Η φονική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου 2025 ήταν ένα άλλο έγκλημα για το οποίο ελέγχονται οι κυβερνητικοί χειρισμοί, που όπως αποδείχθηκε ήταν ερασιτεχνικοί και ασυντόνιστοι. Όχι γιατί ο συντονιστής που όρισε η κυβέρνηση έλειπε στην Αυστραλία, αλλά επειδή την ώρα της κρίσης δεν βρέθηκε στο Προεδρικό κάποιος που να μπορεί να ζητήσει άμεσα αναφορά και να αποφασίσει να πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά άρχισαν τα τραγελαφικά, μέχρι που η υπουργός Γεωργίας έφτασε να δηλώσει ότι ο Συντονιστής για τις πυρκαγιές, ο Ανδρέας Γρηγορίου γενικός διευθυντής του υπουργείου της, εκδήλωσε προσωπικό ενδιαφέρον και έτσι πήρε απόφαση να μεταβεί στην Αυστραλία στις εκδηλώσεις για μαύρες επετείους. Μα κυρία που, «έτσι είναι αν έτσι νομίζετε». Απλά αυτό δεν είναι κυβέρνηση είναι τσίρκο, που για 18 μέρες διολισθαίνει ασταμάτητα, τυλιγμένο με ένα επίδεσμο επί του οποίου αναγράφεται το αμίμητο: «Ο μόνος τρόπος να προλαβαίναμε αυτή την πυρκαγιά ήταν να μην ξεσπάσει»..!
Όλη η κατάσταση τα τελευταία χρόνια θυμίζει θίασο σαλτιμπάγκων που τη μια συλλαμβάνονται ψευδόμενοι και την άλλη βουλιάζουν σε σκάνδαλα εκατοντάδων εκατομμυρίων όπως το Τερματικό του Βασιλικού που δόθηκε στους κινέζους χωρίς να προκηρυχθεί διαγωνισμός κι ενώ η ίδια εταιρεία «συνελήφθη κλέπτουσα οπώρας» στην Ελλάδα. Η Κίνα το μόνιμο μέλος του Σ.Α. που μας ρυμουλκούσε στο βυθό της χρεοκοπίας ενός δισεκατομμυρίου με το στο γνωστό καράβι «Προμηθέας». Το Προεδρικό έσπευσε να «πατσιάρει» τη μαύρη τρύπα χωρίς να μας πει ποιοι είναι αυτοί που δεν κωλώνουν να κλέβουν ασύστολα, από το 2013 και εντεύθεν.
Είναι αλήθεια ότι παρακολουθώντας καθημερινά τα διεθνή πρακτορεία, παρατηρώ ότι επίσης ασταμάτητα διολισθαίνουν πολλές χώρες καθώς άγονται και φέρονται από ανέντιμες κυβερνήσεις που δεν ντρέπονται να νέμονται τον πλούτο των χωρών τους και να διαφεύγουν της κρίσης της δικαιοσύνης με διάφορα κόλπα και δικολαβικές τζιριτζάντζουλες. Κόλπα τεράστια των τρισεκατομμυρίων, όπως τα εμβόλια για τον covid για τα οποία στην Ε.Ε. ελέγχεται επί παραδείγματι η κυρά Φοντελάιεν. Αλλά και για την τελευταία συμφωνία που κατέληξε με τον Τραμπ, στη Σκωτία για την επιβολή γενικών δασμών 15% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές στις ΗΠΑ, που προβλέπει ότι η Ε.Ε. θα επενδύσει 600 δις. δολάρια στην αμερικανική οικονομία και άλλα 750 δις. για εισαγωγή ενέργειας από τις ΗΠΑ έως το 2028. Δηλαδή, 250 δις. ετησίως, μέχρι το τέλος της θητείας Τραμπ τον Ιανουάριο του 2029, χωρίς να ρωτηθούμε εμείς οι φορολογούμενοι της Ε.Ε. που θα πληρώσουμε το χαράτσι. «Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες», έλεγε ορθότατα ο Νίτσε, και το παραθέτουμε έτσι απλά για να σημειώσουμε ότι μόνο το κόλπο με τους δασμούς στο οποίο ρυμουλκεί όλες τις χώρες ο Τραμπ, κουβαλά μαζί του όρη φτώχειας για τους φορολογούμενους πολίτες του πλανήτη και αντίστοιχα όρη πλούτου για τις ολιγαρχικές ηγεσίες κρατών.
Σε αυτή την κρεατομηχανή που χάνονται σήμερα εκατομμύρια ψυχές, και θα χαθούν κι άλλες τόσες μέχρι που να κορεσθεί αυτό το μακελειό, που όλοι το παρακολουθούν και όλοι το καταδικάζουν -ακόμα και οι αυτουργοί- αλλά ποιούν τη νήσσα. Όμως τα γρανάζια θα μπουκώσουν κάποια στιγμή. Μια στιγμή που μάλλον πλησιάζει διότι η οσμή του αίματος που εκτίθεται πια στον ήλιο εξελίσσεται σε πνιγερή πτωμαίλα που ούτε οι ολιγάρχες μπορούν να αντέξουν. Πώς η ανθρωπότητα που πριν 80 χρόνια έχασε 80 εκατομμύρια ψυχές στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο άφησε τη δημοκρατία, που φάνηκε ότι επικράτησε τότε να φτάσει σήμερα σε αυτό το κατάντημα; Την άφησε διότι μετέτρεψε τη δημοκρατία σε ένα πολίτευμα-προσωπείο, και όχι μια διαρκή διαδικασία συμμετοχής, ευθύνης και εγρήγορσης. Ένα τρίπτυχο που πρέπει να είναι από τους βασικούς άξονες παιδείας στις σύγχρονες δημοκρατίες. Έτσι ο πολίτης καλείται να είναι ενεργός, όχι μόνο στις εκλογές, αλλά και στην καθημερινή του ζωή. Να ενημερώνεται υπεύθυνα και να διασταυρώνει τις πληροφορίες του. Να συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο, είτε μέσω κοινωνικών δικτύων είτε σε τοπικές δράσεις. Να υπερασπίζεται τις αξίες της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης. Να απαιτεί διαφάνεια και λογοδοσία από τους θεσμούς και τους εκπροσώπους τους. Να σέβεται τη διαφορετικότητα και να αντιστέκεται σε φαινόμενα ρατσιστικά. Η δημοκρατία σήμερα δοκιμάζεται από, πολιτική αστάθεια και πολεμικές συγκρούσεις, κλιματική κρίση και ενεργειακή ανασφάλεια, τεχνολογικές εξελίξεις όπως η τεχνητή νοημοσύνη και δημογραφικές μεταβολές και κοινωνικές ανισότητες.
Τα ίδια και εξίσου τρομακτικά συνέβαιναν και την εποχή του Οδυσσέα Ελύτη, ο οποίος έγραφε στα «Ανοιχτά χαρτιά» («Πρώτα – πρώτα η ποίηση»)μεταξύ άλλων : «Μια άγραφη νομοθεσία, διαμορφωμένη στα φιλολογικά καφενεία όλου του κόσμου, από το Saint Germain des Pres ως το Greenwich Village, απαγορεύει – την εποχή αύτη της ασυδοσίας – ρητά στον ποιητή να ξαναπιάσει έννοιες βασικές που αφορούν την τέχνη του, μόνο και μόνο επειδή έχασαν το περιεχόμενο τους στα χρόνια μας, εκεί που, βέβαια, το σωστό θα ήτανε ν’ απαιτήσει την επανατοποθέτηση τους και την απαρχής λειτουργία τους μέσα στη σημερινή πραγματικότητα. Δεν ανανεώνεται κανείς στον ερωτά καταργώντας τις γυναίκες – απλώς γίνεται Αυνάνας.». […] Είναι η απουσία της φαντασίας που μεταβάλλει τον άνθρωπο σε ανάπηρο της πραγματικότητας· κι ας παν να λεν οι πραχτικοί άνθρωποι, που αποχωρούν μια μέρα από τη ζωή χωρίς να την έχουν καν ψελλίσει, δυο φορές αναλφάβητοι. La seule imagination me rend compte de ce qui peut etre, et c’est assez pour lever un peu le terrible interdit.».
Η τέταρτη έκδοση των «Ανοιχτών χαρτιών», από 667 σελίδες έγινε το 1996. Τον Αύγουστο του 1994, δούλευα στο Τρίτο του ΡΙΚ και καθώς στις 13 του μήνα θα συμπληρώνονταν 20 χρόνια από τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής, σκεφτόμουν ότι πολύ θρηνήσαμε στη λογοτεχνία του τόπου μας για το δράμα της πατρίδας μας και πως ήταν καιρός, να σταλάξουμε λίγη αισιοδοξία και χρώματα άλλα, πλην του μαύρου και του γκρίζου, στην Τέχνη γενικότερα. Το είπα στον αλησμόνητο Γιώργο Κοτσώνη, ο οποίος με το χιούμορ που τον χαρακτήριζε μου απάντησε: «Εμείς όσο μαύρο υπήρχε, από το 1963 μέχρι σήμερα το ρίξαμε πάνω στα πεντάγραμμα και τις νότες. Τώρα είναι η σειρά σας να αλλάξετε μπογιές!». Ήταν τότε που έγραψα το τραγούδι «Όταν τον Αύγουστο βρέχει», που μελαγχολικό και σχεδόν προφητικό έλεγε: «Όταν τον Αύγουστο βρέχει/κι η πόλη φεγγάρι δεν έχει/παλιό κομπολόι οι ώρες/μετρούν της ψυχής μου τις μπόρες». Βλέπετε ο δημοσιογράφος μέσα μου, υπαγόρευε στο στιχουργό την αισιοδοξία αν και γνώριζε ότι το Σύστημα δεν θα άφηνε το χρυσοφόρο status quo χάριν της Αμμοχώστου. Του Βαρωσιού, που σε 4 μέρες συμπληρώνει 51 χρόνια αιχμαλωσίας και της Τηλλυριάς που πριν δυό μέρες συμπλήρωσε 61 χρόνια καμένη από ναπάλμ, και ημών που οδεύουμε προς έναν άλλο Καιάδα.
Τα «όχι» που φωνάξαμε σαν τσάμπα μάγκες σε όλες τις προτάσεις για το Βαρώσι να αποδεικνύονται συμφορά, από τον στιχουργό, ήδη από τότε, αποδόθηκαν έτσι : «Κουρσάροι τα τείχη πατήσαν/τα πέπλα της πόλης μαδήσαν/κι εμείς με τις μαύρες σημαίες/πουλάμε στο βρόντο ιδέες. («Δεν θα αμμοχωστοποιήσουμε το Κυπριακό»). Ο Ελύτης λέει ακόμα: «Να ποιο είναι το κοινό γνώρισμα που χαρακτηρίζει το γένος των ποιητών: η διάσταση τους με την τρέχουσα πραγματικότητα. Από κει και πέρα, ο τρόπος που αντιδρούν – και που τους κατατάσσει μοιραία σε χωριστές συνομοταξίες – για κανένα λόγο δεν μπορεί να αποτελέσει αξιολογικό κριτήριο». Ξαναγράφω: Είμαι στην 7η δεκαετία της ζωής μου και δεν νομίζω να φτάσω να γράψω ένα στίχο για την ελεύθερη Αμμόχωστο. Μένω λοιπόν στο ρέκβιεμ μου του 1994: «Ξανθή του Αυγούστου βροχή/απάτη θα γίνει η ευχή/και τ’ άδειο πουκάμισο μένει/πιο άδειο χωρίς την Ελένη»…