Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στο κείμενο των συμπερασμάτων της συνόδου της προηγούμενης εβδομάδας καταδίκασε και απέρριψε κάθε προσπάθεια τρίτων χωρών να εργαλειοποιήσουν τους μετανάστες για πολιτικούς σκοπούς. Είναι σαφές ότι, η αναφορά αυτή γίνεται κυρίως για την Τουρκία.

Έχει περάσει ήδη ένας χρόνος από την κρίση που ξέσπασε στην περιοχή του Έβρου, με μία τεράστια ροή μεταναστευτικών πληθυσμών, να επιχειρεί να διασχίσει τα Ελληνικά σύνορα, παράνομα. Η απόπειρα αυτή, αποδεδειγμένα οργανώθηκε από το τουρκικό κράτος, καθώς καθ’ όλη την διάρκεια της εμπλοκής αυτής, κρατικοί παράγοντες και δυνάμεις των τουρκικών σωμάτων ασφαλείας, βρίσκονταν στο σημείο, σε ρόλο καθοδηγητή. Ο επιχειρήσεις της Τουρκίας, με ξεκάθαρα «υβριδικό» χαρακτήρα αποσκοπούσαν στο να αποδιοργανώσουν τον κρατικό μηχανισμό της Ελλάδας, μπροστά στην αντιμετώπιση μίας «διεθνούς προσφυγικής κρίσης», διαμέσου της οποίας θα μπορούσε να ζημιώσει και την εικόνα της χώρας, παρουσιάζοντας την ως ανίκανη να προστατέψει άτομα που χρήζουν διεθνούς προστασίας. Μακροπρόθεσμα, η εμπέδωση στην Ελληνική κοινωνία της αντίληψης, ότι ο κρατικός μηχανισμός της είναι ανίκανος να υπερασπίσει τα σύνορα, θα δημιουργούσε ενδεχομένως εσωτερική αποδιοργάνωση και θα αποδυνάμωνε την ικανότητα αντιμετώπισης υβριδικών ή άλλης φύσης απειλών. Οι επιχειρήσεις αυτές της Τουρκίας στηρίζονται στο Δόγμα Νταβούτογλου, πάνω στο οποίο στήθηκε και εξελίσσεται η Τουρκική Υψηλή Στρατηγική.

Τα γεγονότα αυτά προκάλεσαν μεγάλη ανησυχία καθώς ανέδειξαν κάποια από τα «μέσα» που χρησιμοποιεί η Τουρκική ηγεσία κυνηγώντας την γεωστρατηγικής της αναβάθμιση, σε όλο τους το μεγαλείο.

Επιτρέπεται η επανάπαυση; Η εκπεφρασμένη άποψη από ηγετικά στελέχη της κυβέρνησης Ερντογάν, είναι πως με την υποχώρηση της πανδημίας, η Τουρκία θα συνεχίσει να πιέζει πάνω στα ζητήματα της Συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, που – κατά τον Ερντογάν – η ΕΕ δεν σέβεται και δεν υλοποιεί.

Θα δούμε νέα παρόμοια επεισόδια; Δεν αποκλείεται, ακόμη κι αν η κοινωνία είναι καλύτερα προετοιμασμένη. Στην Τουρκία, εξακολουθεί να λειτουργεί μηχανισμός trafficking, στον οποίο εμπλέκονται ΜΚΟ, και οργανώσεις ισλαμιστών και αν πιστέψουμε τον λαλίστατο συνεργάτη του Ερντογάν, τον μαφιόζο Πεκέρ, κάπου έχει βάλει το χέρι της και η κυβέρνηση. Αυτό που ξέρουμε σε κάθε περίπτωση, είναι ότι η Τουρκία έχει το know how στην αξιοποίηση εγκληματιών για τέτοιου είδους επιχειρήσεις. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελούν οι καταγγελίες και αναφορές για εμπλοκή της Τουρκίας στη μεταφορά τζιχαντιστών στην Ουκρανία, από το Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Ενδιαφέρον, επίσης παρουσιάζει και η Τουρκική αντιπολίτευση – πλην του Κουρδικού HDP – ως προς τα πιο πάνω. Διαβάζοντας κατα καιρούς τις θέσεις της αντιπολίτευσης, παρατηρούμε ότι μάλλον κινούνται σε μία τακτικού χαρακτήρα αντιπολιτευτική γραμμή, παρά σε μία εφ’ όλης της ύλης αντιπαράθεση για ζητήματα ουσίας. Χαρακτηριστική είναι η παρέμβαση του ηγέτη του CHP, που αντί να καλέσει την κυβέρνηση να απόσχει από ενέργειες κλιμάκωσης, της πρότεινε να βρει άλλους, πιο… «παραγωγικούς» τρόπους! Δηλαδή, συνέχιση των υβριδικών επιχειρήσεων με μεγαλύτερη «ποιότητα και αποτελεσματικότητα».

Το γεγονός αυτό, δείχνει ότι η μεγάλη αντιπαράθεση στο εσωτερικό της Τουρκίας, αφορά στο ποιος είναι πιο… «παραγωγικός διαχειριστής» της Υψηλής Στρατηγικής. Η εφαρμογή της, δεν τίθεται ποτέ υπό αμφισβήτηση. Συνεπώς, οι σκιώδεις μηχανισμοί που προετοιμάζουν την επόμενη κίνηση, βρίσκονται σε πλήρη λειτουργία. Η Τουρκική πολιτική και κοινωνία είναι ένας λαβύρινθος και οι παραπάνω επιδιώξεις προωθούνται από ανθρώπους, καθένας εκ των οποίων έχει τις δικές του ιδιοτέλειες και προσωπικές φιλοδοξίες. Αυτό, τείνει να επιδράσει στο χρόνο και στον τρόπο εκδήλωσης της Τουρκικής επιθετικότητας εις βάρος της Ελλάδας αλλά και της Κύπρου. Ο Εκρεμ Ιμάμογλου, δήμαρχος Κωνσταντινούπολης και πιθανός αντίπαλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις προεδρικές εκλογές του 2023, σχολιάζοντας την επικαιρότητα σε ανύποπτο χρόνο, έκανε την εξής λακωνική, πλην όμως περιεκτική, δήλωση: «Ονειρεύομαι μία μεγάλη Τουρκία, όπως όλοι οι συνάδελφοι στην πολιτική. Αυτό πρέπει να γίνει με σεβασμό σε όλους τους πολιτισμικούς, πολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς μας, χωρίς ενέργειες που μας μικραίνουν ως Έθνος».

Ως προς τη Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, σημειώνεται ότι, ανάμεσα στις καταρχήν αποφάσεις που λήφθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν επί της ουσίας και η χορήγηση στην Τουρκία άλλων 3 δισεκατομμυρίων ευρώ τα επόμενα χρόνια για να παράσχει βοήθεια στους Σύρους πρόσφυγες στην επικράτειά της και να ενισχύσει τους συνοριακούς της ελέγχους. Είναι η πρώτη φορά που τέτοια χρηματοδότηση της ΕΕ προορίζεται για τη διαχείριση της μετανάστευσης και τους συνοριακούς ελέγχους. Παρόλο που επίσημα η Τουρκία ζητάει μεγαλύτερη συνεργασία με την ΕΕ για την αντιμετώπιση του θέματος, το γεγονός ότι συχνά διαμαρτύρεται για τη μη έγκαιρη… απόδοση των χρημάτων, δείχνει ότι μαλλον πιο σημαντικό είναι να βρει τρόπο να αξιοποιήσει τη χρηματοδότηση για να επουλώσει τις πληγές της οικονομίας της. Η Τουρκία συνεχίζει να ζητάει την αναθεώρηση της συμφωνίας μετανάστευσης Τουρκίας-ΕΕ που επιτεύχθηκε το 2016 με τρόπο που «ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ημέρας και στα κοινά συμφέροντα».

Λίγες μόλις ώρες μετά την απόφαση της ΕΕ για απόδοση των 3 δισεκατομμυρίων ευρώ, ο Τούρκος πρόεδρος προχώρησε στην ανακοίνωση της έναρξης των έργων για τη Διώρυγα της Κωνσταντινούπολης. Ανακοίνωση που όπως ήταν αναμενόμενο προκάλεσε την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας αλλά και δεξαμενών σκέψης για τις γεωπολιτικές επιπτώσεις. Καθόλου τυχαία η επιλογή της χρονικής στιγμής. Η Τουρκία γνωρίζει ότι το προσφυγικό αποτελεί μπαμπούλα για την Ευρώπη και άσσο στο μανίκι της οπότε οποιαδήποτε πρόταση για σκλήρυνση των σχέσεων ΕΕ – Τουρκίας λόγω της εξέλιξης αυτής δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα.

Συνίσταται λοιπόν ετοιμότητα και συντονισμένη δράση Κύπρου – Ελλάδας απέναντι σε πιθανές απειλές στο εγγύς μέλλον. Η εκδήλωση επιθετικών ενεργειών, υπό το πέπλο μιας «φιλειρηνικής δραστηριότητας», δεν είναι ξένη στην Τουρκική ατζέντα. Δεν θα ήταν καθόλου απίθανο η επόμενη ενέργεια της Τουρκίας να εκδηλωθεί γύρω από την Κύπρο. Σε μία προσπάθεια αποδυνάμωσης της σχέσης Κύπρου – Ισραήλ – Ελλάδας και προκειμένου να χτυπήσει το Ισραήλ, με αφορμή τους εποικισμούς που ετοιμάζει η νέα κυβέρνηση σε Παλαιστινιακά εδάφη, μπορεί να εντείνει τις προσπάθειες οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Παλαιστίνη, με τη συνταγή του παράνομου μνημονίου Τουρκίας – Λιβύης. Δυστυχώς, οι εξελίξεις και η εμπειρία δεν συνηγορούν στο ότι η Τουρκία θα υποχωρήσει.

Ως προς τα ζητήματα της μεταναστευτικής – προσφυγικής κρίσης και της Συμφωνία ΕΕ – Τουρκίας, το βασικό ζητούμενο για τα κράτη υποδοχής των ροών, είναι η εξασφάλιση διαδικασιών ταχείας ταυτοποίησης, ώστε να μην δημιουργείται πίεση στον κρατικό μηχανισμό και εν συνεχεία να μπορέσουν εκείνοι που δικαίως λαμβάνουν την προσφυγική ιδιότητα, να διευκολυνθούν ώστε να κάνουν μία νέα αρχή στη ζωή τους σε χώρα της επιλογής τους.

Απαιτείται άμεση και συνεχής ενημέρωση των αρμόδιων διεθνών οργανισμών για ζητήματα μεταναστευτικής και προσφυγικής φύσεως, αλλά και των συμμαχικών οργανισμών, ως προς τις έκνομες ενέργειες της Τουρκίας. Με αυτόν τον τρόπο, θα μπορούσε πιο εύκολα να στοιχειοθετηθεί η παραβίαση της Συνθήκης από μεριάς Τουρκίας, όταν αυτό θα κρινόταν απαραίτητο. Κύπρος και η Ελλάδα θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση καθαρά για λόγους ουσίας.

Το ζήτημα που μπορεί να τεθεί είναι ότι η Τουρκία αποτελεί πλέον μία ασφαλή χώρα, με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Αυτό σημαίνει, ότι ο πρόσφυγας που διέρχεται μίας ασφαλούς χώρας προς μία άλλη ασφαλή χώρα, χάνει την ιδιότητα του πρόσφυγα και λαμβάνει την ιδιότητα του μετανάστη. Με τη σειρά του το γεγονός αυτό, απαλλάσσει τις χώρες τις ΕΕ από την υποχρέωση παροχής προσφυγικού ασύλου και των υπόλοιπων προβλεπόμενων ευθυνών. Αφαιρεί επίσης από την Τουρκία την δυνατότητα εργαλειοποίησης της δραματικής κατάστασης που βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι. Ως ασφαλής χώρα, έχει την διεθνή ευθύνη και υποχρέωση παροχής βοήθειας απέναντι στους ανθρώπους αυτούς. Το ότι η Τουρκία εξακολουθεί να πράττει τοιουτοτρόπως αποδεικνύει το «προηγμένο» σύστημα των ηθικών αξιών της.     

Χρειάζεται ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, τόσο στα ζητήματα αλληλεγγύης, όσο και στα ζητήματα τήρησης των κανονισμών και των διαδικασιών. Υπό το βάρος της ανάγκης παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας, συχνά ασκούνται πιέσεις που δύνανται να παρακάμψουν τις απαιτούμενες διαδικασίες διαχείρισης της κατάστασης.

Απαιτείται ενίσχυση του κρατικού μηχανισμού και των υπηρεσιών, γύρω από όλα τα ζητήματα που αφορούν την διαχείριση του προβλήματος και προσεκτικό έλεγχο στην εμπλοκή των ΜΚΟ, καθώς σε πολλές περιπτώσεις αποτελούν μέρος του προβλήματος, εις βάρος των κρατικών συμφερόντων.

Τέλος, η Κύπρος θα πρέπει να πρέπει να συνεχίσει την προσπάθεια ενίσχυσης εμπράκτως της εικόνας της ως αδιαίρετου συνόλου, που μπορεί να διαχειριστεί την πίεση. Αυτό μπορεί να γίνει με την περαιτέρω εμβάθυνση των σχέσεών με φίλιες χώρες και συμμάχους και αντλώντας πείρα και τεχνογνωσία. Ταυτόχρονα θα πρέπει να συνεχίσει να ασκεί έλεγχο και πίεση για την εφαρμογή των κανονισμών της ΕΕ και να υπενθυμίζει την υποχρέωση για αλληλεγγύη και αλληλοϋποστήριξη μεταξύ των κρατών – μελών.

* Μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών, ειδικός σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής άμυνας και ασφάλειας