Για πρώτη φορά, το Ισραήλ υπέστη επίθεση απευθείας από το έδαφος του Ιράν με περισσότερα από 300 μη επανδρωμένα αεροπλάνα και πυραύλους. Η ιρανική επίθεση ήταν πρωτοφανής καθώς επίσης και σημαντική κλιμάκωση. Η εξέλιξη αυτή προφανώς και ξεφεύγει από την καθιερωμένη στρατηγική του Ιράν να μην επιτίθεται μετωπικά κατά του Ισραήλ, αλλά να χρησιμοποιεί βία εναντίον του εβραϊκού κράτους με τη συνδρομή τρίτων, κυρίως μη κρατικών τρομοκρατικών ομάδων που είτε ελέγχει ή επηρεάζει όπως είναι η Χεζπολλάχ, η Χαμάς και οι Χούθοι της Υεμένης, στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί πως η Τεχεράνη ανακοίνωσε εκ των προτέρων την απόφαση της και την παρουσίασε ως μια φυσιολογική αντίδραση άμυνας στο πλαίσιο του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ κατά της ισραηλινής επίθεσης εναντίον του προξενείου της στην Συρία. Και είναι επίσης σημαντικό πως η Τεχεράνη ανακοίνωσε – ταχύτατα – πως η επίθεση της ολοκληρώθηκε με επιτυχία, προειδοποιώντας όμως το Ισραήλ και τις ΗΠΑ πως θα αντιδράσει με κλιμάκωση αν υποστεί επίθεση.

Το Ιράν θεώρησε πως έπρεπε να αντιδράσει στην καθόλα πρωτοφανή επίθεση του Ισραήλ, αλλιώς θα έχανε την αποτρεπτική του ικανότητα. Από την άλλη, πολλοί αναλυτές υπέδειξαν πως η ιρανική επίθεση υπήρξε προσχηματική μέχρι ακόμα και θεατρική. Υπάρχει βάση σε αυτή την ερμηνεία. Υπήρξε προειδοποίηση, δόθηκε χρόνος για αντίδραση και χρησιμοποιήθηκαν «αργά» μη επανδρωμένα αεροπλάνα που ήθελαν ώρες να φθάσουν στην επικράτεια του Ισραήλ. Και οι πύραυλοι ακολούθησαν τα μη επανδρωμένα αεροπλάνα, εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση για να διαπεράσουν το ισραηλινό αμυντικό τείχος, γεγονός που έχει και αυτό τη σημασία του.

Το Ιράν αντέδρασε αναγκαστικά στη επίθεση, στέλνοντας ταυτόχρονα πανταχόθεν μηνύματα πως δεν επιθυμεί κλιμάκωση. Πέταξε δηλαδή την μπάλα στο Ισραήλ (και στις ΗΠΑ).

Είναι γεγονός πως τα συστήματα ασφαλείας του Ισραήλ αντέδρασαν με επιτυχία στην επίθεση. Όμως κι εδώ τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται. Κατά τον γνωστό αναλυτή Scott Ritter, 12 τουλάχιστον πύραυλοι δεν αναχαιτίστηκαν. Αντίθετα έπληξαν συγκεκριμένους στόχους, από τους οποίους οι Ισραηλινοί χτύπησαν το προξενείο, όπως π.χ. τις αεροπορικές βάσεις Nevatim και Ramon στη έρημο Neveg. Οι Ισραηλινοί παραδέχονται πως επτά πύραυλοι δεν αναχαιτίστηκαν.

Το Ιράν δηλαδή έδειξε προς όλους, συμπεριλαμβανομένων και των Αμερικανών, ότι έχει την ικανότητα αποτροπής με χτυπήματα στην επικράτεια του Ισραήλ. Αυτό είναι στρατηγικό κέρδος που θέλει να κρατήσει η Τεχεράνη, αλλά και το οποίο θέλει να ακυρώσει αντεπίθεση του Ισραήλ. Είναι επίσης πασιφανές από την συμπεριφορά των Μουλάδων πως το Ιράν επιθυμεί αποκλιμάκωση και διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ, κυρίως, αλλά και έμμεσα με το Ισραήλ.

Θεωρητικά πολλά λέγονται και γράφονται για «ελεγχόμενες κρίσεις» στις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη. Όμως σε μια περιοχή όπου η επισφάλεια ελλοχεύει και όπου οι φανατισμοί και οι μισαλλοδοξίες εύκολα υποκαθιστούν τον ορθολογισμό, τα πράγματα μπορούν να γίνουν ανεξέλεγκτα από τη μια στιγμή στην άλλη.

Το θετικό της παρούσας κρίσης είναι πως το Ισραήλ και για δικούς του σύνθετους εσωτερικούς λόγους αλλά και λόγω ευθείας πίεσης από τις ΗΠΑ – που του γνωστοποίησαν και δημόσια πως δεν θα συμμετάσχουν σε τυχόν επίθεση του κατά του Ιράν – φαίνεται πως θα αφήσει τα αντίποινα κατά του Ιράν σε «εύθετο» χρόνο.

Το παράδοξο εδώ είναι πως η επίθεση από το Ιράν λειτουργεί εκτονωτικά υπέρ του Ισραήλ σε μια κρίσιμη περίοδο που δοκιμάζονται σοβαρά οι αμερικανό-ισραηλινές σχέσεις.

Εάν έτσι έχουν τα πράγματα, ανοίγει ένα παράθυρο για την διπλωματία. Η πρόκληση για διαπραγματεύσεις είναι σύνθετη διότι αυτές θα πρέπει να διεξαχθούν ταυτόχρονα σε επάλληλα επίπεδα. Σε τακτικό επίπεδο και ως προϋπόθεση ανάμεσα σε Ισραήλ και Χαμάς για εκεχειρία και απελευθέρωση των ομήρων. Εδώ υπάρχει ήδη μια αποδεκτή διαδικασία από τους πρωταγωνιστές και φαίνεται πως σύντομα θα φέρει αποτελέσματα.

Το στρατηγικό όμως ζητούμενο αφορά στην ειρήνη και ασφάλεια στην περιοχή. Πρέπει να υπάρξει μια αμοιβαία και αμετάκλητη αναγνώριση ότι η διαδικασία ειρήνευσης, πρέπει να επανεκκινήσει με τελικό αποτέλεσμα μια βιώσιμη λύση στον πυρήνα της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, που είναι το παλαιστινιακό ζήτημα. Οι σκληροπυρηνικοί στο Ισραήλ επιδιώκουν να θάψουν μια λύση δύο κρατών. Υπάρχει, όμως, συζήτηση για μια λύση τριών κρατών, με ένα στη Γάζα συνδεδεμένο με την Αίγυπτο, ένα στη Δυτική Όχθη συνδεδεμένο με την Ιορδανία, και το Ισραήλ.

Η μόνη βιώσιμη λύση σε αυτή τη σύγκρουση βασίζεται στην ελπίδα ότι οι Παλαιστίνιοι και οι Ισραηλινοί μπορούν να ζήσουν με αξιοπρέπεια, υπερηφάνεια και ασφάλεια στα αντίστοιχα κράτη τους.

Η επίτευξη αυτού του τεράστιου στόχου απαιτεί όχι μόνο ηράκλειες διπλωματικές προσπάθειες, αλλά και ολοκληρωμένες στρατηγικές που θα συνδυάζουν δικαιοσύνη αλλά και οικονομικές πολιτικές πάνω στις οποίες να οικοδομηθούν ειρήνη και ασφάλεια. Οψόμεθα.

*Πρέσβης ε.τ.