Μια ανάρτηση. Μια φωτογραφία. Μια γροθιά στο κεφάλι. Η ανάσα κόβεται. Οι παλμοί της καρδιάς αυξάνονται με εκρηκτικό ρυθμό. Η τραγικότητα της εποχής που ζούμε σ’ αυτό τον τόπο. Ένας ηλικιωμένος κύριος σκυμμένος σε έναν κάδο να ψάχνει ανάμεσα στα σκουπίδια. Είχε μαζέψει κάποια τενεκεδάκια, από αυτά που παίρνουν για ανακύκλωση με αντάλλαγμα μερικά ευρώ. Και μια συσκευασία φαγητού, όπου είχε μαζέψει ό,τι μπόρεσε να εντοπίσει ανάμεσα στα σκουπίδια.
Συγκλονίζει η ανάρτηση του φίλου Γιάννου Σκυλλουριώτη, από εκείνους τους ανθρώπους που απέμειναν σ’ αυτό τον τόπο να παλεύουν ακόμη για ανθρώπινες αξίες. Αναζητώντας, ματαίως, ισότητα, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, κοινωνική ισονομία. Ένας από εκείνους τους λιγοστούς, που παλεύουν να αφυπνίσουν συνειδήσεις, να ξυπνήσουν τους πολίτες, να τους πείσουν να διεκδικήσουν όσα οι κατέχοντες εξουσία σε διάφορα επίπεδα τους στερούν.
Γράφει, λοιπόν, ότι συγκλονισμένος από την εικόνα ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, πλησίασε τον ηλικιωμένο κύριο. Προσπάθησε να του προτείνει κάποια μικρή οικονομική βοήθεια. Ο κύριος, όμως, του έκοψε τη φόρα. Με περηφάνια, από εκείνη την οποία κουβαλάνε οι άνθρωποι παλαιότερης γενιάς σ’ αυτό το νησί, αρνήθηκε. Του είπε ότι τα τενεκεδάκια τα μαζεύει για να βοηθήσει κάποιον φίλο του που τα παίρνει στην ανακύκλωση. Και τα φαγώσιμα, που εντόπισε στα σκουπίδια, ήταν για τους γάτους της γειτονιάς. Βάζοντας την ουρά στα σκέλια, υποκλίθηκε στην περηφάνια του ηλικιωμένου κυρίου και αποτραβήχτηκε, γράφει ο φίλος.
Δεν θα μάθουμε ποτέ, αν ο κύριος είπε την αλήθεια στον φίλο μου. Ή αν η αξιοπρέπειά του δεν του επέτρεψε να αποκαλύψει μιαν άλλη, σκληρότερη αλήθεια. Η μια αλήθεια, όμως, ελάχιστα απέχει από την άλλη. Διότι ακόμη και αν η πραγματικότητα είναι πως τα φαγώσιμα από τα σκουπίδια τα μάζευε για τα γατιά, η ουσία εστιάζεται στην ανάγκη ενός ανθρώπου να ψάχνει στους κάδους σκουπιδιών για να μαζέψει τενεκεδάκια. Είτε για τον ίδιο είτε για κάποιον φίλο του, η ουσία παραμένει ότι εν έτει 2019, στη νήσο του success story, άνθρωποι αναγκάζονται να μαζεύουν τενεκεδάκια από τα σκουπίδια. Τόση ανάγκη έχουν μερικά ευρώ από την ανακύκλωση για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Η γροθιά από την εικόνα αυτή ταρακουνάει τον εγκέφαλο. Ζωντανεύει όλες τις άλλες τραγικές εικόνες της σημερινής εποχής σ’ αυτό τον τόπο. Αδυσώπητες περνάνε σαν φιλμ. Οι άστεγοι, που φυτρώνουν πλέον σαν μανιτάρια καθημερινά. Φροντίζει εκείνη η κίνηση για τους άστεγους να μας τους εμφανίζει κάθε εβδομάδα. Σαν εφιάλτη, που κυνηγάει τις συνειδήσεις. Της Οικονομίας, με την χαοτική διαφορά μεταξύ πλουσίων και φτωχών, που ολοένα και διευρύνεται. Της Υγείας, όπου η τραγικότητα της ταλαιπωρίας την οποία υφίστανται χιλιάδες άνθρωποι και των ζωών που χάνονται, συγκρούεται με την κωμική διάσταση την οποία έχει προσλάβει το περιβόητο ΓεΣΥ. Η μοναδική ελπίδα των μικρομεσαίων τάξεων να αποκτήσουν πρόσβαση σε στοιχειώδη ιατροφαρμακευτική φροντίδα, καθίσταται έρμαιο του παραληρήματος μιας χούφτας μεγαλογιατρών. Που δεν διανοούνται να απολέσουν ούτε ελάχιστα από τα αδήλωτα κέρδη τους.
Ζωντανεύει εικόνες από την Παιδεία, όπου η καταναγκαστική καταφυγή στον μαζοχισμό των φροντιστηρίων δεν απομυζά, απλώς, οικονομικά το σύνολο των οικογενειών. Αναδεικνύει, ταυτόχρονα, και την ανικανότητα του κράτους να αντιδράσει ώστε να σταματήσει αυτήν την γάγγραινα. Μάλιστα, η κωμικότητα της προβολής ουτοπικών αβερώφειων «οραμάτων» προκαλεί ασύστολα και οι πιθανότητες εξουδετέρωσης της μάστιγας καθίστανται μηδενικές.
Οι εικόνες από την υπόθεση του χαλλουμιού διανθίζουν μιαν ιλαροτραγωδία, που θα ζήλευε κι αυτός ο πατέρας του συγκεκριμένου θεατρικού είδους, ο Ρίνθων. Το ποδόσφαιρο, βεβαίως, έχει μερικές δεκαετίες που έχει μετατραπεί σε είδος για κλάματα. Απλώς, η πρόσφατη γελοιότητα εκθέτει ακόμη περισσότερο τους ατάλαντους πρωταγωνιστές του. Παράλληλα, η πολιτική φαρσοκωμωδία έχει διανθιστεί με εικόνες απείρου κάλλους. Από «άριστους των αρίστων» που καταλήγουν ακόμη και στην φυλακή. Από «Διπλάρειους φιλοσοφίες» μέχρι φυγόστρατους και φυγοέφεδρους αλλά και λογής-λογής καρεκλοκένταυρους, που μεταπηδούν από αξίωμα σε αξίωμα, ενίοτε προτάσσοντας… την προσφορά στον τόπο.
Οι αποκαλύψεις περί διαπλοκής ή ενδεχόμενης διαπλοκής στον χώρο της Δικαιοσύνης ήταν η τελευταία πινελιά η οποία ολοκλήρωσε το κατάμαυρο φόντο στην απεικόνιση ενός νησιού, που βυθίζεται αδιάκοπα στον βούρκο.
Μια ανάρτηση. Μια φωτογραφία. Μια γροθιά στο κεφάλι. Μια στιγμιαία αφύπνιση. Που ζωντανεύει όλη την τραγικότητα ενός τόπου, του τόπου μας. Και όμως, αδυνατεί ακόμη να οδηγήσει στην αναγκαία μαζική αντίδραση. Αδυνατεί ακόμη να προκαλέσει ηλεκτρική διέγερση στους νευρώνες του σώματος των ανθρώπων αυτού του τόπου, ώστε να πυροδοτήσουν το τέλος της παθητικότητας. Αδυνατεί ακόμη να επιφέρει δραστική κινητοποίηση. Τερματίζοντας την ορμητική κατρακύλα.
Οι στίχοι του Μπέρτολτ Μπρεχτ κραυγάζουν: «Οι εργάτες φωνάζουν για ψωμί/ Οι έμποροι φωνάζουν για αγορές, και φτιάχνουν οβίδες/ Οι άνεργοι πεινούσαν,/ τώρα πεινάνε και όσοι εργάζονται./ Αυτοί που τους άρπαξαν το φαΐ απ’ το τραπέζι,/ τώρα κηρύττουν την λιτότητα./ Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα, ζητάνε θυσίες./ Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους, για τις μεγάλες εποχές που θα ‘ρθουν./ Αυτοί που την χώρα σέρνουν στην άβυσσο,/ λένε πως η τέχνη να κυβερνάς/ είναι πολύ δύσκολη υπόθεση για τους ανθρώπους του λαού».
Συγκλονίζει η ανάρτηση του φίλου Γιάννου Σκυλλουριώτη, από εκείνους τους ανθρώπους που απέμειναν σ’ αυτό τον τόπο να παλεύουν ακόμη για ανθρώπινες αξίες. Αναζητώντας, ματαίως, ισότητα, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, κοινωνική ισονομία. Ένας από εκείνους τους λιγοστούς, που παλεύουν να αφυπνίσουν συνειδήσεις, να ξυπνήσουν τους πολίτες, να τους πείσουν να διεκδικήσουν όσα οι κατέχοντες εξουσία σε διάφορα επίπεδα τους στερούν.
Γράφει, λοιπόν, ότι συγκλονισμένος από την εικόνα ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, πλησίασε τον ηλικιωμένο κύριο. Προσπάθησε να του προτείνει κάποια μικρή οικονομική βοήθεια. Ο κύριος, όμως, του έκοψε τη φόρα. Με περηφάνια, από εκείνη την οποία κουβαλάνε οι άνθρωποι παλαιότερης γενιάς σ’ αυτό το νησί, αρνήθηκε. Του είπε ότι τα τενεκεδάκια τα μαζεύει για να βοηθήσει κάποιον φίλο του που τα παίρνει στην ανακύκλωση. Και τα φαγώσιμα, που εντόπισε στα σκουπίδια, ήταν για τους γάτους της γειτονιάς. Βάζοντας την ουρά στα σκέλια, υποκλίθηκε στην περηφάνια του ηλικιωμένου κυρίου και αποτραβήχτηκε, γράφει ο φίλος.
Δεν θα μάθουμε ποτέ, αν ο κύριος είπε την αλήθεια στον φίλο μου. Ή αν η αξιοπρέπειά του δεν του επέτρεψε να αποκαλύψει μιαν άλλη, σκληρότερη αλήθεια. Η μια αλήθεια, όμως, ελάχιστα απέχει από την άλλη. Διότι ακόμη και αν η πραγματικότητα είναι πως τα φαγώσιμα από τα σκουπίδια τα μάζευε για τα γατιά, η ουσία εστιάζεται στην ανάγκη ενός ανθρώπου να ψάχνει στους κάδους σκουπιδιών για να μαζέψει τενεκεδάκια. Είτε για τον ίδιο είτε για κάποιον φίλο του, η ουσία παραμένει ότι εν έτει 2019, στη νήσο του success story, άνθρωποι αναγκάζονται να μαζεύουν τενεκεδάκια από τα σκουπίδια. Τόση ανάγκη έχουν μερικά ευρώ από την ανακύκλωση για να μπορέσουν να επιβιώσουν.
Η γροθιά από την εικόνα αυτή ταρακουνάει τον εγκέφαλο. Ζωντανεύει όλες τις άλλες τραγικές εικόνες της σημερινής εποχής σ’ αυτό τον τόπο. Αδυσώπητες περνάνε σαν φιλμ. Οι άστεγοι, που φυτρώνουν πλέον σαν μανιτάρια καθημερινά. Φροντίζει εκείνη η κίνηση για τους άστεγους να μας τους εμφανίζει κάθε εβδομάδα. Σαν εφιάλτη, που κυνηγάει τις συνειδήσεις. Της Οικονομίας, με την χαοτική διαφορά μεταξύ πλουσίων και φτωχών, που ολοένα και διευρύνεται. Της Υγείας, όπου η τραγικότητα της ταλαιπωρίας την οποία υφίστανται χιλιάδες άνθρωποι και των ζωών που χάνονται, συγκρούεται με την κωμική διάσταση την οποία έχει προσλάβει το περιβόητο ΓεΣΥ. Η μοναδική ελπίδα των μικρομεσαίων τάξεων να αποκτήσουν πρόσβαση σε στοιχειώδη ιατροφαρμακευτική φροντίδα, καθίσταται έρμαιο του παραληρήματος μιας χούφτας μεγαλογιατρών. Που δεν διανοούνται να απολέσουν ούτε ελάχιστα από τα αδήλωτα κέρδη τους.
Ζωντανεύει εικόνες από την Παιδεία, όπου η καταναγκαστική καταφυγή στον μαζοχισμό των φροντιστηρίων δεν απομυζά, απλώς, οικονομικά το σύνολο των οικογενειών. Αναδεικνύει, ταυτόχρονα, και την ανικανότητα του κράτους να αντιδράσει ώστε να σταματήσει αυτήν την γάγγραινα. Μάλιστα, η κωμικότητα της προβολής ουτοπικών αβερώφειων «οραμάτων» προκαλεί ασύστολα και οι πιθανότητες εξουδετέρωσης της μάστιγας καθίστανται μηδενικές.
Οι εικόνες από την υπόθεση του χαλλουμιού διανθίζουν μιαν ιλαροτραγωδία, που θα ζήλευε κι αυτός ο πατέρας του συγκεκριμένου θεατρικού είδους, ο Ρίνθων. Το ποδόσφαιρο, βεβαίως, έχει μερικές δεκαετίες που έχει μετατραπεί σε είδος για κλάματα. Απλώς, η πρόσφατη γελοιότητα εκθέτει ακόμη περισσότερο τους ατάλαντους πρωταγωνιστές του. Παράλληλα, η πολιτική φαρσοκωμωδία έχει διανθιστεί με εικόνες απείρου κάλλους. Από «άριστους των αρίστων» που καταλήγουν ακόμη και στην φυλακή. Από «Διπλάρειους φιλοσοφίες» μέχρι φυγόστρατους και φυγοέφεδρους αλλά και λογής-λογής καρεκλοκένταυρους, που μεταπηδούν από αξίωμα σε αξίωμα, ενίοτε προτάσσοντας… την προσφορά στον τόπο.
Οι αποκαλύψεις περί διαπλοκής ή ενδεχόμενης διαπλοκής στον χώρο της Δικαιοσύνης ήταν η τελευταία πινελιά η οποία ολοκλήρωσε το κατάμαυρο φόντο στην απεικόνιση ενός νησιού, που βυθίζεται αδιάκοπα στον βούρκο.
Μια ανάρτηση. Μια φωτογραφία. Μια γροθιά στο κεφάλι. Μια στιγμιαία αφύπνιση. Που ζωντανεύει όλη την τραγικότητα ενός τόπου, του τόπου μας. Και όμως, αδυνατεί ακόμη να οδηγήσει στην αναγκαία μαζική αντίδραση. Αδυνατεί ακόμη να προκαλέσει ηλεκτρική διέγερση στους νευρώνες του σώματος των ανθρώπων αυτού του τόπου, ώστε να πυροδοτήσουν το τέλος της παθητικότητας. Αδυνατεί ακόμη να επιφέρει δραστική κινητοποίηση. Τερματίζοντας την ορμητική κατρακύλα.
Οι στίχοι του Μπέρτολτ Μπρεχτ κραυγάζουν: «Οι εργάτες φωνάζουν για ψωμί/ Οι έμποροι φωνάζουν για αγορές, και φτιάχνουν οβίδες/ Οι άνεργοι πεινούσαν,/ τώρα πεινάνε και όσοι εργάζονται./ Αυτοί που τους άρπαξαν το φαΐ απ’ το τραπέζι,/ τώρα κηρύττουν την λιτότητα./ Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα, ζητάνε θυσίες./ Οι χορτάτοι μιλάνε στους πεινασμένους, για τις μεγάλες εποχές που θα ‘ρθουν./ Αυτοί που την χώρα σέρνουν στην άβυσσο,/ λένε πως η τέχνη να κυβερνάς/ είναι πολύ δύσκολη υπόθεση για τους ανθρώπους του λαού».