Η έμφυλη βία (gender – based violence), αποτελεί ένα παγκόσμιο κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο περιλαμβάνει οποιαδήποτε επιβλαβή πράξη κατά της αξιοπρέπειας και της ακεραιότητας όσων την υφίστανται. Συμβαίνει εξαιτίας του κοινωνικού φύλου ή του σεξουαλικού προσανατολισμού του ατόμου και επηρεάζει γυναίκες και άνδρες. Ωστόσο, πλήττει δυσανάλογα τις γυναίκες και τα κορίτσια, βάσει στατιστικών στοιχείων. Μάλιστα, πολλές γυναίκες δεν μπορούν να καταλάβουν ότι έχουν πέσει θύματα κακοποίησης και ως εκ τούτου δεν αναζητούν βοήθεια. Ο όρος έμφυλη βία χρησιμοποιείται για να καταδείξει ότι αρκετά περιστατικά βίας κατά των γυναικών, έχουν ως επίκεντρο τις ανισότητες στις σχέσεις κοινωνικής ισχύος ή εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ο εφιάλτης των αριθμών των θυμάτων αυξάνεται ραγδαία. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 35% των γυναικών παγκοσμίως έχει υποστεί ενδοοικογενειακή ή σεξουαλική βία. Οι ενήλικες γυναίκες αποτελούν το 49% των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων παγκοσμίως, ενώ μαζί με τα ανήλικα κορίτσια προσεγγίζουν το 72%. Σύμφωνα με την Ε.Ε., μια στις δέκα γυναίκες έχουν υποστεί διαδικτυακή ή σεξουαλική παρενόχληση από την ηλικία των 15 ετών. Σε αρκετές χώρες, μεσούσης της πανδημίας και κυρίως στη φάση των περιοριστικών μέτρων, οι κλήσεις στις γραμμές υποστήριξης των θυμάτων πενταπλασιάστηκαν.
Η βία κατά των γυναικών είναι μια ηθική προσβολή και αποτελεί ένα σημαντικό ανάχωμα για μια συνεκτική, ισότιμη και αειφόρο ανάπτυξη σ΄ένα πολιτισμένο κράτος. Παράλληλα, ως εκδήλωση έλλειψης σεβασμού προς τον άνθρωπο, πρόκειται για ένα ζήτημα θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι, σε όλες τις μορφές της, συνιστά ποινικό αδίκημα.
Ως ένα σκοτεινό και πολυδιάστατο ζήτημα, η έμφυλη βία δεν γνωρίζει χρώμα, εθνικότητα, ηλικία, κοινωνικό status, μορφωτικό επίπεδο ή θρησκεία. Όλες οι γυναίκες μπορεί να υποστούν έμφυλη βία. Οι φτωχές γυναίκες, οι μετανάστριες είναι πιθανότερο να πέσουν θύματα. Για παράδειγμα, οι γυναίκες πρόσφυγες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο έκθεσης σε βία, λόγω κοινωνικού αποκλεισμού ή διακρίσεων.
Σύμφωνα με τους διεθνώς αναγνωρισμένους ορισμούς της έμφυλης βίας, οι βασικοί τύποι είναι τέσσερις: σεξουαλική, σωματική, ψυχολογική και οικονομική βία. Μορφές της έμφυλης βίας είναι: λεκτική, σωματική, ψυχολογική κακοποίηση, βιασμοί, σεξουαλική παρενόχληση, σωματική εμπορία (human trafficking), καθώς και η συνεχής παρενοχλητική παρακολούθηση (stalking). Στα ελληνικά, θα μπορούσαμε να ορίσουμε το stalking ως «παρακολούθηση με κακόβουλη πρόθεση». Συμπεριφορές stalking θεωρούνται τα επανειλημμένα τηλεφωνήματα, μηνύματα, επισκέψεις κατ΄ οίκον ή στη δουλειά, επικοινωνία, με γνωστούς και φίλους προκειμένου να ληφθούν πληροφορίες για το θύμα, απειλές ή βανδαλισμοί πάσης φύσεως και ψευδείς κατηγορίες.
Καθώς η εποχή μας χαρακτηρίζεται ως ψηφιακή, δεν μπορεί να λείπει φυσικά το cyberstalking, το οποίο χαρακτηρίζεται απ΄όλα τα παραπάνω όταν όμως αυτά πραγματοποιούνται μέσω χρήσης διαδικτύου (emails, επαναλαμβανόμενων αιτημάτων φιλίας από πραγματικό ή ψεύτικο προφίλ, δημιουργία ψεύτικων προφίλ για τη διαπόμπευση του θύματος κι άλλες παρόμοιες συμπεριφορές. Μια άλλη ανησυχητική μορφή έμφυλης βίας είναι η ενδοοικογενειακή βία, η οποία αποτελεί μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές παγκοσμίως. Λαμβάνει χώρα μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον και πρόκειται για (λεκτική, ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική, οικονομική) κακοποίηση ή απειλή βίας η οποία ασκείται μεταξύ συζύγων ή συντρόφων ή μεταξύ άλλων μελών μιας οικογένειας.
Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικά παραδείγματα βιαιοπραγίας: χαστούκια, σπρώξιμο, τράβηγμα από τα μαλλιά, χτυπήματα σε όλο το σώμα, πνίξιμο, πυροβολισμούς, φωνές , εξυβρίσεις και απειλές, οι οποίες φτάνουν ως λεκτικό εξευτελισμό, επίρριψη ευθυνών για την κακοποιητική συμπεριφορά την οποία υφίσταται το θύμα, υπονόμευση της αυτοπεποίθησης, απαγόρευση ή παρεμπόδιση του δικαιώματος στην εργασία, έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων, απόσπαση μισθού του θύματος, καταναγκαστική εγκυμοσύνη και εξαναγκαστική έκτρωση.
Συνέπειες της έμφυλης βίας, ως προς το θύμα: Μείωση αυτοεκτίμησης, ασφάλειας, αυτοελέγχου θύματος. Άγχος, κατάθλιψη, διαρκής σύγχυση, διαταραχές ύπνου. Φόβος, ντροπή, ενοχές, θυμό, απόγνωση. Απομόνωση από το οικογενειακό περιβάλλον. Αίσθημα παγίδευσης. Καταφυγή στη χρήση αλκοόλ ή άλλων ουσιών. Διατροφικές διαταραχές. Απώλεια αυτοσεβασμού, αυτοεκτίμησης. Τάση αυτοκτονίας.
Καθίσταται σαφές ότι δεν αρκεί μια επέτειος γιορτής της Ημέρας της Γυναίκας για να θυμόμαστε ότι οι γυναίκες είναι πολλές φορές θύματα οποιασδήποτε μορφής βίας. Έπειτα από δεκαετίες αγώνων, η θέση της γυναίκας βελτιώθηκε στη κοινωνία. Η γυναίκα είναι ενεργή, διεκδικεί, αναλαμβάνει θέσεις υψηλής ευθύνης, έχει επιτυχίες στον εργασιακό τομέα, ενώ παράλληλα συνδυάζει την οικογένεια και τη μητρότητα.
Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο αξιών δεν νοείται καμία ανοχή, κανένας εφησυχασμός και δικαιολόγηση της βίας, όποια μορφή κι αν έχει αυτή. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της οικογένειας, του βασικού πυρήνα και δεσμού της κοινωνίας, δεν μπορεί να υπάρχει βία. Η γυναίκα, το παιδί, ο ηλικιωμένος, ο ευάλωτος αναζητούν προστασία στην οικογένεια και όχι εκμετάλλευση και βία.
Η πρόληψη της βίας απαιτεί μια πολιτική και κοινωνική αλυσίδα συντονισμού και συνεργασίας ενός κράτους, για την προάσπιση των δικαιωμάτων των κακοποιημένων ατόμων, αυτών που βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν και εκείνων που ακόμα φοβούνται. Η πρόληψη προϋποθέτει δράσεις στην οικογένεια, στο σχολείο, στο χώρο της εργασίας αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο.
*Καθηγήτρια Φιλολογίας.