Πριν από μια δεκαετία ακριβώς, η οικογένεια μου ήρθε αντιμέτωπη με ένα τεράστιο κενό στον τομέα της Υγείας στην Κύπρο. Χρειαστήκαμε εξειδικευμένη φροντίδα γιατί ο άνθρωπος μας είχε πάρει εξιτήριο, μετά από μια πολύ σοβαρή και περίπλοκη χειρουργική επέμβαση και εμείς όση αγάπη κι αν προσθέταμε στην κάθε μας πράξη, όση προσπάθεια κι αν καταβάλλαμε κι όση εκπαίδευση κι αν μας έκαναν, δεν ήμασταν σε θέση να διαχειριστούμε μόνοι μας τις κατακλίσεις στο σώμα του, τη συνεχή ανάγκη για αλλαγή πληγών (που δημιουργήθηκαν λόγω επιπλοκών) και πολλά άλλα. Κρατική υπηρεσία που να προσφέρει αυτά που χρειαζόμασταν επί καθημερινής βάσης και συνήθως δύο ή/και τρεις φορές την ημέρα δεν υπήρχε (και εξακολουθεί να μην υπάρχει). Αποταθήκαμε σε ιδιωτική εταιρεία παροχής υπηρεσιών νοσηλευτικής. Το κόστος για πέντε μήνες, έφθασε πενταψήφιο αριθμό. Πέραν των €10.000, έξτρα αυτά που κόστιζαν οι φυσιοθεραπείες κ.λπ.. Ήμασταν από τους τυχερούς που με λίγη πίεση και στρίμωγμα μπορέσαμε και τα βγάλαμε πέρα οικονομικά.

Πριν από έξι χρόνια, η οικογένεια βρέθηκε ξανά αντιμέτωπη με το ίδιο πρόβλημα. Αυτή τη φορά, είχαμε να κάνουμε με τον καρκίνο κι έτσι μας βοήθησαν οι σύνδεσμοι καρκινοπαθών. Και πάλι όμως, όλοι οι υπόλοιποι χρειάστηκε να βάλουμε, σε κάποια στιγμή, την εργασία μας στην άκρη και ευτυχώς που οι εργοδότες μας έδειξαν όση κατανόηση και ανθρωπιά χρειαζόταν, για να είμαστε 24 ώρες το 24ωρο κοντά στον άνθρωπο μας.

Μέσα στην ταλαιπωρία μας και τις δύο φορές ξέραμε ότι η δική μας περιπέτεια θα είχε τέλος. Τότε πίστευα ότι με την επερχόμενη εφαρμογή του ΓεΣΥ και την ένταξη των ιατρικών υπηρεσιών αλλά και των υπηρεσιών ανακουφιστικής φροντίδας στο σύστημα το κράτος θα ξαλάφρωνε και θα μπορούσε πιο εύκολα να αναπτύξει προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας.

Πέντε χρόνια μετά την εφαρμογή του ΓεΣΥ τίποτα δεν άλλαξε γιατί πέραν του ΓεΣΥ τίποτα άλλο σχετικό δεν έγινε. Δεν αναφέρομαι στην ανυπαρξία νομοθεσίας για τις υπηρεσίες ανακουφιστικής φροντίδας. Εξαιτίας της βεβαίως, ανακουφιστική φροντίδα μέσω του ΓεΣΥ λαμβάνουν μόνο οι καρκινοπαθείς. Όλοι οι υπόλοιποι χιλιάδες ασθενείς, ηλικιωμένοι, μονίμως κατακεκλιμένοι άνθρωποι στην πραγματικότητα βρίσκονται στο έλεος του Θεού.

Τα κέντρα παροχής εξειδικευμένης φροντίδας ελάχιστα και αυτά ιδιωτικά. Σίγουρα δεν μιλάμε για πενταροδεκάρες. Τα ποσά που απαιτούνται τεράστια για τον μέσο πολίτη. Αν έχεις χρήματα έχει καλά. Και πάλι όμως. «Παρκάρεις» στην ουσία τον άνθρωπο σου κάπου για να τον φροντίζουν και εσύ τρώγεσαι συνεχώς μέσα σου αν είναι καλά.

Υποβάλλεται ο ηλικιωμένος πατέρας σου σε χειρουργική επέμβαση, παίρνει εξιτήριο, χρειάζεται μόνο εξειδικευμένη φροντίδα και εσύ τρέχεις να βρεις την άκρη μόνος σου. Ο ΟΑΥ δεν μπορεί να σε καλύψει αφού το ιατρικό σκέλος των αναγκών σου, που του αναλογεί, το κάλυψε. Το υπουργείο Υγείας το πολύ να σε στείλει σε ένα οίκο ευγηρίας ή κάποιο ιδιωτικό κέντρο παροχής εξειδικευμένης φροντίδας, να σου προσφέρει €1500 ως επιδότηση και εσύ να πρέπει να πληρώσεις €7.000 – €10.000 επιπλέον, και το υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας το πολύ να εγκρίνει κάποιο δημόσιο βοήθημα.

Αντίστοιχα, έχεις το παιδί σου που από την εφηβεία έχει καθηλωθεί στο κρεβάτι εξαιτίας κάποιου σπάνιου συνδρόμου, χρειάζεται ειδικούς εξοπλισμούς, εξειδικευμένη φροντίδα και εξυπηρέτηση και εσύ, παλεύεις, τσακώνεσαι, φωνάζεις και απελπίζεσαι, προσπαθώντας να του εξασφαλίσεις όλα τα απαραίτητα. Το ΓεΣΥ προσφέρει συγκεκριμένες υπηρεσίες, με οροφές και προϋποθέσεις, το υπουργείο Υγείας δεν μπορεί να σου προσφέρει τίποτα περισσότερο πέραν των απαραίτητων, και το υφυπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας το πολύ να σου δώσει ένα υποτυπώδες επίδομα.

Ένα τεράστιο κενό, το οποίο  περιγράφεται εκτενώς και στην πρώτη αξιολόγηση του ΓεΣΥ και αποτελεί μάλιστα και έναν από τους κινδύνους που αντιμετωπίζει το σύστημα.

Άνθρωποι που δεν χρειάζονται ιατρικές υπηρεσίες, δεν χρειάζονται αποκατάσταση, χρειάζονται ανακουφιστική φροντίδα και εξειδικευμένες υπηρεσίες. Ένα νοσηλευτή ρε παιδί μου να τους αλλάζει, για παράδειγμα, καθημερινά μια πληγή. Είναι χιλιάδες γιατί σε αυτούς προστίθενται καθημερινά δεκάδες ηλικιωμένοι και ο πληθυσμός της Κύπρου γερνά.

Ένα ερωτήμα που πρέπει να απαντήσει το Κράτος. Μετά το νοσοκομείο τι;