Ο Αδάμος Κόμπος, Δημοτικός Σύμβουλος Λεμεσού, σχολιάζει άρθρο-κριτική της Ζήνας Πουλλή, για το βιβλίο του «Ζαχαρίες & Κολοσσιάτες, Βεντέτες και Εγκλήματα», που δημοσιεύθηκε στον «Φ» στις 16 Μαρτίου.

Διάβασα με μεγάλη προσοχή το άρθρο-κριτική, για το βιβλίο μου «Ζαχαρίες & Κολοσσιάτες, Βεντέτες και Εγκλήματα», της κ. Ζήνας Πουλλή Καμιναρά, πρώην Διευθύντριας Μέσης Εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας. Το βιβλίο μου αυτό εκδόθηκε και κυκλοφόρησε πριν από δύο και πλέον χρόνια και είναι άξιον απορίας πώς μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, κέντρισε το ενδιαφέρον στην κ. Πουλλή να γράψει κριτική γι’ αυτό. Βέβαια, κάθε κριτική πνευματικού, ιστορικού και άλλου πονήματος, όταν είναι αντικειμενική, χωρίς οποιανδήποτε υστεροβουλία και κακεντρέχεια είναι αποδεκτή από τον κάθε συγγραφέα και γενικά τον κάθε φιλαναγνώστη. Στην περίπτωση όμως του άρθρου-κριτικής της κ. Πουλλή για το βιβλίο μου, φάινεται ότι δεν τηρήθηκε ούτε ο στοιχειώδης σεβασμός προς τον γράφοντα αλλ’ ούτε η ορθή δεοντολογία του κρίνοντα. Εξ’ υπαρχής από τα γραφόμενα της, είναι δυνατόν να εξάξει κάποιος το συμπέρασμα ότι εκινείτο από μεγάλη εμπάθεια για τον γράφοντα και τα γραφόμενα του, έχοντας ως απώτερον σκοπό τον εκμηδενισμό του κειμένου ολόκληρου του βιβλίου, καταδεικνύοντας μία στάση πλήρους απαξίωσης.

Στην προσπάθεια της να βγάλει γρήγορα συμπεράσματα και να εκμηδενίσει το βιβλίο, δεν μπόρεσε να παραθέσει σωστές ημερομηνίες και ονόματα προσώπων και άλλες ανακρίβειες (π.χ.: Σύγχυσε την ημερομηνία γέννησης του Αντωνή Ζαχαρία υιού μ’ αυτή του πατέρα Ζαχαρία Αντωνίου που πράγματι γεννήθηκε το 1900. Ο Αντωνής Ζαχαρία υιός γεννήθηκε γύρω στα 1928 και απεβίωσε γύρω στην ηλικία των 45 χρονών από καρκίνο. Ο πατέρας Ζαχαρίας σκοτώθηκε τον Αύγουστο του 1956 από επίθεση που δέχθηκε στο σπίτι του στον Ύψωνα, από την ομάδα των Κολοσσιατών).

Άλλη σύγχυση και ηθελημένη παράβλεψη της κ. Πουλλή είναι η περίπτωση του θείου μου αστυνομικού λοχία τότε, Μιλτιάδη Μαρνέρου, στο ότι την νύκτα που αγωνιστές της Ε.Ο.ΚΑ., επιτέθηκαν εναντίον του Αστυνομικού Σταθμού του Αγρού για να πάρουν τα όπλα, ότι αυτός βρισκόταν στον Σταθμό και πολέμησε τους αγωνιστές. Όπως γράφω στο βιβλίο μου, πολύ εμπεριστατωμένα, ο θείος μου δεν βρισκόταν εκείνη τη στιγμή στο Σταθμό αλλά στο σπίτι του με την οικογένεια του (μαρτυρία του Τουρκοκύπριου αστυνομικού, Μετές Αζίζ, που βρισκόταν στο Σταθμό μαζί με τον Ελληνοκύπριο αστυνομικό Σάββα, που προέβαλαν αντίσταση. Επίσης, υπάρχει μαρτυρία γι’ αυτό το θέμα, των μεγάλων του παιδιών Ζήνωνα και Αδάμου, που δεν την περιέλαβα στο βιβλίο). Η κ. Πουλλή παντού στο κείμενο της επικρίνει τις αναφορές μου για μη ύπαρξη συνειδητής Αστυνομίας για τήρηση του νόμου και της τάξης, ιδίως την περίοδο του Αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α., αλλά και την ταυτόχρονη δράση των εγκληματιών της συμμορίας Ζαχαρία. Της φαίνεται πολύ παράξενο ότι η τότε Αστυνομία, με τις εντολές των Βρετανών, άφηναν τους εγκληματίες της συμμορίας Ζαχαρία να αλωνίζουν ανενόχλητοι. Αυτή ήταν η πραγματικότητα, δυστυχώς, την οποία η κ. Πουλλή αγνοεί. Όμως θα ήθελα να ρωτήσω την κ. Πουλλή, γιατί ο πατέρας της που ήταν αστυνομικός, ο Χαράλαμπος Καμιναράς δεν φρόντισε να συλλάβει, τουλάχιστον τον συγχωριανό του από την Ανώγυρα εγκληματία της συμμορίας Ζαχαρία, Τάκη Αντωνίου, ή άλλως πως Αντώμπεη, ηλικίας μόλις 18 ετών, που δεν έμεινε έγκλημα που δεν το έκανε; Πώς διέλαχε της προσοχής του πατέρα της αυτός ο πασίγνωστος συγχωριανός του εγκληματίας; Ήθελε όμως «καρκιάν» και θέληση να αντισταθεί κάποιος σ’ αυτούς τους εγκληματίες της συμμορίας Ζαχαρία και αυτή την είχαν η ομάδα των εκκαθαριστών αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α., έστω και παράνομα.

Όμως το «κάχριν» της κυρίας Πουλλή, έναντι το βιβλίου μου, είναι ότι δεν περιέλαβα το όνομα του πατέρα της σ’ αυτό, όχι ηθελημένα, αλλ’ επειδή ο πατέρας της βρισκόταν στη Λευκωσία ως ανώτερος αξιωματικός που χειριζόταν όλες τις υποθέσεις των εγκλημάτων και αυτών που διενεργήθηκαν στη Λεμεσό. Αυτός έπαιρνε τις καταγραφές από τους υπεύθυνους αξιωματικούς της Λεμεσού και είναι αυτούς που καταγράφω στο βιβλίο μου. Ακόμη οι περισσότερες δίκες για τα εγκλήματα των Ζαχαρίων γινόντουσαν στη Λεμεσό.