Το 2018, αξιωματούχοι του γερμανικού κράτους προχώρησαν σε άσκηση προσομοίωσης μιας τεράστιας έλλειψης φυσικού αερίου. Με μια πραγματική ανάλογη περίπτωση να πλησιάζει, τα μηνύματα από εκείνη την άσκηση είναι μάλλον αποθαρρυντικά.

Ορισμένα νοσοκομεία, οίκοι ευγηρίας και φυλακές υποχρεώθηκαν να κλείσουν. Εταιρείες έβαλαν λουκέτο. Κοπάδια ζώων αφέθηκαν να πεθάνουν. Εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας σαρώθηκαν. Επιβλήθηκε, τέλος, δελτίο στα νοικοκυριά, σύμφωνα με τον επίσημο απολογισμό της συγκεκριμένης άσκησης διαχείρισης κρίσεων.

Σε μόνο λίγες μέρες ή εβδομάδες από σήμερα, η Γερμανία θα αντιμετωπίσει το ίδιο δίλημμα το οποίο αντιμετώπισαν η Πολωνία και η Βουλγαρία πριν από λίγες ημέρες: να πληρώσει για το ρωσικό αέριο με τους όρους του Βλαντιμίρ Πούτιν, παραβιάζοντας ουσιαστικά τις ευρωπαϊκές κυρώσεις ή να δει το Κρεμλίνο να κλείνει τη στρόφιγγα.

 

Θελκτική μα δύσκολη

Η σκληρή γραμμή απέναντι στο ρωσικό αέριο ακούγεται πολύ θελκτική σε επίπεδο πολιτικής συνθηματολογίας, ωστόσο η πραγματικότητα θα είναι μια ανείπωτη οικονομική ζημιά για τη Γερμανία. Ας μην προσπαθούμε να “γλυκάνουμε” τα πράγματα: η ύφεση που θα ακολουθήσει θα είναι βάναυση. Διαβάζοντας τα μαθήματα του 2018 και μιλώντας με όσους συμμετείχαν στην άσκηση, δεν θα ήθελα να βρίσκομαι στη θέση του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς.

Καθώς υστερεί στο πεδίο των πραγματικών, πολεμικών μαχών, ο Πούτιν εξακολουθεί να παίζει με μαεστρία το παιχνίδι της αγοράς ενέργειας, εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες που προκύπτουν από την πολυετή μυωπική ευρωπαϊκή πολιτική. Αυτή τη στιγμή, η Γερμανία έχει μόνο κακές επιλογές – και μερικές ακόμη χειρότερες.

Τόσο το Βερολίνο όσο και η Μόσχα χρησιμοποιούν το όπλο του αερίου – απλώς σε διαφορετικές “ταχύτητες”. Η Γερμανία σκοπεύει να σταματήσει να αγοράζει ρωσικό φυσικό αέριο με την πάροδο του χρόνου, ίσως περί το 2024 – και εν τω μεταξύ να έχει βρει επιπλέον προμήθειες, δημιουργώντας παράλληλα υποδομές για την εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ και τη Μέση Ανατολή. Η Ρωσία κάνει το αντίθετο: χρησιμοποιεί το όπλο αυτό εδώ και τώρα.

Ήδη ο Πούτιν έχει ουσιαστικά “διαγράψει” τα κέρδη από τις δραστηριότητές του τις σχετικές με το φυσικό αέριο στη Γερμανία. Είτε σε τέσσερις εβδομάδες είτε σε 24 μήνες, η Ρωσία γνωρίζει ότι δεν θα πουλά πια ενεργειακούς πόρους στο Βερολίνο. Έτσι, το Κρεμλίνο αναγκάζει τον Σολτς να προχωρήσει σε ορισμένες οδυνηρές επιλογές, με τον Πούτιν να στρέφει προς όφελός του ορισμένα από τα οικονομικά όπλα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί κατά του καθεστώτος του.

 

Εκβιασμός

Το Κρεμλίνο έχει δηλώσει στους Ευρωπαίους πελάτες του στο πεδίο του φυσικού αερίου ότι, εάν θέλουν να συνεχίσουν να λαμβάνουν ρωσικό αέριο, πρέπει να το πληρώνουν μέσω ενός λογαριασμού στη Gazprombank, ρωσική κρατική τράπεζα. Η πληρωμή περιλαμβάνει μια διαδικασία δύο σταδίων με δύο λογαριασμούς, έναν σε ευρώ και έναν σε ρούβλια. Το πρώτο βήμα είναι η πληρωμή σε ευρώ. Το δεύτερο είναι η μετατροπή αυτών των ευρώ σε ρούβλια για λογαριασμό του πελάτη. Μόνο μετά την ολοκλήρωση αυτής της μετατροπής, στην οποία έχει τεχνική εμπλοκή η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, η πληρωμή θεωρείται εκπληρωμένη.

Η Γερμανία – καθώς και η Γαλλία και η Ιταλία – δεν είχαν ποτέ σκοπό να επιβάλουν άμεσα εμπάργκο στο ρωσικό φυσικό αέριο. Οι κυρώσεις στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας αφορούσαν το να σταματήσει τον Πούτιν να έχει πρόσβαση σε αποθέματα σκληρού νομίσματος ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων και όχι να σταματήσουν οι πληρωμές για φυσικό αέριο. Ωστόσο, ο Πούτιν γύρισε το παιχνίδι προς το μέρος του: χρησιμοποιεί τώρα τις κυρώσεις της ΕΕ εναντίον των Ευρωπαίων, αναγκάζοντάς τους να συναλλάσσονται με την κεντρική του τράπεζα σε ρούβλια.

Εάν το Βερολίνο, το Παρίσι και η Ρώμη επιτρέψουν να συνεχιστούν κανονικά οι πληρωμές, θα έδειχναν τη δική τους υποκρισία, ανοίγοντας μια ρωγμή η οποία θα προωθούσε την πολιτική στρατηγική του Κρεμλίνου, που βασίζεται στο δόγμα “διαίρει και βασίλευε”.

Θα δείξουν επίσης ότι η ΕΕ είναι διατεθειμένη να συνεχίσει να πληρώνει δισεκατομμύρια ευρώ κάθε εβδομάδα στη Ρωσία, υποστηρίζοντας το ρούβλι – και επιδοτώντας διά μέσου αυτού του σχήματος και τον ρωσικό στρατό. Ακόμη χειρότερα, δεν θα πρόκειται για την τελευταία παραχώρηση. Ο Πούτιν θα εκμεταλλευτεί την αδυναμία στο πεδίο του φυσικού αερίου για να αποσπάσει περισσότερα. Σήμερα είναι οι πληρωμές σε ρούβλι. Αύριο μπορεί να είναι η αναστολή των κυρώσεων κατά της Μόσχας ή και η αναστολή της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία.

 

Αναπόφευκτος οικονομικός πόνος

Δεν πρόκειται για κάποιου είδους βραχυπρόθεσμο πρόβλημα. Εάν η Γερμανία καταφέρει με τον καιρό να βρει εναλλακτικές πηγές για το φυσικό αέριο που χρειάζεται, αυτές θα είναι σε πολύ υψηλότερη τιμή. Η εποχή του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου το οποίο τροφοδοτεί τη γερμανική οικονομία έχει τελειώσει.

Οι γερμανικές εταιρείες έντασης ενέργειας, όπως και οι χημικοί βιομηχανικοί κολοσσοί της, δεν θα μπορούν να είναι το ίδιο ανταγωνιστικοί στην παγκόσμια αγορά. Η Γερμανία θα έχει να αντιμετωπίσει οδυνηρά διλήμματα για το μέλλον της βιομηχανικής ραχοκοκαλιάς της οικονομίας της.

Στοχοποιώντας πρώτα την Πολωνία και τη Βουλγαρία, ο Πούτιν έδειξε ότι δεν μπλοφάρει. Η Βαρσοβία και η Σόφια δεν αγόραζαν γενικά μεγάλες ποσότητες ρωσικού αερίου. Από τα περίπου 155 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα που αγόρασε η ΕΕ πέρυσι από τη Ρωσία, η Πολωνία αντιπροσώπευε περίπου τα 10 δισεκατομμύρια κ.μ. και η Βουλγαρία 3 δισ. κ.μ. Το κλείσιμο της στρόφιγγας εκεί κοστίζει πολύ λίγο στη Ρωσία όσον αφορά στην απώλεια εσόδων. Στέλνει ωστόσο ξεκάθαρο μήνυμα στη Γερμανία.

Ο Σολτς αντιμετωπίζει ένα τρομερό δίλημμα. Έχω υποστηρίξει ότι οι ευρωπαϊκές εισαγωγές φυσικού αερίου ενέχουν το στοιχείο της ηθικής υποκρισίας, χρηματοδοτούν τη στρατιωτική μηχανή του Κρεμλίνου και τελικά είναι μη βιώσιμες, αφήνοντας την ΕΕ στο έλεος της Μόσχας.

Γράφω ωστόσο αυτές τις γραμμές από την Ουάσιγκτον, όπου το φυσικό αέριο είναι άφθονο και φθηνό – και είναι εύκολο να διδάσκεις από καθέδρας μαθήματα υψηλής ηθικής. Δεν βλέπω, ωστόσο, πώς ο Σολτς έχει άλλη επιλογή από το να σταματήσει τις πληρωμές στα τέλη Μαΐου και τελικά να αντιμετωπίσει τις (βαριές) συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης. Ο χρόνος έχει πια τελειώσει.

* Από το BloombergOpinion, αποκλειστική συνεργασία με Φιλελεύθερο