Κάθε καλοκαίρι, χιλιάδες 18χρονοι νέοι της Κύπρου φορούν το χακί και κατατάσσονται στην Εθνική Φρουρά. Αποχαιρετούν τις οικογένειές τους και θέτουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία της πατρίδας. Είναι μία από τις πρώτες πράξεις συνειδητής προσφοράς προς τον τόπο — μια στροφή από την εφηβεία προς την ευθύνη, την ενηλικίωση, την πολιτειότητα.

Είναι οι ίδιοι νέοι που συχνά κοιτάμε με καχυποψία. Χαρακτηρίζονται εύκολα από μερίδα της κοινωνίας ως «βολεμένοι», «επιφανειακοί», «αδιάφοροι». Μιλάμε για κρίση αξιών, για κατάρρευση θεσμών, για κοινωνική αποσύνθεση — και συχνά, σχεδόν αυτόματα, ρίχνουμε το φταίξιμο στη νεολαία. Είναι όμως οι ίδιοι τους οποίους επαινούμε όταν στέκονται με ήθος, πειθαρχία και αξιοπρέπεια μπροστά από τη σημαία.

Αν θέλουμε να μιλήσουμε σοβαρά για ευθύνες, ας σταματήσουμε να κουνάμε το δάχτυλο. Ας κοιτάξουμε τον καθρέφτη. Η κρίση που βιώνουμε δεν είναι κρίση της νεολαίας. Είναι κρίση των ενηλίκων. Είναι κρίση ηγεσίας, θεσμών, παιδείας, αξιών. Είναι το αποτέλεσμα της δικής μας αποτυχίας να χτίσουμε μια κοινωνία αντάξια των προσδοκιών των μελλοντικών γενιών.

Οι νέοι δεν είναι αδιάφοροι. Είναι απογοητευμένοι. Δεν είναι τεμπέληδες. Είναι εξαντλημένοι από συνεχείς απαιτήσεις χωρίς στήριξη, από προσδοκίες χωρίς ανταπόδοση, από ένα μέλλον που τους ζητά τα πάντα αλλά σπάνια τους προσφέρει σταθερότητα ή ελπίδα.

Κι όμως, είναι παρόντες. Στον στρατό, στα πανεπιστήμια, στην εργασία, στην εθελοντική δράση, στη δημιουργία. Παλεύουν για να σταθούν, να αντέξουν, να εξελιχθούν.

Το πρόβλημα δεν είναι η νεολαία. Το πρόβλημα είναι ότι οι μεγαλύτεροι δεν την ακούν. Δεν την εμπνέουν. Δεν της προσφέρουν ουσιαστικό λόγο συμμετοχής. Δεν είναι η όρεξη των νέων που λείπει από τον δημόσιο βίο. Είναι η δική μας ικανότητα να τους πείσουμε ότι αξίζει να συμμετέχουν.

Οι στρατεύσιμοι νέοι μας δίνουν ένα παράδειγμα: πειθαρχούν, αντέχουν, προσαρμόζονται. Στέκονται σε σκοπιές με ήλιο, κρύο, αγωνία. Αποχωρίζονται για πρώτη φορά τις οικογένειές τους και τις ανέσεις της εφηβείας. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό. Είναι μια απόδειξη ότι, όταν εμπιστευόμαστε στους νέους ρόλους και ευθύνες, μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων.

Αλλά για πόσο ακόμα θα αντέχουν να προσφέρουν χωρίς στήριξη; Για πόσο θα προσπαθούν να ανήκουν σε έναν κόσμο που τους απογοητεύει;

Η σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των γενεών έχει ραγίσει. Δεν φταίνε οι νέοι. Εμείς φταίμε. Εμείς που ασκήσαμε την εξουσία χωρίς αυτοκριτική, που διαχειριστήκαμε τα κοινά χωρίς όραμα, που απαξιώσαμε την αλήθεια, την εντιμότητα, την αξιοκρατία. Εμείς φτιάξαμε έναν δημόσιο λόγο κυνικό, μια πολιτική χωρίς πυξίδα, έναν διάλογο χωρίς νόημα.

Ας σταματήσουμε, λοιπόν, να δείχνουμε με το δάχτυλο εκείνους που σήμερα στέκονται προσοχή. Αν θέλουμε να αλλάξει κάτι, πρέπει πρώτα να αλλάξουμε εμείς. Όχι οι νέοι που μόλις ξεκινούν τη διαδρομή τους. Αυτοί δεν χρειάζονται άλλες διαλέξεις. Χρειάζονται πρότυπα. Παραδείγματα ευθύνης και ήθους. Όπως έλεγε ο Καζαντζάκης, η αληθινή αγάπη για τον άνθρωπο περνά μέσα από το χρέος προς την ευθύνη.

Οι νέοι χρειάζονται ηγέτες που να εμπνέουν. Που να παραδέχονται τα λάθη τους και να τα διορθώνουν. Που να λένε την αλήθεια και να τη ζουν. Που δεν εξαντλούνται σε εύηχα συνθήματα κενού περιεχομένου.

Αν συνεχίσουμε να βλέπουμε τη νέα γενιά μόνο ως «πρόβλημα», τότε το πραγματικό πρόβλημα είμαστε εμείς. Γιατί μια κοινωνία που δεν εμπιστεύεται τους νέους της, είναι κοινωνία χωρίς αύριο.

Το μήνυμα είναι απλό, αλλά βαθιά πολιτικό: η νέα γενιά δεν χρειάζεται κάποιον να της δείξει τον δρόμο. Χρειάζεται κάποιον να περπατήσει δίπλα της. Με σεβασμό, ειλικρίνεια και συνέπεια.

Το μέλλον της Κύπρου δεν θα χτιστεί με λόγια. Ούτε με άλλοθι. Θα χτιστεί με ευθύνη, με εμπιστοσύνη, με αλήθεια. Και αυτή η αλήθεια ξεκινά από μία πράξη που δεν χρειάζεται ούτε σπουδές, ούτε εξουσία, ούτε τίτλους.

Χρειάζεται μόνο θάρρος. Να κοιταχτούμε, επιτέλους, στον καθρέφτη.

Μέλος Π.Γ. ΔΗΣΥ, πρόεδρος του συνδέσμου Εκτιμητών Ακινήτων Κύπρου