά, εάν το μόνο που θέλεις στη ζωή σου είναι να κάνεις πολλά λεφτά”. Όμως, αν η επιδίωξη του ατομικού συμφέροντος είναι ζωτικό στοιχείο της ελεύθερης οικονομίας, η αλόγιστη απληστία μπορεί να είναι η καταστροφή της.

Με άλλα λόγια: ο αγώνας για εξανθρωπισμό του καπιταλισμού θα έπρεπε να είναι μέρος της λογικής του.

Και για να τελειώσω με μια φράση που πολύ αγαπώ: “Η αγορά είναι αποτελεσματική, όχι παρά την ύπαρξη της ηθικής, αλλά ακριβώς χάρη σ’ αυτήν”.

 

* Τέως γενικός διευθυντής εταιρειών του ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα

** Από το capital.gr, αποκλειστική συνεργασία με Φιλελεύθερο