Χρησιμοποιώ τακτικά τον περιφερειακό δρόμο Γερίου-Λευκωσίας, στον οποίο υπάρχει μία εκνευριστική και εν πολλοίς ακατανόητη εναλλαγή του ορίου ταχύτητας σε μικρή απόσταση μεταξύ ενός σημείου από το άλλο, από 50 σε 65 και 80 χιλ. Το ίδιο συμβαίνει σε πολλούς άλλους δρόμους δευτερευούσης σημασίας, σε όλες τις πόλεις και σε πολλές κοινότητες. Είναι καιρός, πιστεύω, να γίνει μία γενική επανεξέταση του όλου θέματος και να εφαρμοστεί παντού ενιαία πολιτική με γνώμονα την πρακτική εφαρμογή της, λαμβάνοντας υπόψη τα νέα τεχνολογικά δεδομένα κατασκευής των αυτοκινήτων.

Πέραν τούτου, στον δρόμο που προανέφερα, παρατηρώ επί μονίμου σχεδόν βάσεως το γνωστό αυτοκινητάκι με την κάμερα και τους εξ αντιθέτου κινούμενους οδηγούς να μου ανάβουν (σε μία εκδήλωση…συνωμοτικής αλληλεγγύης) τα φώτα προειδοποιητικά, κάτι αχρείαστο, αφού το εμπεδώσαμε όλοι ότι κάπου στην άκρη του συγκεκριμένου δρόμου θα δούμε το γνωστό βαν και παίρνουμε τα μέτρα μας. Πριν από τρεις ημέρες, χρειάστηκε να μεταβώ στον Πρωταρά, χρησιμοποιώντας τους δύο κύριους αυτοκινητοδρόμους Λευκωσίας-Λάρνακας-Παραλιμνίου μετ’ επιστροφής. Σε ολόκληρη τη διαδρομή προς και από τον προορισμό μου, είδα μόνο ένα σημείο ελέγχου ταχύτητας σε κάθε περίπτωση. Οδηγώντας ασφαλές αυτοκίνητο και λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν επρόκειτο για ώρα αιχμής, έβαλα σε εφαρμογή μία δική μου διαδικασία ελέγχου ταχύτητας: Με τη χρήση του συστήματος σταθεροποίησης ταχύτητας (cruise control), τοποθέτησα ταχύτητα 119 χιλ. (όριο που δεν θεωρείται υπέρβαση στους αυτοκινητοδρόμους!), και οδηγούσα σταθερά στη δεξιά λωρίδα. Μπορείτε σίγουρα να υποθέσετε τι έγινε: Μέτρησα συνολικά 13 αυτοκίνητα (μικρής και μεγάλης ιπποδύναμης, μερικά πολυτελείας), να με πλησιάζουν απειλητικά και να στέλλουν επίμονα μηνύματα με τα φώτα, να τους επιτρέψω να προσπεράσουν. Εγώ αντιστεκόμουν για μερικά λεπτά, οι άλλοι επέμεναν κάμνοντας και διάφορες χειρονομίες (κάνε πέρα, ρε βλάκα, να περάσω) και με προσπερνούσαν επιδεικτικά με ταχύτητες από 130 χιλιόμετρα κατ’ ελάχιστον. Διερωτώμαι και ερωτώ:

Γιατί η Τροχαία σπαταλά δυνάμεις σε δρόμους δευτερευούσης σημασίας και λιγότερο επικίνδυνους, ενώ επιτηρεί τους αυτοκινητοδρόμους με σαφώς ελλιπείς δυνάμεις; Εκτός κι αν κύριο ζητούμενο είναι η καταγγελία και η είσπραξη χρημάτων από μικροπαραβάτες, που εύκολα μπορούν να ξεγελαστούν, όσο προσεκτικοί κι αν είναι, όταν το όριο ταχύτητας εναλλάσσεται ευκαίρως-ακαίρως και άνευ λόγου και ουσίας, κάθε 100 μέτρα.